Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025


Του εγράφαμε και δεν απαντούσε· εξετάζαμε δεξιά και αριστερά και κανένας δεν ήξευρε ή δεν ήθελε να μας πη.

Σε ποιον να πη τον πόνο του; Άλλος καμπούρης δεν ήταν στο νησί. Τον έτρωγε το μαράζι τον Λαζαράκη. Συχαινότανε όλους τους ίσιους ανθρώπους. Κι' αν βρισκότανε κανένας να του πη: «Μωρέ θέλεις, Λαζαράκη, να σε κάνω ίσιο σαν τη λαμπάδα, να μη σε περγελάη ο κόσμος;» — «Όχι, αδελφούλη μου, θα του έλεγε.

Αφού λοιπόν εσηκώθηκε ο Φιλητάς και στάθηκε ορθός στο κάθισμά του, εδοκίμασε πρώτα αν φυσάνε καλά τα καλάμια· έπειτα αφού είδε, ότι ελεύθερα περνάει το φύσημα, άρχισε να φυσάη πολύ και δυνατά. Θα ενόμιζε κανένας πως ακούει φλογέρες, που επαίζανε μαζί· τόσο βούηζε το σφύριγμα. Και σιγά σιγά λιγοστεύοντας τη δύναμη, στο γλυκότερο εγύριζε το σκοπό.

Από πού ήρθε, πού γεννήθηκε, πού μεγάλωσε, πού ήτανε κρυμμένος τόσον καιρό, κανένας δεν ήξερε. Λέγανε κάποιοι πως ήτανε φθασμένος από κάποιο απόμερο χωριό, πως είχε περπατήσει μερόνυκτα σε βουνά και σε λαγκάδια, τρώγοντας άγρια χορτάρια και πίνοντας με τις φούχτες του νερό απ' τις ερημικές βρυσούλες.

Τόνειρό του, ο πόθος του, η λαχτάρα του είταν «η δόξα των Ρωμαίων», όπως γράφει κ' ένα νόμισμα . Πολέμησε χρόνια και χρόνια, να γίνη καίσαρας σωστός, να πάρη όλη την Ιταλία, να βασιλέψη πιώτερο μάλιστα στη Δύση παρά στην Ανατολή, κι αν τον κατηγορήση κανένας που είχε το νου του στη Ρώμη, αντίς να τον έχη στην Πόλη, που πήγε να ξολοθρέψη τους βαρβάρους της Ιταλίας, αντίς να συλλογιστή τους ασιατικούς βαρβάρους, αντίς να τους αφήση να δυναμώσουν κ' ίσως έτσι κατόπι να μας φέρη και τους Τούρκους, γιατί με τα χρήματα που πήγαν και με τους στρατούς που χαθήκανε, αφάνισε το Κράτος, ό τι κι αν πη κανένας, άδικα θα το πη, επειδής ο Ιουστινιανός δε φταίει, έτσι τα ήξερε, έτσι τάβλεπε, άλλο τότες οι αφτοκράτορες, από παιδιά που είτανε, δε μαθαίνανε παρά τη Ρώμη, που είταν η αληθινή τους, η μόνη τους η παράδοση, και στο δέκατο ακόμα τον αιώνα, ο Νικηφόρος ο Φωκάς θύμωνε με τα σωστά του, έλεγε τον πάπα κουτό και ζαβό, που τον καλούσε «βασιλέα των Ελλήνων», κι όχι, όπως έπρεπε, όπως είχε χρέος να τον πη «βασιλέα των Ρωμαίων

Μπορεί τόνομά του να δοξαστή, εκείνος μήτε το βλέπει. Τι θα την κάμη, τη δόξα; Του φτάνει να σας πη την ιδέα τουκαι σας τη λέει με πόθο και ζέσηκι όποιος διαβάση τα βιβλία του, νομίζει πως τον ακούει και μιλεί. Οι ελπίδες μου είναι μεγάλες. Θα μας βγη βέβαια μια μέρα κανένας τέτοιος ποιητής ή πεζογράφος.

Αλλ' αν σας 'δή και δούλος κανένας του Υψίστου, πολύ φοβούμαι μήπως του φέρετε σπασμούς, μη 'στην οργή σας στείλη του μαύρου Αντιχρίστου, κι' από το στόμα βγάλη βαρείς αφορισμούς. Μα ίσως και κανένας γενναίος πατριώτης από θυμό αφρίση και σκούξη δυνατά: — Οποίος της πατρίδος ανίερος προδότης τα όσια του έθνους θαρρεί για χωρατά.

Και πάρα πίσω ακόμα, τα ξακουστότερα του χωριού παλληκάρια, οπού συν τρία και συν τέσσερα μαζί κατέβαζαν στους στοιχειωμένους ώμους τους απάνου ολόβολα χάλαρα, ακέριους βαριοκομμένους βράχους. Εδώ θυμώνταν κανένας τους παλιούς αντρειωμένους των τραγουδιών, τους σαραντάπηχους των παραμυθιών. Κάπου κάπου σταμάταγαν για να ξανασάνουν και να συγκεντρωθούν.

Δε θα με λυπηθή και κανένας; Γίνεται να πεθάνω, που έχω τόσα να κάμω, που έχω τόσα στο νου μου; Όχι! τέτοιο άδικο πράμα δε γίνεται! Σηκώνουμαι και παλαίβω και σκοτώνω. Ο καταραμένος ο μουσαφίρης! Έχω δύναμη ακόμη. Νοιώθω πως έχω. Θα σηκωθώ. Να πεθάνη αφτός, μια πιστολιά και σώνει, να ησυχάσουμε όλοι. Να μπουν όλα σε τάξη. Αχ! να μπορούσα μόνο να κουνήσω το πόδι! Ή να σκοτωθώ, να τελειώση;

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ εισέρχεται αριστερόθεν Λοιπόν, γυναίκες, εύγε μας! είχαμε και δεν είχαμε το πράγμα το πιτύχαμε. Αλλά πετάχτε γρήγορα, για το θεό, τας χλαίνας μη σας ιδή κανένας. Βάλτε και τα παπούτσια σας και τα κορδόνια λύστε τα, και τα ραβδιά αφήστε τα. Και συ διόρθωσ' τες καλά.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν