Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025


Έχουνε να πουν πως όλα τα παραμύθια είναι ιστορίες αληθινές, που γινήκανε μια φορά κ' έναν καιρό στα παλιά τα χρόνια. Είναι πολλές απ' αυτές που κανένας δεν τις θυμάται, γιατί από στόμα σε στόμα σβυστήκανε και χάθηκαν. Κ' εκείνοι που ανιστορούν καινούργια παραμύθια, που κανένας δεν τάχει ακουσμένα, δεν τα γεννούν απ' το κεφάλι τους, ούτε κανένας τους τάχει ειπωμένα απ' τους τωρινούς.

Δηλαδή θα ξαναγίνει η Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Η ιστορία επαναλαμβάνεται κατά γράμμα». Μακάρι να μπορούσε να γίνει! Μα είπαμε πως οι Έλληνες δεν έχουν πια την επιβολή που είχαν με τον πολιτισμό τους, τον καιρό των Ρωμαίων. Τώρα κανένας ανατολικός λαός δεν έχει τους Έλληνες ανώτερους από τον εαυτό του. Είμαστε όλοι ισοπεδωμένοι μπροστά στους Ευρωπαίους. Μονάχα που δεν είναι κακοί έμποροι.

Τι είπανε κανένας δεν άκουσε, μα ολωνών τα μάτια είχαν βουρκώσει. Ύστερα ο Μοναχάκης πήρε μια βαθειά ανάσσα και ρίχνοντας μια ύστερη ματιά αχόρταγη στην «Αθηνά»: — Σχώρα με και Θεός σχωρέσοι! μουρμούρισε. Η «Αθηνά» σάλεψε λυπητερά μέσα στο μούχρωμα, σαν ναπείκασε τα λόγια του Μοναχάκη. Σάλεψε μ' ένα παράπονο ανθρωπινό. Ο Γερο-Φλώκος πήρε πάλι στον ώμο τον καπετάνιο, αγάλια-αγάλια.

Η βάρκα, με το ανεπάντεχο ρυμούλκιο, πόδιζε ολοένα κατά το λιμάνι, δίχως κανένας θαλασσομάχος να βάζη με το νου του, μέσα στην πλατειά τη θάλασσα, από μακρυά κι' από σιμά, πως ένα ξόδι τούτη τη στιγμή έσχιζε, χωρίς παπάδες και ξεφτέρια, τα κύματα.

ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Πολύ καλά! ώρα καλή! το είπαμεν την πέμπτην. 'Σ την Ιουλιέταν πήγαινε, γυναίκα, πριν πλαγιάσης, κ' ειπέ της πότε γίνονται τα στεφανώματά της. — Καλήν σου νύκτα. — Φέρετε τον λύχνον μου επάνω! — Μα την ζωήν μου είν' αργά τόσον εξώρας είναι, ώστε κανένας κ' ενωρίς 'μπορεί να τ' ονομάση. Ο θάλαμος της Ιουλιέτας.

Κανένας κλέφτης 'σάν αυτός κόσμο δεν ξεγυμνώνει . . . — — Πώς τόνε λένε μάνα μου: — Τον λένε Κατσαντώνη· Μη σου ξεφύγη από τον νου το ένδοξο όνομά του. Ποτέ δεν επροσκύνησε τον Τούρκο.

Το πολύ να πω πως δεν υπόφερε το σπίτι μας από μεγάλο κακό, δεν ήρθε κανένας σεισμός να το πλακώση, κανένας δανειστής να βουλώση τις πόρτες του, δεν ήρθε πια κι ο χάρος να το ρημάξη. Τι θέλαμε άλλο; Τώρα που είτανε χήρα, τύλιξε η δύστυχη η μάννα μου το κεφάλι της με τη μαύρη τη μαγουλίκα, δούλευε στον αργαλειό, κ' έτσι ζούσαμε.

Τους κύτταζε και ποτέ δεν τον χόρταινεν η θέα τους. Πάντοτε κάτι νέο είχανε να του πούνε. Τώρα παρατηρούσε ότι αισθάνονταν την ευτυχία του νερού περισσότερο από τα καράβια, και στο πλέψιμό τους υπήρχε περισσότερη φυσικότητα από κείνα. Ακόμα έβλεπε τον ηδονισμό τους. Ερωμένη τους η θάλασσα που την απολαβαίνανε λίγη- λίγη, όπως γεύεται κανένας ρουφηξές-ρουφηξές το καλό κρασί.

Ο Αμπολβάρης, με το να είχε διάφορες υπηρεσίες να κάμη εις αυτήν την χώραν, ο Βεδρεδίν με τους ακολούθους του τον άφησαν και ήλθον εις την Δαμασκόν εις τον θρόνον του και αφού εξανάδωσε τες αξίες, που είχαν ο βεζύρης του, και ο Σεήφ Μολτούκ, τους είπε· τώρα ομολογώ και καταλαμβάνω καλώτατα, ότι δεν είναι κανένας άνθρωπος, ο οποίος να μην έχη τες θλίψες του· τα υποκείμενα τα πλέον ευτυχισμένα είναι εκείνα των οποίων τα βάσανα είναι πλέον υποφερτά· ας σταθούμεν απ' εδώ και εις το εξής ήσυχοι αν και οι τρεις μας δεν είμεθα τελείως ευτυχισμένοι ας στοχασθούμεν πως είναι πολλοί πλέον δυστυχέστεροι από ημάς.

Ίσως ποτέ κανένας πατέρας αυστηρός, αν πέσετε 'στα χέρια της κόρης του 'ντραπή, κι' ευθύς σας παραδώση 'στας φλόγας του πυρός, και 'στη σεμνή του κόρη αυτά τα λόγια 'πή: — Και συ τους κακοήθεις διαβάζεις ποιητάς; 'ντροπή αυτοί οι στίχοι ν' αρέσουν και 'στης κόραις· κατάρα 'στων ακάκων ψυχών τους στρεβλωτάς! διαφθορά εις όλα. . . ô tempora! ô mores!

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν