Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 2 Ιουνίου 2025
— Τραβούμε, τραβούμε σφλόμο, μα λιανά τίποτα. — Τι λες και συ, Άγγουρε;.....που να ρημάξη το κεφάλι σου! — Χωρίς ρηγάλα δεν κάνουμε τίποτα. — Θέλουμε και προικιό. — ......Το τράχωμα, που λένε — Ημείς καλαμαράδες δεν είμαστε, να παίρνουμε λουφέ . . . . Κανένα μεγάλο συφέρο δεν έχουμε. Ας βγάλουν της μαύραις . . . .
— Θα πάρω το Σμαρώ γυναίκα μου. Τέλος όταν επέθανεν ο καπετάν Τραχήλης έγινε σύντροφος στη σκούνα ο Κάργας. Αλλά μόλις εκλείσαμε τα συμβόλαια εμπήκε μέσα διαφορετικός. — Το δοιάκι, λέγει, δε μ' αρέσει. — Μα γιατί ; — Έτσι· έχει κεφάλι φιδιού. Να το κάνουμε σκύλινο. — Μα τι σε πειράζει φίδι — σκυλί; Τη δουλειά του την κάνει. — Δεν την κάνει. Και φραπ! στη φωτιά το δοιάκι. Έκαμε σκύλινο.
Αδύνατο, λ χ., να πούμε κοπεύς και να το κάνουμε κοπιάς · σα να μην πολυταιριάζη. Κοπέας ίσως. Τέτοια είναι η δυσκολία κ' έτσι ό τι γίνεται σε μια γλώσσα, δε γίνεται σε μιαν άλλη. Ό τι γίνεται σ' έναν τόπο, δε γίνεται πάλε σε κάθε τόπο.
Πάμε, καημένη, να κάνουμε μετάνοιες και να θεμιάσουμε, η χάρη της Παναγιάς να μας φυλάη κι αυτή τη νύχτα. Η ίδια. Η Αρετούλα φαίνεται στο βάθος τον δρόμου μονάχη της με μαλλιά ξέπλεκα κι αμελημένα φορέματα. ΑΡΕΤOΥΛΑ, ύστερα ΔΕΣΠΩ, ΓΑΡΟΥΦΑΛΙΑ, ΠΕΡΜΑΘΙΩ, ΠΙΠΙΝΙΩ Αρετ. Όνειρο πρέπει να είνε, κι ως τόσο ψέμα δεν είνε! Να τος ο δρόμος μας, να την του σπιτιού μας η θύρα!
Και σηκώθηκε. Δρασκέλισε το λοφάκι πούκανε το κορμάκι της Λιόλιας κάτω απ’ το πάπλωμα. . και της έδωσε να πιή λίγο γάλα. Θα σου φέρω αύριο πάλι το γιατρό να δούμε τι θα κάνουμε ! της είπε τελευταίο. Έπειτα ξανάπεσε κι αποκοιμήθηκε στο λεφτό.
Πιστέβω πως το ρωμαίικο — ή σαν αγαπάτε κ' έτσι να το πήτε, δε με πειράζει — πιστέβω πως ο ελληνισμός έχει στη Μεσόγειο, εκεί κάτω, πρόσωπο να παίξη και πρόσωπο σπουδαίο και ξακουστό, το πρόσωπο του Πολιτισμού. Πρέπει, σα σημάνη η ώρα, έτοιμοι να είμαστε. Και γλήγορα να κάνουμε, γιατί πρώτο γνώρισμα του πολιτισμού είναι γλώσσα, κι όχι γλώσσα μισή, μα σωστή, δυνατή, εθνική γλώσσα.
— Κι είστε πολλές φαμελιές στο χωριό; — Το καλοκαίρι θάμαστε καμμιά δεκαπενταριά· τόρα το χειμώνα κατεβαίνουν κάτου στον κάμπο του Βραχωριού οι μισές. Άη!, που να καψοζήση άνθρωπος δω απάνω, σα δεν έχη το είνε του. — Και τόχετε το είνε σας γέροντα; — Να, καλαμποκάκι κι άγιος ο Θεός. Και σάματ' έχεις να το ψήσης κι' αυτό. Κάνουμε τηγανιές, αλεύρι και γουρνόξυγκο μέσα, κι ίσια που ρουπώνουμε.
— Έπειτ' από το τραπέζι να δώσουμε τον καφέ στο γραφείο σου· έτσι θα ιδούν όχι μόνο τη Δόξα μα και τάλλα ταρχαία· έτσι είνε φυσικώτερο· έ, δεν είνε ; — Βέβαια· παραδέχτηκε ο Αριστόδημος ημερώνοντας· μα θα γίνη· δε θα με γελάσης. — Να σε γελάσω! τι λες; Να ιδής που κ' εγώ έλεγα κάτι τέτοιο να τους κάνουμε, μα δεν ήξερα πώς. Καλά που το σκέφτηκες.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ Και θεούς δεν θάχης άλλους τώρα πλέον για λατρεία, παρά μόνο τους δικούς μας• δηλαδή αυτά τα τρία: χάος, γλώσσα και νεφέλες. ΧΟΡΟΣ Τώρα με θάρρος λέγε 'ς εμάς σαν μας θαυμάζης και μας τιμάς και θέλης άνθρωπος άξιος να ζήσης, πώς θα σε κάνουμε να ευτυχήσης;
— Μωρέ ναύτες που τους διάλεξα! εμουρμούριζεν εκείνος· ένας κ' ένας· Να χαθούν δε βρίσκονται σ' όλη τη γη!... Αμ δεν πάτε, καϋμένοι μου να φορέσετε φουστάνια! — Μα τι θες να κάνουμε; του λέγει ο Κράπας. — Τι να κάνετε; να παλαίψετε, μωρέ· να παλαίψετε! Σ' άρπαξε από τα πόδια ο Χάρος; πιάσε τον από το λαιμό... Θα σε πάρη — να σε πάρη παληκαρίσα. Όχι να σταυρώσης τα χέρια και να παραδοθής!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν