United States or Angola ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΙΩΝ Εκείνος είνε καθαρός που τους εχθρούς σκοτώνει. ΠΥΘΙΑ Να μη το κάμης, κι' άκουσε εκείνο που σου λέγω. ΙΩΝ Λέγε! γιατί ό,τι ειπής εσύ θάνε καλά ειπωμένα. ΠΥΘΙΑ Βλέπεις αυτό το κάνιστρο που έχω στη μασχάλη; ΙΩΝ Βλέπω ένα κάνιστρο παληό με ρούχα τυλιγμένο. ΠΥΘΙΑ Σε τούτο σε παρέλαβα που ήσουν μωρό ακόμα. ΙΩΝ Τι λες; ο λόγος που άκουσα είνε για μένα νέος.

ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Εγέννησεν αρσενικό παιδί, και μη φοβάσαι. ΒΛΕΠΥΡΟΣ Ποιός; η Βουλή; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Όχι, καλέ• η φίλη μου που εγέννα. Μα η Βουλή μαζώχθηκε; ΒΛΕΠΥΡΟΣ Δεν στάχω ειπωμένα από τα χθες; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Θυμάμαι, ναι. ΒΛΕΠΥΡΟΣ Δεν έφθασε ως ταυτιά σου μία είδησις; ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Μα το Θεό, δεν ξέρω. . . ΒΛΕΠΥΡΟΣ Άιντε χάσου και κάτσε μάσσαγε σουπιές, που ξέρεις τι σου γίνεται.

Ο Θεός μόνο να μη του δώση το κακά που είδανε τα μάτια μου. Μαζί να ζήσουν και μαζί να πεθάνουν, να μην ιδούνε χωρισμό τα μάτια τους. Ο Μοναχάκης κατέβαζε τα μάτια του. — Δεν παντρεύομαι εγώ, πατέρα. Εγώ θα γηροκομήσω με το Κυρατσώ. Τώχομε ειπωμένα. Το Κυρατσώ, η μεγαλύτερή του αδελφή, χηρεμμένη από χρόνια, που τον είχε αναστήσει στα χέρια της, τον χάιδευε στην πλάτη.

Ένας τους στάθηκε στη μέση του δρόμου και κατάβρεξε τη σκόνη- Η Λιόλια στριμωγνόταν κοντά στο Νίκο-είχε βαρειά καρδιά. . . Όταν βγήκανε στου Μακρυγιάννη, τους έζωσε το πηχτό σκοτάδι κ' η ερημιά Κρύωνε η Λιόλια, έτρεμε η ψυχή της. . πήγαιν' ένα βήμα πιο πίσω απ’ το Νίκο τώρα. . . Δε μιλούσαν ολότελα : ό,τι είχανε να πουν, τόπανε στο χορό με τα μάτια τους. . κι αυτά πούχαν ειπωμένα, τώρα τους έκλειναν το στόμαόσο κοντεύανε σπίτι, ανάσαιναν πιο βαθιά κ' οι δυο τους, σα λαχανιασμένοι-ίσως νάτον απ’ τον ανήφορο και το πολύ τρεχιό ! Λίγο πριν να φθάσουνε στην πόρτα τους, καθώς ήτανε βουτηγμένοι στο σκοτάδι και στη βουνίσια μοναξιά, ο Νίκος έξαφνα, γύρισε, έπιασε τη Λιόλια απ’ το κεφάλι και τη φίλησε- . . Στην κάμαρη το καντήλι ήρεμο έφεγγε κ' έρριχνε μια γλυκειά θλίψη απάνω στο γαλάζιο ατλάζένιο πάπλωμα. . . Της Βεργινίας το πρόσωπο ήτονε γυρισμένο απ’ την άλλη μεριά.

Δε μίλησε η Λιόλια, μόν’ άρχισε πάλι να κλαίη σιγαλά. . . Την ώρα εκείνη φανερώνεται άξαφνα η γριά Κλητήραινα από πλάι να ρίξη μια ματιά μήπως και μπήκε κανείς απέξω να κλέψη. Της έγνεψε η παπλωματού της θειας Ελέγκως, με το μάτι, τάχα πως να μην πη τίποτα για όσα της είχε ειπωμένα.

Αφού δε τούτο είναι ούτω πως, τότε θα είναι πιθανώτερον σχεδόν ότι από το πρώτον της δημιουργίας προηγήθη άλλο πρώτον. Και λοιπόν ας δεχθώμεν ότι η αρχή της αρχής είναι ωραιοτέρα, και μας προβιβάζει ορθότατα εις τα υψηλότερα ζητήματα της σοφίας περί της γενέσεως των θεών. Ας δεχθώμεν ότι αυτά ορθώς είναι ειπωμένα. Εμπρός λοιπόν.