Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Ιουλίου 2025
Και σα ζυγώσανε οι στρατοί με τ' άρματα στα χέρια, 15 των Τρώων είταν κεφαλή ο παινεμένος Πάρης, φορώντας παρδαλόπροβια στους ώμους και δοξάρι και σπάθα· και κοντάρια διο χαλκοπλισμένα σιώντας προκάλναε τάχα ομπρός να βγουν τα πρώτα παληκάρια των Αχαιών κι' αντίκρυ του να μετρηθούν στη μάχη. 20
3η ΜΑΝΝΑ. Σαν λύκηθος υψώνεται το λιγυρό κορμί του. . . 4η ΜΑΝΝΑ Είνε κακό τέτοιος λεβέντης ν' αποθάνη. . . 2ος ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΥΣ Των χριστιανών την πλάνη αν δεν αρνηθή, με τα κοντάρια των στρατιωτών θα τρυπηθή
Απέρασε περισσότερον της ώρας διάστημα, έως ότου οι δύο συνοδοί της προμηθευθούν από τα πλησιέστατα σπιτάκια καραβόσχοινα και κοντάρια διά να παράσχουν βοήθειαν το κατά δύναμιν και μετά πολλάς προσπαθείας έφεραν έξω από την παγεράν φάραγγα δυο πτώματα, ως εφαίνετο. Μετεχειρίσθησαν όλα τα μέσα· κατώρθωσαν το παιδίον, αλλ' όχι και την μητέρα να φέρωσιν εις τας αισθήσεις της.
Τότες του λέει ο Δόλονας, και τούτρεμαν τα σκέλια 390 «Με τις ψευτιές του ο Έχτορας μού πλάνεψε το νου μου, που τ' άλογα τα ξακουστά του θεϊκού Αχιλέα πως θα μου δώκει μούταξε με το χαλκώριο αμάξι· και μ' έκανε μες στη γοργή να ξεθαρρέψω νύχτα και να ζυγώσω ως στων οχτρών τ' ασκέρι, για να μάθω 395 αν πάντα τα φτερότρεχα φυλάγουνε καράβια, ή τώρα που σας ρήμαξαν τα στέρια μας κοντάρια βάλατε πια φεβγιά στο νου, κι' απ' τους μεγάλους κόπους σπασμένοι, πια δε θέλετε τη νύχτα να φυλάξτε.»
Πήδηξε τότε ο φοβερός γιος του Πριάμου μέσα μ' όψη άγρια σα γοργής Νυχτός — και ξάστραφτε απ' το σκιάχτη χαλκό που φόραε στο κορμί — βαστώντας διο κοντάρια μέσα στις χούφτες του. Κανείς, νάθε προβάλει ομπρός του, 465 δεν τον σταμάταε εξόν θεός την ώρα που πηδούσε μες στη μπασιά, και λες φωτιές τα μάτια του πετούσαν.
Το πλήθος πρώτα ας στείλουμε να σύρει στα καράβια, 295 κι' εμείς που λέμε του στρατού πως είμαστε ο αθέρας μ' όρθια ας σταθούμε αντίκρυ του κοντάρια, και το δρόμο μπροστά ας του κόψουμε, κι' αφτός θαρρώ, όσο κι αν λυσσάζει, θάν το σκεφτεί ως στων Αχαιών τους λόχους να βουτήξει.»
Αφτούς, ο γιος του Μηκιστιά τους νέκρωσε τα κάλλη και την ψυχή, και τ' άρματά τους έβγαλε απ' τους ώμους. Κατόπι τον Αστύαλο ο Πολυποίτης σφάζει. Μια του Δυσσέα κονταριά ξαπλώνει τον Πιδύτη· 30 το θεογέννητο Αρετά κι' ο Τέφκρος θανατώνει, και κάρφωσε ο Αντίλοχος με το λαμπρό κοντάρι τον Αβληρό.
Μα αφτή η βουλή τού δόκησε σαν πιο καλή, να σύρει στο βασιλιά. Κι' οι διο στρατοί στην μάχη πελεκιούνταν με πείσμα, κι' άλιωτος χαλκός γύρω στα στήθια αχούσε 25 καθώς χτυπιούνταν με σπαθιά και δίστομα κοντάρια. Εκεί οι θεόσπαρτοι έσμιξαν το γέρο βασιλιάδες — τι απ' τα καράβια ανέβαιναν — όσοι είταν λαβωμένοι, τ' Ατρέα ο γιος, και του Τυδιά ο γιος, και του Λαέρτη.
Εκεί οι αρχόντοι πάγαιναν συμαζωχτοί, ακουμπώντας πας στα κοντάρια, για να δουν την ταραχή, και βόγγαε μέσα η καρδιά στα στήθια τους.
Λυπήθη τότε ο Αστροπιός πεσμένο σαν τον είδε, και τρέχει τους οχτρούς κι' αφτός με πάθος να χτυπήσει, μα αργά το σκέφτηκε, γιατί παντού ασπιδοφραγμένοι στέκανε γύρω στο νεκρό με πρόβαλτα κοντάρια. 355 Τι ο Αίας έτρεχε παντού, τους θάρρυνε τους μίλαε, οχ το νεκρό τους σύσταινε κανείς μήτε ένα βήμα να μην κωλώνει ή χώρια ομπρός να πολεμά απ' τους άλλους, Μον γύρω να βαρούνε εκεί κατάκοντα στημένοι.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν