Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025
Δεν πρέπει να είταν όνειρο. Δε θέλω να είταν όνειρο. Πέφτω και πλαγιάζω. Κοιμούμαι, δεν κοιμούμαι, πού να το ξέρω; Μέρα και νύχτα, ύπνος και ξύπνος είναι το ίδιο. Γέρνα από δω, γέρνα από κει. Πέφτω στο κρεββάτι και κυλιούμαι. Σφάλνα τα μάτια, σαν μπορείς. Μόνος! Ολομόναχος! Έρημος απόμεινα και μόνος. Έφυγε, έφυγε βιαστικά. Για να μη μας διή κανένας; Λέλα, Λέλα, πού είσαι;
Και κάποτε σαν έμεινε μόνη είπε και τέτοια λόγια: 14. — Τώρα εγώ είμαι άρρωστη, μα δεν ξέρω ποια η αρρώστια· πονώ και δεν έχω πληγή· λυπάμαι κι όμως κανένα από τα πρόβατά μου δεν έχασα. Καψόνω κι όμως κάθουμαι σε τέτοιον ίσκιο. Πόσα βάτα μ' αγκύλωσαν πολλές φορές και δεν έκλαψα. Πόσες μέλισσες μ' εκέντρισαν, μα έφαγα. Αυτό που μου τρυπάει τώρα την καρδιά είναι σκληρότερο από όλα εκείνα.
Και πλησιάσας εις το ους, τω λέγει κρυφίως, ως να μη ήθελε να τον ακούση κανείς τάχα: — Να πάρουμε τα δέκατα! — Μα ξέρω 'γώ, μα είνε κίνδυνος, μα να ιδούμεν! Εψέλλιζεν ο κυρ- Βαρσαμός, όστις, επειδή ο κυρ-Δημάκης επέμεινε, λέγει τότε: — Ξέρεις τίποτα; Εδώ έχουμε και φυλακές! — Μη σε μέλει από τέτοια, γέρω Βαρσαμέ. Και μετά σιωπήν, παρατηρών αυτόν κατά πρόσωπον, κράζει: — Κύτταξέ με καλά!
ΑΔΜΗΤΟΣ Πρέπει, εκτός αν εναντίον μου θυμώσης. ΗΡΑΚΛΗΣ Επιμένω, και για να επιμένω εγώ θα πη πως κάτι ξέρω. ΑΔΜΗΤΟΣ Αφού το θέλεις ας γενή. Αλλά αυτό που κάνεις διόλου δεν μου είναι ευχάριστον. ΗΡΑΚΛΗΣ Μπορεί ναρθή μια μέρα που ίσως θα μ' ευγνωμονής. Υπάκουσε με τώρα. Πηγαίνετε την μέσα σεις, αφού πρέπει να γίνη. ΗΡΑΚΛΗΣ Α, δεν την εμπιστεύομαι στους δούλους την γυναίκα.
»Όταν όμως με βλέπεις να κάθουμαι και να κοιτάζω μέσα μου, όπως συνειθίζεις να λες, τότε πρέπει να ξέρης πως δεν κάνω τίποτες άλλο παρά εκείνο που έκαμα πάντα, ακόμα και πρι να σε γνωρίσω κι αρχίσω την πραγματική μου ζωή. Κι αν κλαίω, δεν πρέπει να νομίζης πως είμαι δυστυχισμένη. Είναι μόνο κάτι που πρέπει να το συλλογίζουμαι κάποτε, γιατί ξέρω πως θαρθή και γιατί το ήξερα πάντα πως θαρθή.
Ξέρω καλά ότι υπάρχουν πολλοί τίμιοι εργάται στη ζωγραφική καθώς και στη λογογραφία, που αποκρούουν ολότελα την κριτική. Κ' έχουν δίκιο. Η εργασία τους δεν έχει τη μανταλιτέ της εποχής των. Δεν μας φέρνει κανένα καινούριο στοιχείο ηδονής. Δεν υποβάλλει κανένα νέο κίνημα σκέψεως ή πάθους ή ομορφιάς. Ούτε λόγος πρέπει να γίνεται γι' αυτήν. Πρέπει να την αφήσουμε στη λήθη που της αξίζει.
Όλα μέλι — γάλα τάβρισκε κ' οι χωριάτες ήταν ενθουσιασμένοι μαζί του. Τέλος πάντων! να που βρέθηκε κ' ένας άνθρωπος για τη φτώχια. Δεν έβλεπαν την ώρα πότε νάρθη σε ηλικία για να τον βγάλουνε βουλευτή. — Μωρ' τι νε τούτο! τον ρώτησε ο Τσαϊπάς μόλις τον είδε κοντά του. — Ξέρω κ' εγώ· έκαμε κείνος ανασηκώνοντας τους ώμους· ξέρω κ' εγώ; Μα κόνισμα βέβαια δεν είνε. — Και δεν το λες λοιπόν!
— Βέβαια, όταν μ' αρέση να κυνηγάω στο δάσος, ξέρω να πιάνω με τα λαγωνικά μου τους γερανούς που πετάνε στα σύννεφα, και τους κύκνους τους άσπρους και τους σταχτερούς, και τ' αγριοπερίστερα. Με το τόξο μου τα γεράκια και τους γυπαετούς!» Για καλά γέλασαν όλοι, κι' ο Βασιληάς ρώτησε: «Και τι πιάνεις, αδερφέ, όταν κυνηγάς στο ποτάμι. — Ό,τι βρίσκω. Τους λύκους των δασών και της μεγάλες αρκούδες.
Τι κάνεις, Μιλάχρω; — Δε περιμένεις, θαπώ, να ξεφουρνίσω, μόνε φωνάζεις! Είπε μετά ετοιμότητος η Μιλάχρω, εννοήσασα το λάθος της και εισαγάγουσα ταχέως την μακράν χείρα της, μαυρισμένην και ψημένην ως φουρνόξυλο, εξήγαγε το λησμονηθέν ταψίον, το οποίον τώρα είδε: — Δε ξέρω εγώ τη δ'λειά μ'!
Και να που ένα βράδυ, αυτός ο ίδιος ο λιμενάρχης πήγε να τον βρει κάτω στις καμάρες του λιμανιού. Ο φίλος μου νόμιζε ότι ακόμη ονειρευόταν, ο άλλος όμως του είπε: ξέρετε, εδώ και καιρό σας ψάχνω. Ξέρω ότι σας απέλυσαν εξ αιτίας των χρημάτων, εμένα όμως μ’ ενδιαφέρει να μάθουν οι ανώτεροί σας και όλοι οι άλλοι την αλήθεια. Αυτό θα είναι το καλύτερο και για εσάς.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν