Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Μαΐου 2025


Ανοιχτά τα μάτια κ' έβλεπα εμπρός μου παρθένα γαλαζοντυμένη, ολογέλαστη, δροσάτη να μου γνέφη από μακριά και να μου λέγει. — Έλα! Δεν έπιασα πλέον δουλειά. Εδοκίμασα να πάω στο περιβόλι, στο χωράφι, στο αμπέλι· όλα στενόχωρα σαν Κόλαση. Ο ίσκιος της κιτριάς μου εφάνηκε βαρύς και άνοστος· τα κλήματα με τους κόμπους συχαμερά σαν πόδια του αστακού. Τα οργώματα πρόστυχα.

Δίπλα επισοδρομούσαν οι στεριές καταπράσινες, έφευγαν τρεχάτες, έσβυναν στην απόστασι την ώρα που άλλες έβγαιναν εμπρός για να χαθούν κ' εκείνες και άλλες να φανερωθούν. Δέκα κόμπους έπαιρνε στην ώρα. Έβλεπα τα γερά της δεσίματα, το κομψό σκαφίδι, λαμπάδα τα κατάρτια, το γοργό τρέξιμο, τ' ορθοπλώρισμά της και την εκαμάρωνα. Δεν ήταν καλήτερο μπάρκο σε όλη τη σφαίρα!

Ο Θανάσης ο Βιόλας, που καθότανε σκυφτός, μετρώντας τους κόμπους του κομπολογιού του, σήκωσε άξαφνα το κεφάλι του και χαμογέλασε. — Τι θέλεις να μας πης, Γιαννιό; είπε. Μην τύχη κι' αγαπάη το Μαθιό το κορίτσι; Κάτι θα ξέρης του λόγου σου. Ο Μαθιός κοκκίνησε ως ταυτιά. — Δεν ξέρω ποιον αγαπάει! είπε. Την καρδιά της την ορίζει ν' αγαπήση όποιονε της αρέσει. Κανενός δεν πέφτει λόγος.

Εκείνη μαζεύοντας βούρλα έπλεκεν ακριδοπαγίδες· κ' έχοντας σε τούτο το νου της, παραμελούσε το κοπάδι. Εκείνος, αφού έκοφτε καλάμια ψιλά και τρυπούσε τα χωρίσματα στους κόμπους και τα κολλούσε τόνα με τάλλο με μαλακό κερί, γυμνάζονταν ως στο βράδυ να μάθη σουραύλι. Και καμιά φορά έπιναν γάλα και κρασί και μοιράζονταν τις θροφές πούφερναν από το σπίτι τους.

Κ' εκατέβαινε χοντρό, βαρύ, φουσκωμένο στο νερό, στρυμένο, αλύπητο το φοβερό σκοινί, στις ξεσαρκωμένες τις πλάτες τους, στους κόμπους, στους ώμους, στα μεριά, στα κωλομέρια, στα χέρια, στα πόδια, σε ξερά και σε χλωρά. Εσηκοκυλιόνταν αφτοί, έσκουζαν, εσπάραζαν, την πέτρα ράγιζαν από τους σκληρούς τους πόνους.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν