Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025
ΑΜΛΕΤΟΣ Αλλά εις τα προκείμενο, Κύριε· προς τι να περιζώνω- μεν αυτόν τον ευγενή με την εξαγριωμένην πνοήν μας; ΟΣΡΙΚΟΣ Κύριε; ΟΡΑΤΙΟΣ Δεν γίνεται τέλος πάντων να εννοηθήτε εις άλλην γλώσ- σαν; Θα το κάμης, Κύριε· είναι ώρα. ΑΜΛΕΤΟΣ Προς τι ανέφερες αυτόν τον Κύριον; ΟΣΡΙΚΟΣ Τον Λαέρτην; ΑΜΛΕΤΟΣ Μάλιστα, Κύριε, αυτόν. ΟΣΡΙΚΟΣ Γνωρίζω ότι έχετε γνώσιν —
Αδίκησ' ο Αμλέτος τον Λαέρτην; Όχι, ο Αμλέτος ποτέ· και αν ο Αμλέτος χάση τον εαυτόν του και 'ς τον εαυτόν του ξένος αδικεί· τον Λαέρτην, πταίστης διά την πράξιν δεν είν' ο Αμλέτος· ο Αμλέτος την αρνείται. Ποιος το 'καμε λοιπόν; Η τρέλλα του· και, αν είναι τούτο, καθώς το λέγω, αληθινόν, ο Αμλέτος ευρίσκεται και αυτός 'ς το αδικημένο μέρος· η τρέλλα του είν' ο εχθρός του καϋμένου Αμλέτου.
ΟΣΡΙΚΟΣ Ούτε 'ς το ένα μέρος ούτε 'ς τ' άλλο τίποτε. ΛΑΕΡΤΗΣ Πάρε αυτήν. Ο ΛΑΕΡΤΗΣ λαβόνει τον ΑΜΛΕΤΟΝ, κατόπιν εις τον διαξιφισμόν αλλάζουν τα ξίφη και ο ΑΜΛΕΤΟΣ λαβόνει τον ΛΑΕΡΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΑΣ Χωρίσετέ τους· είναι θυμωμένοι. ΑΜΛΕΤΟΣ Όχι, εμπρός και πάλιν. Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ πέφτει. ΟΣΡΙΚΟΣ Βοηθάτε την Βασίλισσαν, ω! ΟΡΑΤΙΟΣ Αιμάτωσαν και οι δύο — Κύριέ μου, πώς είσαι; ΟΣΡΙΚΟΣ Πώς είσαι, Λαέρτη;
Τότε η θεά τ' απάντησεν, η γλαυκομμάτ' Αθήνη• «Κ' εγώ μ' αλήθεια θα σου ειπώ εκείνα οπ' ερωτάς με• Μέντης του φιλοπόλεμου καυχιούμαι τ' Αγχιάλου 180 ότι είμ' υιός, και βασιληάς των ναυτικών Ταφίων• με πλοίον και με συντροφιάν έφθασα και πηγαίνω, το μαύρο πέλαο σχίζοντας, 'ς ανθρώπους αλλοφώνους, 'ς την Τέμεση, για χάλκωμα και σίδερο τους φέρω. κ' έξω απ' την πόλιν άφησα το πλοίο, 'ς τον λιμένα 185 το Ρείθρον, αποκάτωθε του δασερού Νηίου• και πατρικοί καυχιούμασθε παλαιόθ' ανάμεσόν μας ξένοι, και αν θέλης πήγαινε τον γέρο να ερωτήσης ήρωα Λαέρτην, όπου πλειά δεν έρχεται 'ς την πόλι, ως λέγουν, αλλά 'ς τους αγρούς πέρα κακοπαθαίνει, 190 με γραίαν υπηρέτριαν, οπού πιοτό και βρώσι του παραθέτει, όταν αυτού τα μέλη πάρη ο κόπος, 'ς το κάρπιμο ενώ σέρνεται κηπάρι αμπελοφόρο. κ' ήλθα επειδή ο πατέρας σου ελέγετο πως ήταν εις την πατρίδα• αλλ' οι θεοί τον δρόμο του εμποδίζουν• 195 τί δεν απέθανε 'ς την γην ο θείος Οδυσσέας, αλλ' είναι ακόμα ζωντανός 'ς τα πέλαγα, κλεισμένος μέσα εις περίβρεκτο νησί, και άνδρες κακοί τον έχουν άγριοι, κ' εις το πείσμα του θαρρώ πως τον κρατούσι. και θα σου ειπώ προμάντευμα, 'που τώρα εις την καρδιά μου 200 μου βάζουν οι αθάνατοι, και ν' αληθεύση ελπίζω, αν και ούτε μάντις είμ' εγώ ούτε είμαι ορνιθοκρίτης. μακράν ακόμη απ' την γλυκειά πατρίδα δεν θα μείνη πολύν καιρόν, ουδ' αν δεσμά τον έχουν σιδερένια• ότ' είναι πολυμήχανος, θα σοφιθή να φύγη. 205 αλλ' έλα τώρα λέγε μου με όλη την αλήθεια, αν τέτοιος άνδρας καθ' αυτό παιδί 'σαι τ' Οδυσσέα• και φοβερά 'ς την κεφαλή, 'ς τα εύμορφα μάτια μοιάζεις εκείνου, επειδή σμίγαμε συχναίς φοραίς αντάμα, πριν εις την Τροίαν αναιβή, 'π' ανέβηκαν κ' οι άλλοι 210 'ς τα βαθουλά καράβια τους, οι πρώτοι των Αργείων. τον Οδυσσέ' από τότ' εγώ δεν είδα, ούτ' εμέ κείνος».
Διά μίαν στιγμήν ο νους του πάσχει αληθή τραυλισμόν, καθώς φαίνεται εις τας ατόπους προς τον Λαέρτην ερωτήσεις του· αλλά η κρίσιμος στιγμή ακονίζει τας διανοητικάς του δυνάμεις· φοβισμένος από την αποτυχίαν του πρώτου φονικού σχεδίου εφευρίσκει αμέσως άλλο συνθετώτερον, εις το οποίον έχει πλήρη πεποίθησιν, διότι εις αυτό συντρέχουν δύο δολοφόνα αλάνθαστα μέσα, και διότι τοιούτος φόνος θα φανή έργον της τύχης και δεν θα γεννήση καμμίαν υποψίαν ουδέ εις αυτήν την μητέρα του Αμλέτου· με υπέροχον τέχνην καλλιεργεί το πάθος της εκδικήσεως εις την ψυχήν του Λαέρτου διά να τον παρασύρη εις άνανδρον δολοφονίαν, και αληθής αντιπρόσωπος της εποχής του αναβιβάζει την εκδίκησιν εις αξίωμα·
Ειλικρινώς προσπαθεί να εξιλεωθή με τον Λαέρτην, εις τον οποίον βλέπει ένα από τα θύματα της παραφοράς του, διότι τόση απόστασις τον εχώρισεν ήδη από την πρώτην ψυχικήν του κατάστασιν, ώστε πιστεύει ίσως και αυτός ότι η ανεξήγητος εκείνη εσωτερική πάλη προήρχετο από πραγματικήν διατάραξιν της διανοίας· σπεύδει πρώτος ν' αρχίση την ξιφομαχίαν προαισθανόμενος ότι εκείνο το παιγνίδι θα επιταχύνη την κρίσιν· πρώτος ζητεί να δοθούν τα ξίφη· πρώτος δίδει το σύνθημα, αλλά ταυτοχρόνως φροντίζει ώστε να μη τον προλάβη επιβουλή του Κλαυδίου, και δεν πίνει, αν και ο Κλαύδιος και κατόπιν και η Γελτρούδη του προσφέρουν το ποτήρι· μ' επιμονήν εξακολουθεί τον αγώνα, κεντά την φιλοτιμίαν του αντιπάλου του, ακριβώς εις την στιγμήν οπού εις την συνείδησιν τούτου εκλονίζετο η δολοφόνος απόφασις.
ΕΥΓΕΝΗΣ Κύριε, η Μεγαλειότης του σας έχη εκφράση την επι- θυμίαν του με τον νέον Οσρίκον, και τούτος του ανέφερε ότι τον περιμένετε εδώ· τώρα με στέλνει διά να μάθη αν ακόμη ευχαριστείσθε να ξιφομαχήσετε με τον Λαέρτην, ή μήπως επιθυμείτε να αναβάλετε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν