Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 16 Ιουνίου 2025
Εδώ είτανε σα να πήγαινες να ρωτήξης τη γάτα τι φρονεί για το ποντίκι. Θανοίξη αμέσως το στόμα, να το χάψη. Μπορεί πάλε νάχη το γούστο του κι αφτό· την ειλικρίνεια. Ο Μποέμ και μένα με ρώτηξε τι φρονούσα κτλ. Ιδέα δεν είχα να δώσω απάντηση. Έπειτα βρέθηκε αφορμή — και προσπάθησα να δείξω πως οι γάτες στο Παρίσι βάζουνε τουλάχιστο γυαλιά και διαβάζουνε. 2 του Σταβρού, 1901. Απάντηση στον Μπoέμ.
Θα γνωρίσω όλους τους εργάτες μας από κοντά, θα εχτιμήσω την αξία του καθενός, θ' αδερφωθώ μαζί τους, και θα κατορθώσω στο τέλος να σας βγάλω την ιδέα που έχετε, πως αυτοί είναι οχτροί σας. ΦΙΝΤΗΣ Αυτή την ιδέα ανΤι να τη βγάλης από μένα — σου είπα — θα την αποχτήσης και συ άμα ανακατωθής μαζί τους.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ Για να δείξουνε ποιος είνε, παίρνουνε του λύκου σχήμα. ΣΩΚΡΑΤΗΣ Να, γι' αυτό λοιπόν και τώρα, όπου είδαν τον Κλεισθένη, κύτταξέ τες, σαν γυναίκα βγήκε κάθε μια ντυμένη. Και τώρ', αν ίσως κι' άλλοι τ' ακούσανε ποτέ αυτό, για μένα, ω Παμβασίλισσες, βάλτε φωνή μεγάλη. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Ω γη! τι λόγος ιερός! και τι σεμνός και φοβερός! ΣΩΚΡΑΤΗΣ Είνε θεές μονάχ' αυτές• τάλλα ψευτιές• όλες κουτές!
Κι αν τον ονομάση κανείς με το παλιό του όνομα το παίρνει για βρισιά· γίνεται σκυλί. — Γιατί με ζαλίζεις μ' αυτόν τον παλιάνθρωπο; είπε βαριεστισμένος ο Αριστόδημος. — Παλιάνθρωπος ναι, δεν το κρύβω. Μα ξέρεις τι κατάφερε; πήγε και καλλιέργησε το χτήμα του Χαγάνου — το χτήμα μας. — Και τι με μέλλει μένα; ας φροντίση εκείνος. — Ο Χαγάνος δεν το ξέρει· μα και να το μάθη λίγο τον μέλλει.
Καθένας με τα χέρια του στον κόρφο του χωμένα κυττάζει ολόγυρα να 'δή πούθε το χρήμα θάρθη και μήτε ταποτρίμματα στέργει να δώση σ' άλλους, και λέει: «καθένας μας εδώ κυττάει τον εαυτό του »κ' εγώ κυττάζω όσο μπορώ πειότερα ν' αποκτήσω· »πάντα φροντίζουν οι θεοί για τους τραγουδιστάδες. »Κ' έπειτα, ποιόν νακούσωμε; Ο Όμηρος φθάνει για όλους. »Για μένα πιο καλός, αυτός που χρήμα δε μου παίρνει.»
Φτερά ήθελα, να πετάξω στο μοναστήρι, να παρακαλέσω τη Λενιώ να προσεύκεται και για μένα, να μ' έχη και μένα στο νου της. Ύστερα πάλι, να την καταπείσω ναφήση το μοναστήρι και νάρθη μαζί μου να πάμε μακριά, εκεί που δε μας ξέρη κανένας, σε κάποιο ρημοννήσι, σε κάποια σπηλιά, και κει, μακριά από Τούρκους, να ζούμε σα δυο περιστέρια. ....Όλα όμορφα και γλυκά είτανε γύρω.
Έπειτα ερχότανε σε μένα κ' έλεγε: — Πόσο λυπούμαι τη μαμά. Ο Ούλοφ έμενε ησυχότερος και προσπαθούσε να μιλή μαζί μου, σα να είταν όλα όπως έπρεπε να είναι.
Σε μένα ήρθε αυτή η βοήθεια την ίδια στιγμή που η υποψία, πως η ζωή της πόλης είταν ολέθρια για τη γυναίκα μου, άρχισε να γίνεται σιγά σιγά βεβαιότητα και τέλος έφτασε στην απόφαση να την πάρω αποκεί και να γυρίσουμε στην εξοχή, που δεν έπρεπε να την αφήσουμε.
Όσον και αν απέτυχεν εις την εκλογήν, όσον και αν την κατήσχυνεν η απότομος εγκατάλειψίς του, δεν ηδύνατο να αισθανθή μίσος προς αυτόν. Μόνον διότι έβλεπεν επί τινος αραφίου τον έρημον ναργιλέ του, εγκαταλελειμμένον, εκινείτο εις δάκρυα. Και παρηγορουμένη ματαίως διελογίζετο πολλάκις: — Ίσως για μένα έφυγεν. Ίσως πήγε πάλιν εις την Αμερική, να δουλέψη πάλιν, να κερδήση, για μένα τώρα.
Τι ένα διο χρόνια πιότερα έχει από μένα ο Αίας, μα αφτός εκεί είναι από γενιά κι' αθρώπους περασμένους, 790 κόκκαλο μια φορά γερό π' αδύνατο κανείς μας στα πόδια ναν του παραβγεί... εξόν ο Αχιλέας.» Είπε, και του Πηλιά το γιο να μεγαλύνει ζήταε. Γύρισε τότες ο γοργός κι' απάντησε Αχιλέας «Αδρέφι, ο λόγος σου ο καλός δε θα σου πάει του κάκου, 795 παρά κι' ακόμα εγώ μισό φλουρί θα σου χαρίσω.»
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν