Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Ιουνίου 2025


Παραίτα πια τη δύστροπη λογοτριβή, και τότες περσότερο όλοι, γέροι νιοι, θα σ' έχουν τιμημένο. Να! τι σ' αρμήνεβε, μα εσύ ξεχνάς· όμως και τώρα 260 πάψε, ορέ αδρέφι, κι' άφισε το σπλαχνοφάγο πείσμα, κι' αξίας δώρα ο βασιλιάς σου δίνει αν ξεχολιάσεις. Μον έλα τώρα πρόσεχε, κι' εγώ όλα εδώ ένα ένα θα πω όσα δώρα σούταζε μπροστά μας στο καλύβι.

Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Δε θα συναινέσω καθόλου. ΚΟΒΙΕΛ Ακούσατέ με μοναχά. Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Όχι. Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Όχι, δε θέλω να τον ακούσω. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Θα σου πη... ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Αυτό είναι πείσμα γυναικείο. Τι θα πάθης αν τον ακούσης; ΚΟΒΙΕΛ Ακούσατέ με μονάχα και κάνετε ύστερα ό,τι σας αρέσει. Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Αι! λοιπόν, τι έχετε να μου πήτε;

Εις τέτοιον πείσμα και ισχυρογνωμίαν της γυναικός ο δυστυχής άνδρας της ευρίσκετο εις μεγάλην στενοχωρίαν, λύπην και αδημονίαν, και μη ηξεύροντας τι να αποφασίση εκάθητο λυπημένος έξω εις το προαύλιον, και στοχαζόμενος αν πρέπει να της φανερώση το μυστήριον και να θυσιάση την ζωήν του, ή να αφήση την γυναίκα του να αποθάνη την οποίαν αγαπούσε καθ' υπερβολήν.

Οι δύο σύζυγοι αντήλλαξαν βλέμμα απορίας. — Μαπώς σούρθε πάλι αυτό; ηρώτησεν ο Σαϊτονικολής. — Ετσά θέλω, απήντησε με πείσμα ο Μανώλης. — Μα θάχης μια αφορμή. Δε μας τη λες; — Δεν έχω πράμμα, μόνο δε θέλω να τσοι κατέω μπλειο τσοι Θωμαδιανούς. Αυτό 'νε. — Τσοι Θωμαδιανούς και την Πηγή μαζή; — Μούδε την Πηγή θέλω, μούδε κιαμμιά. — Κιαμμιά!

Το πείσμα μούδωκε το θάρρος να πω το δίστιχο, μισό τραγούδι μισό απαγγελία. Αλλά και το Βαγγελιό ήρθε στη βοήθειά μου· και με τη γλυκειά της φωνή τραγούδησε για μένα: Θαρρείς πως είμ' εγώ μικιό πως δεν πονεί η καρδιά μου; Σαν του μεγάλου καίουνται μέσα τα σωθικά μου. Κιόταν πιασμένη στο χορό πέρασε κοντά μου, έσκυψε μια στιγμή και με φίλησε.

Που θα πη, εμείς δεν την έχομε, είπεν εκείνος με πείσμα και εστράφη να φύγη γρήγορα, χωρίς να περιμένη ν' ακούση την απόκρισι της Σμαραγδούλας, η οποία σαν να είχεν αρχίση να λυγίζεται. Στα ερωτικά δεν ήταν τεχνίτης ο Ζώης και άκουε περισσότερο το πείσμα του, κι' αυτό τον έφαγε.

Οπόταν δε κόσμους συνθέσω πολλούς για 'μένα τελείους, για 'μένα καλούς, κι' εκείνοι με πλήττουν κι' αυτούς ανατρέπω και φθάνω και πάλιν εις τούτον που βλέπω. Παντοτεινή μουρμούρα και κλάψα και φαγούρα. Τι τόφελος, χαμένε, φιλοσοφίας τόσης!.., οι άνθρωποι σου λένε: «σκοτώσου να γλυτώσης». Μα συ και αν γρινιάζης δεν έχεις νου χαζό και 'στούς κουτούς φωνάζεις: «'στό πείσμα σας θα ζω».

Βλητρούδης ο αγέλαστος σ' ένα άλλο μέρος πάλι Στο Λυχνοπήδαν ήφερε φριχτού θανάτου ζάλη· Στο ψυχικό η κονταριά ορμητικά τον παίρει, 435 Κι' ως αστραπή τον έρριξε το φονικό του χέρι· Ο Κοροφάγος τρομερός με πείσμα του κινάει, Στο Φωναράν εχύμησε στη μέση τον χτυπάει.

Έπειτα δε εις τας διαθήκας των, αποκλείονται μεν οι φίλοι, επικρατούν δε τα τέκνα και η φύσις, όπως είνε δίκαιον, οι δε κόλακες βλέποντες ότι εγελάσθηκαν, τρίζουν από πείσμα τα δόντια. ΤΕΡΨ. Αυτά είνε αληθινά.

Οι καθηγητές άρχισαν να συζητούν τα γλωσσικά χαρίσματα του ρητού. Εζητούσαν το υποκείμενο, το αντικείμενο, το ρήμα. Έλεγαν για τη σύνταξη του, ωνόμαζαν το γραμματικό σχήμα του. Σε πολλά ήταν σύμφωνοι· μα στα περισσότερα όχι. Και συζητούσαν ξαναμμένοι, χερονομούσαν με πείσμα, βρίζουνταν άπρεπα, σα ν' άρπαξε τα χρήματα ένας τ' αλλουνού.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν