United States or Albania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Παραπλεύσαντες δε μέχρι της Αστάκου και αποβιβασθέντες εις το μέρος τούτο εισεχώρησαν εις τα μεσόγεια της Ακαρνανίας μετά τετρακοσίων οπλιτών Αθηναίων, οι οποίοι είχον εξέλθη από τα πλοία και τετρακοσίων Μεσσηνίων έδιωξαν εκ του Στράτου και των Κορόντων και των άλλων πόλεων όσους ενόμιζον ότι δεν ήσαν πιστοί· αποκατέστησαν δε εις τα Κόροντα τον Κύνητα τον υιόν του Θεολύτου και επέστρεψαν πάλιν εις τα πλοία, διότι δεν ενόμιζαν ότι ήτο δυνατόν να προσβάλουν εν καιρώ χειμώνος τους Οινιάδας, οι οποίοι μόνοι μεταξύ των Ακαρνάνων ήσαν αιώνιοι εχθροί των Αθηναίων.

Μα εγώ τον άξιο αντίκρυ στον Τυδέα θα τάξω, γυιό του Αστακού, την πύλη αυτή να διαφεντεύη, πολύ ευγενή και της Ντροπής τιμάει το θρόνο και τα περήφανα που εχρεύεται τα λόγια, αργός στα αισχρά -δειλός δε συνηθίζει να ’ναι° κ’ η ρίζα του απ’ των Σπαρτιατών βαστάει το γένος π’ άφησ’ ο Άρης ζωντανούς° στ’ αλήθεια ντόπιος ο Μελάνιππος° κι ο Άρης στους κύβους θα το δείξη.

Ολίγας ημέρας ύστερον, μίαν Κυριακήν περί τα τέλη Αυγούστου, ο Παρρήσης ο καλλιεργητής του σικυώνος, καλόκαρδος, άφροντις, μελαψός, με μακράν την φούνταν του φεσιού, κρεμαμένην επί του ώμου, και ο Λούκας ο εκμισθωτής της λίμνης, υψηλόκορμος, με μακρά σκέλη, με λινόχρουν τον μακρόν πέραν των ώτων μύστακα με αστακού βρασμένου τον χρώτα του προσώπου, είχαν καθίσει, καθώς πολύ συχνά το εσυνήθιζαν, «να το κλάψουν» ολίγον παρά το χείλος της λίμνης, υπό την δροσεράν αναδενδράδα, έξωθεν της καλύβης των.

Ανοιχτά τα μάτια κ' έβλεπα εμπρός μου παρθένα γαλαζοντυμένη, ολογέλαστη, δροσάτη να μου γνέφη από μακριά και να μου λέγει. — Έλα! Δεν έπιασα πλέον δουλειά. Εδοκίμασα να πάω στο περιβόλι, στο χωράφι, στο αμπέλι· όλα στενόχωρα σαν Κόλαση. Ο ίσκιος της κιτριάς μου εφάνηκε βαρύς και άνοστος· τα κλήματα με τους κόμπους συχαμερά σαν πόδια του αστακού. Τα οργώματα πρόστυχα.