Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025


Και ηρίθμει: — Μια για το σπίτι με το φλουρί, μια για να την φωτίση ο παπάς τα Φώτα, μια για την κουμπάρα μ', μια για τον δάσκαλο. — Θέλ' κι' ου δάσκαλος βασ'λόπ'τα! Εμουρμούρισεν η Μιλάχρω. — Τι να τήνε κάμω τώρα! Εγόγγυζεν η ξένη γυνή, θεωρούσα την καείσαν βασιλόπητταν κατάμαυρην ως μουντζουρωμένην. — Είνε τώρα για κόσμο αυτή; — Μέρα που είνε, γίνονται και λάθη!

Είχα μίαν άκραν ανυπομονησίαν εις το να μάθω καμμίαν είδησιν διά την Γαντζάδα την οποίαν εγώ την αγαπούσα ακόμη· με όλον που δεν είχα αιτίαν να είμαι ευχαριστημένος με αυτήν με το να μου επιβουλευθή την ζωήν. Εβγήκα μίαν ημέρα από το σπήτι του Αμπίμπη, με στοχασμόν διά να κάμω κάθε τρόπον να μάθω καμμίαν είδησιν δι' αυτήν.

Ειμπορώ να το πω ενώπιόν της; Αν θυμώση; Αν λυπηθή; Αν αγριεύση; Η Αϊμά να αγριεύση; Η Αϊμά να θυμώση; Δεν ειμπορεί να θυμώση, αλλ' ειμπορεί να λυπηθή. Και τότε πώς θα την ικανοποιήσω; Είνε ποτε δυνατόν; Και την ζωήν μου όλην να θυσιάσω, και το αίμα μου να χύσω, δεν ειμπορώ να πληρώσω έν δάκρυ της. Αλλά τι λέγω; Δεν θα κάμω τίποτε. Είμαι εις απελπισίαν. Δεν είνε τόσον μεγάλη απελπισία.

Α αφέντη, του είπεν πού είμασθε, και εις τι κατάστασιν βλέπω τον εαυτόν μου; Τρισάθλιε, του απεκρίθη ο βεζύρης, ήξευρε ότι εγώ είμαι εκείνος, που σου επροξένησα τούτην την συμφοράν, και σε έφερα εδώ διά να σε έχω εις την εξουσίαν μου, και να σε κάμω να υποφέρης χίλια μαρτύρια, αν δεν μου φανερώσης τον θησαυρόν σου, και καθημερινώς θέλω εύρει νέες τυραννίες διά να σε κάμω να βαρεθής την ζωήν σου, αν δεν μου τον φανερώσης.

Του δίνω χαρούμενος τη μετάφραση, ρίχνει μια ματιά, δε μου την πετάει στο πρόσωπο, γιατί δεν τα συνηθίζουμε αφτά, μα μου πετάει τις φωνές, θυμωμένος· «Τη μετάφρασή σου, λέει, την έκαμες με το λεξικό. Δεν αξίζει!» — «Καλά, και πώς να την κάμω; Χωρίς λεξικό;» — «Έπρεπε να το συλλογιστής πρώτα λατινικά, ύστερα να το γράψης . Τότες, θα τόγραφες όπως πρέπει. Λεξικά εδώ δε χρειάζουνται

Και τώρα, πού να πάω; . . . Σαν έρθ' ο πατέρας σου; . . . Βασίλεψ' ο ήλιος . . . σουρούπωσε . . . θα νυχτώση. Η Μαρούσα εσκέφθη επί στιγμήν, είτα είπεν·Εγώ έχω μεγάλην υποχρέωσι 'σε λόγου σου, θεια Χαδούλα . . . Πώς να το ξεχάσω! — Θυμάσαι; είπεν ακουσίως μειδιώσα η γραία. — Και μπορώ να τ' αστοχήσω; . . . Ό,τι μπορέσω να κάμω, θα κάμω για σένα. — Ας είσαι καλά.

Η κυρά δεν ηθέλησε καθόλου να φανερωθή έμπροσθέν μας· αλλά όσον εδύνατο έστεκε κρυφά· μα καθώς αυτή μου είχε παραγγείλη ότι με κάθε τρόπον να κάμω διά να κρατήσω τον Ναμαράν και την νύκτα εκεί, έτσι δεν έλειψα που να τον κρατήσω με πολλές παρακάλεσες.

Κ' η Πηνελόπ' η φρόνιμηεκείνον αποκρίθη· «Παιδί μ', εις τόσην έπεσε το πνεύμα μου απορίαν, 105 ώστε ομιλία προς αυτόν ή ερώτησι να κάμω δεν δύναμ', ή το πρόσωπον εκείνου ν' αντικρύσω. και αν ο Οδυσσέας είναι καιτο σπίτι του έχει φθάσει, να γνωρισθούμ' είν' άσφαλτος ο τρόπος μεταξύ μας· κρυμμένα εις άλλους έχουμεεμάς γνωστά σημεία». 110

Κεδά; είπε με μισή φωνή. — Είντα μπορούμε να κάμωμε; Τούρκο με θέλει τούρκος θα γενώ. — Νουσουμπέτι να τουρθή! καταράστηκε η Σιφογιάννενα, αλλά και φρόντισε να χαμηλώση τη φωνή της. — Α δεν κάμω το θέλημά του, κατές είντα θα γενή. Με βαθύ αναστεναγμό η γυναίκα είπε: — Ω Χριστέ μου! Έπειτα: — Κείντα θα κάμης εδά; — Πρώτα πρώτα θα πάψω να λέωμαι Γιάννης και θα λέωμαι Τζαφέρης.

Δε θα με λυπηθή και κανένας; Γίνεται να πεθάνω, που έχω τόσα να κάμω, που έχω τόσα στο νου μου; Όχι! τέτοιο άδικο πράμα δε γίνεται! Σηκώνουμαι και παλαίβω και σκοτώνω. Ο καταραμένος ο μουσαφίρης! Έχω δύναμη ακόμη. Νοιώθω πως έχω. Θα σηκωθώ. Να πεθάνη αφτός, μια πιστολιά και σώνει, να ησυχάσουμε όλοι. Να μπουν όλα σε τάξη. Αχ! να μπορούσα μόνο να κουνήσω το πόδι! Ή να σκοτωθώ, να τελειώση;

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν