Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Μαΐου 2025


ΜΕΝ. Θα σου κάμω και αυτήν την χάριν διότι τι να κάμη κανείς όταν φίλος άνθρωπος τον παρακαλή; Λοιπόν θα σου ομιλήσω πρώτα περί της αποφάσεώς μου και της αφορμής της καθόδου μου.

Κατοικεί εις τον πύργον, ενώ εγώ κατοικώ εις το κουτί, και με άλλους εικοσιτέσσαρας μαζή! Δεν χωρεί και αυτή εις το κουτί. Αλλά θα πασχίσω να κάμω την γνωριμίαν της. Και εξηπλώθη μακρύς πλατύς οπίσω από μίαν ταμβακοθήκην, η οποία ήτο επάνω εις την τράπεζαν. Απ' εκεί έβλεπε με την ησυχίαν του την νόστιμην νέαν, η οποία έστεκεν ολονέν εις το έν της ποδάρι, χωρίς να φαίνεται ότι κουράζεται.

Εγώ ακούοντας αυτήν την ιστορίαν εγέλασα εις τον εαυτόν μου με τους ματαιόφρονας και απατεώνας Αστρολόγους και εφρόντισα με κάθε τρόπον να κρύψω το όνομά μου από εκείνον τον νέον διά να μη του προξενήσω φόβον θανάτου· προσεπάθησα μάλιστα να βγάλω ψεύστας τους Αστρολόγους, οι οποίοι επρόλεγαν ένα τοιούτον μάταιον πράγμα, που εγώ ούτε το εφανταζόμουν, μάλιστα ήμουν εντελώς ξένος από ταύτην την γνώμην και πώς ήτο δυνατόν να κάμω εγώ ένα τέτοιο παράνομον έργον;

Και οι Λιγειείς θα εβάδιζον προς τον Δούναβειν, διότι είναι αγαθός λαός, καίτοι εθνικός. Προς δε θα έφερα προς αυτούς το Ευαγγέλιον. Αλλά τούτο θα το κάμω αργότερα· όταν η Γαλλίνα επανέλθη πλησίον της Πομπωνίας, θα την παρακαλέσω να μου επιτρέψη να υπάγω να τους εύρω, επειδή ο Χριστός εγεννήθη πολύ μακράν και ούτε καν ήκουσα να γίνεται λόγος περί αυτού.

Ένα βράδυ, 'ς εκείνην την εποχή, ενώ εγύριζα από τον ελαιώνα, κ' επέρασα απ' την Αγία Αναστασία να κάμω τον σταυρό μου, και να ανάψω τα καντήλια, καθώς ενύχτωνε, άκουσα κάτι κρότους, μα κρότους παράξενους πολύ, 'ς εκείνο το διπλανό το χτίριο με τα μάρμαρα, που λένε πως είναι στοιχειωμένο . . . Πάλι μια νύχτα, έβλεπα στ' όνειρό μου πως βρισκόμουν στο ξωκκλήσι της Αγίας, κ' εκεί είδα τάχα ένα πράμμα παράξενο πολύ, να προβάλη και να βγη έξω και να κυλιστή, από κείνο το στοιχειωμένο χτίριο . . . Και μου εφάνη τάχα, πως ήρθ' ένα κορίτσι ώμορφο, μα ώμορφο πολύ, έλαμπε το πρόσωπό του, και μου έδωκε ένα λουλουδάκι, λευκό, μοσχομυρωδάτο, και μου είπε· «Να, δος το αυτό του γυιου σου, να μυριστή· είναι άνθος της Εδέμ». Έξαφνα, γυρίζει 'πίσω εκείνο το πράμμα, το παράξενο, το μαύρο και κατακόκκινο, που είχε πηδήσει από το χτίριο το παληό, γυρίζει πίσω θεριωμένο και ρίχνετ' επάνω μου κ' εζητούσε να μου αρπάξη απ' τα χέρια το λουλούδι που μου είχε δώσει η ώμορφη κοπέλλα, που φαίνεται να ήτον η Αγία Αναστασία . . . Στην ίδια στιγμή η Αγία φαίνεται πάλι, σαν νάβγαινε απ' την Αγία Πύλη του Ιερού, και μ' ένα κλωναράκι από βάιο που βαστούσε στα χέρια, δίνει μια και του κόφτει το χέρι, του τρισκατάρατου, που γύρευε να μου αρπάξη το λουλούδι . . . Αυτά είδα.

Πόσην χαράν μου επροξένησεν οπόταν εκατάλαβα την κλίσιν της αγαπημένης μου και από την αγαλλίασίν μου δεν ήξευρα τι χάιδια να της κάμω. Εις τούτο το αναμεταξύ ο Μουφάκ έκαμε κάθε ετοιμασίαν διά να εορτάση εκείνην την νύκτα τους γάμους, εις τους οποίους εκάλεσεν όλους τους συγγενείς του, και εχάρηκαν μεγάλως με χορούς, με λαλήματα και παιγνίδια διάφορα.

Μία πέτρα μεγάλη εκύλισεν έως εδώ από το βουνό από το λατομείον εκείνο, όπου βλέπεις τώρα να βγάζουν μάρμαρα, και μου έσπασε το πόδι· έχω ημέρες πολλές εις το στρώμα και κανείς δεν εσυλλογίσθη να έλθη να ερωτήση, αν χρειάζομαι τίποτε. . . — Και τι θέλεις να σου κάμω; απαντά με καλωσύνην η Φωτεινή. — Να σαρώσης, να στρώσης το κρεβάτι μου, ν' ανάψης φωτιά!

Κ' έκλεισε την ομιλία της με τα λόγια: — Μου φαίνεται πως στις μέρες μας οι άνθρωποι λησμονήσανε ναγαπούν. Έχουνε τόσες άλλες ένοιες. Όλα όσα μου έλεγε τώρα η γυναίκα μου με ξαφνίζανε. Γιατί σπάνια συνήθιζε να σκοτίζεται με τους άλλους όταν είτανε μαζί μου. Δοκίμασα να υπερασπιστώ την ανθρωπότητα, κατώρθωσα μάλιστα να την κάμω να παραδεχτή μερικές εξαίρεσες.

Αν θέλης όμως να ακούσης την συμβουλήν μου, να προτιμήσης, κανένα από τους νέους, καθώς τον Θεαίτητον απ' εδώ, ή και κανένα από τους άλλους, όποιος σου αρέσει. Ξένος. Φίλε Σωκράτη, μου είναι κάπως εντροπή, αφού πρώτην φοράν γνωριζόμεθα, να μη συνομιλήσω μαζί σας με συντόμους εκφράσεις, αλλά να αρχίσω μόνος ένα μακρόν μονόλογον, ωσάν διά να κάμω επίδειξιν.

Απόψε θα δέσουν η ράγες, και θα γλυκάνουν, και θα μαυρίσουν, και ταχιά τοταχύ θα πάρουμε τους τρυγολόγους να τρέξουμε στ' αμπέλι, να τρυγήσουμε, να τα κάμωμε κότσι-κότσι, τα σταφύλια, τα ξεκούδουνα, να τα πατήσουμε, να τα λυώσουμε, και θα κάμουμε μουστόπητες και πετμέζια και χίλιων λογιών καλά . . . και τότε, θα σου κάμω εγώ μια γρηά, ζαρωμένη, ίσα με το τηγάνι μεγάλη!

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν