Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025


Μα πια το κλάμα ο θεϊκός σα χόρτασε Αχιλέας, 513 τότες σηκωθή οχ το θρονί, και σήκωσε απ' το χέρι 515 το γέρο — τ' άσπρα του μαλλιά πονώντας, τ' άσπρα γένιακαι με φωνή ήμερη του λέει διο φτερωμένα λόγια «Α δόλιε, ναι πολλά η ψυχή σούπιε πικρά φαρμάκια!

Εναντιώνεται ο χωριάτης, ζητάει να περάση, πιάνουνται στα λόγια, θυμώνει ο Μωραΐτης, του καταφέρνει μια του χωριάτη, και τον αφίνει στον τόπο. Εκείνη την ώρα έβγαιναν και τα παλικάρια της Άθήνας αρματωμένα, να πολεμήσουνε με τους εχτρούς και να γλυτώσουν από τη σκλαβιά την πατρίδα τους.

Και μοναχή της να ταξίδευε με τον αγωγιάτη, δεν εκιντύνευε ποτέ. Μα για κάθε κακό ένας δικός της την είχε παραδώκει στην προστασία και στην ευθύνη του νιου τ' αντρόγυνου. Το βράδυ κονέψαμε σ' ένα μοναστήρι παλιό και μεγάλο, κατάστρατα στην ερημιά. Όσο να φτάκουμ' εδώ, όλο τον κάμπο, που διαβήκαμε, τον εσήκωσα με τα σωστά στο πόδι εγώ με τα τραγούδια και με τα εύθυμα λόγια μου.

Κι' εν τω άμα κινάν στο ταξίδι Βιαστικά με χαρά τους μεγάλη. Σταματάτε ανόητα τέκνα· Θα χαθήτε, φωνάζει η μάνα. Έχε υγιά, αποκρένουνται εκείνα, Άλλα λόγια εμείς δεν ακούμε. Και μ' αυτό προς τους κάμπους τρεχάτα Όσο δύνουνταν, έκοφταν δρόμο. Τα μωρά! δεν το βάνουν με νου τους· Τα νερά αρχινάν να τραβιούνται. Απομνήσκουν απάνω σε ξέρη, Καταντάν των διαβάτων κυνήγι·

Όχι ολιγώτερον θεσπέσια ήσαν τα ένθερμα και απλά λόγια τα οποία την ηκολούθησαν, και τα οποία εδίδαξαν τους μαθητάς ότι οι άνθρωποι οφείλουν πάντοτε να προσεύχωνται και να μη ραθυμώσιν, επειδή, αν η οχληρία κρατεί εν τη ιδιοτελεία του ανθρώπου, η προθυμία πρέπει να είνε πανσθενής εν τη δικαιοσύνη του Θεού.

Με το καλό νανταμωθούμε πάλι. Πάω να σου φέρω απ' την Πόλη τα προικιά, τασημικά σου απ' τη Μαρσίλια. Κι' από της Βενετιάς τους χρυσικούς πάω να σου φέρω δαχτυλίδι..» Παλαβά λόγια!... Ορθός στεκότανε στην πρίμη με τη σκότα στα χέρια. Είχε φρεσκάρει. Οι στερηές βγάζανε αέρα. Λασκάδα το πανί, πρίμα κατάπριμα τον έβγαλε ο αέρας κατά το πέλαγο. Τι απόγινε; Πες μου να σου πω.

Έτσι ορισμούς του ή προσταγές δεν παίρνω εγώ, κι' ας μένει εκεί ήσυχος στο θέμα του, όσο τρανός κι' αν είναι. 195 Κι' ας μη με σκιάζειέτσι δειλός δεν είμαι — μ' αστραπές του. Πιο γνωστικό 'ναι κόρες του να παραπάει και γιους του με λόγια του έτσι αγέρωχα, τι σαν παιδιά του πούναι, χρέος τους, θεν δε θένε, αφτοί ν' ακούν ότι προστάζει

ΘΑΛΑΜΗΠΟΛΟΣ Ούτε εις εσένα ούτε εις άλλον κανένα, αφού δεν έχω και μάρτυρα να επιβεβαιώση τα λόγια μου. ΘΑΛΑΜΗΠΟΛΟΣ Ιδέ! Να την! Έρχεται, καθώς πάντοτε και, μα την ζωή μου, κοιμάταιτα βαθειά. Παρατήρησέ την πήγαινε κοντά. ΙΑΤΡΟΣ Πού το ηύρε το φως; ΘΑΛΑΜΗΠΟΛΟΣ Ήτοτο πλάγι της. Ο λύχνος καίει πάντοτε κοντά της κατά προσταγήν της. ΙΑΤΡΟΣ Κύταξε, έχει ανοικτά τα μάτια!

Σ' ένα αγκωνάρι ενός σπιτιού, καθισμένος διπλοπόδι ένας στραβός ζητιάνος, έπαιζε λυπηρά στο λογγάρι του μ' ένα δοξαράκι, ένα τραγούδι παραπονεμένο, ξενητεμμένο τραγούδι, και τα χείλη του έψαιλναν τρεμουλιαστά λόγια πολύ λυπηρά, πολύ πονεμένα: Ανάθεμά σε ξενητιά, εσύ και το καλό σου...

Ευχήθη, και άμ' η Αθήνα εκεί σιμά του εφάνη• εις το κορμί καιτην φωνή του Μέντορ' όλη ωμοιώθη, κ' εκείνον επροσφώνησε με λόγια πτερωμένα•

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν