Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025
Δεν ήξεραν καλοσύνη, κ' έτσι δεν μπορούσανε να διούν αν και παρέξω απ' αφτούς δεν είταν καμιά ωραιότητα στον κόσμο, δεν μπορούσανε να τη χαρούνε — δε χαίρουνταν ωραιότητα καμιά, κ' έτσι τους είταν αδύνατο και να καταλάβουν τι είναι ωραίο και τι δεν είναι — δεν το καταλάβαιναν, κ' έτσι τους είτανε δύσκολο να προκόψουν και κείνοι· δεν πρόκοφταν, κ' έτσι δε μεγάλωναν και πολύ.
Εκείνη μαζεύοντας βούρλα έπλεκεν ακριδοπαγίδες· κ' έχοντας σε τούτο το νου της, παραμελούσε το κοπάδι. Εκείνος, αφού έκοφτε καλάμια ψιλά και τρυπούσε τα χωρίσματα στους κόμπους και τα κολλούσε τόνα με τάλλο με μαλακό κερί, γυμνάζονταν ως στο βράδυ να μάθη σουραύλι. Και καμιά φορά έπιναν γάλα και κρασί και μοιράζονταν τις θροφές πούφερναν από το σπίτι τους.
Ήτανε περικυκλωμένοι από καμιά πενηνταριά Αυτιάδες ολόγυμνους, ωπλισμένους με βέλη, ρόπαλα και μπαλτάδες από πέτρα. Μερικοί βάζανε να βράσει ένα μεγάλο καζάνι' άλλοι ετοιμάζανε σούβλες κι' όλοι τους φωνάζανε: — Είναι Ιησουίτης! ένας Ιησουίτης! Θα εκδικηθούμε, θα κάνουμε ωραίο τσιμπούσι! Φάμε τον Ιησουίτη! Φάμε τον Ιησουίτη!
Ψυχή, ψυχή ανυπόφερτη σ' του πάθου μου τη βράσι, Άφσ' το κορμάκι μου νεκρό να πάγη ν' αγαλλιάση. Αχ, έλα θάνατε γλυκέ τους πόνους μου να γιάνης, Τρέξε σ' εμένα γλήγορα, καμιά άργητα μη βάνεις. Ω θάνατε απάνθρωπε, γιατί δε με πληγώνεις, Κι' από παρόμια βάσανα γιατί δε με γλυτρόνεις; Βάρει με το κοντάρι σου, παρακαλώ σε Χάρε, Κι' αυτήν την άθλια μου ζωή, σπλαχνίσου με, και πάρε.
Περιττό ίσως ναναφερθή, πως πρωτοαίτιοι της επαναστατικής εκείνης αλλαγής της τέχνης από κινητή και ζωηρή σ' ακίνητη και κρυσταλλωμένη είταν οι ίδιοι οι Πατέρες, που έκαμαν ό,τι μπορούσανε για να μην πάρη ειδωλολατρική μορφή το πρόσωπο του Χριστού, και μάλιστα να μην πάρη μήτε καμιά μορφή, αφού κατά τα ιουδαϊκά φρονήματα η εικόνα είταν ειδωλολατρικό πράμα.
Μα αν την καρδιά του ίσως καμιά μαντολογιά δειλιάζει, καμιά αν του ξέρει η σεβαστή μητέρα του απ' το Δία, 795 μα ας στείλει εσένα, και μαζί ας βγει και τ' άλλο πλήθος των Μυρμιδόνων, μήπως δει μια στάλα φως τ' ασκέρι.
Είναι ο τόπος που στυλώνει τεράστια αγάλματα στις γυναίκες. Ο θετικός νους ο αμερικανισμός, αν αγαπάτε, της Μαρίας Μύρτου την κάνει να μην πολυκυνηγά μέσα στο δράμα καλλιτεχνικές πόζες ιδεολόγου ονειροπλέχτη ανίσως και καλά θυμούμαι. Είναι αλήθεια πως καμιά φορά σα να παθαίνη από κρούσματα κάποιας ρητορικής, που δε με πολυσυγκινεί· η ζέστα της αγάπης της μ' αρέσει, όχι της λογιοσύνης οι ροκέτες.
Ο βασιλεύς τώρα τι ιστορικά έχει; Φτάνει κανείς νάμαθε δυο ελληνικά στο σκολειό, για να δη αμέσως πως τέτοια κατάληξη — εφς — γιατί έτσι το λένε — δεν έχει καμιά ονομαστική στην αρχαία γλώσσα, πως φ και ς πλάγι πλάγι καμιά λέξη δε μας δείχνει. Μπας και μας δείχνει αραδιαστά φ και ς σήμερις η γλώσσα μας πουθενά; Διόλου. Μήτε κατάληξη — εφς στην ονομαστική, μήτε — φς — σε καμιά λέξη δεν έχει!
Σιμώστε... δε μου φταίτε εσείς, μου φταίει ο Αγαμέμνος 335 που για την κρινομάγουλη σάς στέλνει βρυσοπούλα. Μον έλα, θεογέννητε Πάτροκλε, βγάλ' την κόρη και δώσ' τη τους να τήνε παν. Κι' ας είναι αφτοί μαρτύροι μπρος στους αθάνατους θεούς και στους θνητούς αθρώπους και στο σκληρό το βασιλιά, αν καμιά μέρα πάλι 340 μ' έχουν ανάγκη απ' άσκημη λαχτάρα να γλιτώσω τα' ασκέρι.
Καμιά συγκίνηση δεν έδειχνε για τη ζωή που ξεψυχούσε γύρω του. Όταν όμως ηύρεσκε κανένα λιθαράκι, έφεγγε από χαρά. Τόπιανε απαλά και τρυφερά, το πάστρευε από τα χώματα, τώδειχνε στους σοφούς. Εκείνοι το καλοκύτταζαν, έδειχναν θαυμασμό, χαρά, έκπληξη. Φαίνονταν πως του λέγανε πολύ κολακευτικά λόγια. Τούτος φούσκωνε από περηφάνεια και με παιδιάτικη σαστιμάρα έρριχνε το ηύρεμα στον κόρφο του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν