Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Μαΐου 2025


Ο κύριος και η κυρία έκαναν το σταυρό τους. Άρχισαν ν' ανυπομονούν. Επί τέλους πότε θα βγη όξω! στο παράθυρο τουλάχιστο πότε θα προβάλη ; Σχεδόν εθύμωναν. Τι έκανε λοιπόν τόσες συμφωνίες; — Άκουσε, Ασημίνα. Αύριο δε θα σε χρειαστώ· της είπε τ' απομεσήμερο η κυρία της. Εμείς θα λείψουμε όλη την ημέρα. Μπορείς και συ, αν θες, να πας στις φίλες σου.

Καλά σου το λέει, ξενινιασμένε, είπε με θυμό η μάνα μου. Δεν πας όξω να βρης τσι σόγκαιρούς σου, μόνο κάθεσαι στο σπίτι με τσι γυναίκες, σα νάσαι κοπελιά; Δεν ντρέπεσαι μια ολιά! Όρμησα έξω, αλλά δεν πήγα μακριά· κιόταν σε λίγο έφευγε το Βαγγελιό, μείδε να κλαίω πίσ' από ένα δέντρο.

Κι' έπιασε εκείνη το ζυγό των διο του αλόγων κι' είπε «Α λίγο ο γιος του τούμιασε που γέννησε ο Τυδέας! 800 Ναί, εκείνος είταν μια μπουκιά κορμί, μα παλικάρι.

Αλλ' εάν οι προ ημών αναπτύξουν καλώς και ικανώς το θέμα, θ' αρκεσθώμεν εις τους λόγους αυτών. Εμπρός λοιπόν, ας αρχίση αισίως ο Φαίδρος εγκωμιάζων τον Έρωτα. Εις αυτά και όλοι οι άλλοι εσυμφώνησαν με τον Σωκράτη. Να σας ειπώ τόρα όλα όσα καθένας είπε, δεν είναι δυνατόν, διότι ούτε ο Αριστόδημος τα ενθυμείτο καλά, ούτ' εγώ εκράτησα εις τον νουν μου όλα όσα εκείνος μου διηγήθη.

Είπε και ανδρειά τον γέμισε τότε η Παλλάδ' Αθήνη· 520 και, άμ' ευχήθητου Διός την κόρη, του μεγάλου, ετίναξε και ακόντισε το μακρυό κοντάρι· και τον Ευπείθη κτύπησετο χάλκινό του κράνος· τ' ακόντι αυτό δεν κράτησε, και αντίκρυ βγήκ' η λόγχη· εκείνος χάμ' εβρόντησε κ' ηχήσαν τ' άρματά του. 525 τότ' ο Οδυσσέας ο λαμπρός υιός τουτους προμάχους πέσαν κ' εκτύπαν με σπαθιά και δίστομα μαχαίρια, και όλους θα τους ξολόθρευαν, κανείς να μη γυρίση, αλλ' η Αθήνη, του Διός αιγιδοφόρου η κόρη, φοβερήν έσυρε φωνήν κ' εκράτησε τα πλήθη· 530 «Ω Ιθακήσιοι, παύσατε τον φοβερόν αγώνα ογλήγορα, και αναίμακτα να χωρισθήτε πλέον».

Έφερα την γραφήν ευθύς εις τον Μαϊάρ, ο οποίος, αφού την ανέγνωσε, την εφίλησε και την έβαλε εις το κεφάλι του. Έπειτα εβγάζει δύο σακκούλες φλωριά και μου τα έδωσε, και παίρνοντάς τα έφερα της κυράς· αυτή μου έδωκε την μίαν σακκούλαν, και μου είπε.

Δεν είπε τίποτα ο φτωχός σε κανένα. Σε μια βραδεία έχυσε όλα του τα δάκρυα . . . Εκείνη δε θέλησε να την δη, μόνο έγεινε πολύ μελαγχολικός και ακοινώνητος. . . Αξαφνα μια πρωινή αποχαιρέτισε το μάστορή του κ' επήγε στο μοναστήρι. Την απλή αυτή ιστορία λίγοι την ήξευραν. Ο αδελφός Άνθιμος εσχετίσθηκε ευθύς με τον παππά Συνέσιο.

Μου είπε κρυφάτο αυτί: — Πάρε την, κουζούμ· πάρε την, κουζούμ. Κουζούμ, πάρε την. Θα με θυμάσαι! Ήτο από αγνόν χρυσίον όλη. Υπήγαν εις αδαμαντοπώλην επίσημον και την εδοκίμασαν. Χρυσίον εικοσιτεσσάρων καρατιών. — Έχω εγώ το μέσον να την πωλήσω, κουζούμ. Αλλά θέλω να την πάρης εσύ. Ξέρεις τίποτε, κουζούμ; εψιθύρισε κρυφά εις το ους του Λαλεμήτρου ο Εβραίος. Ήτανε μέσα σε δικά σας άγια πράγματα.

Ποιος ξέρει, γιατρέ, τι μελετάει η Μοίρα; Ίσως ένα ξαναγέννημα, ένα ξανάνθισμα, ένα θαύμα .. . ΜΙΣΤΡΑΣΜην αφίνεις να σε σέρνη η φαντασία σου. Το καλύτερο πούχεις να κάνης είναι να φύγης με το πρωινό βαπόρι. Να φύγης το γρηγορώτερο . . . ΣΚΗΝΗ ΟΓΔΟΗ Οι παραπάνω Μ-ΑΡΓΥΡΗΣ Είμαστε για ταξίδι πάλι; ΦΛΕΡΗΣΌχι. Ποιος είπε για ταξίδι; Τι θέλεις πάλι εσύ εδώ στη μέση;

Εις τας ερωτήσεις του δε απεκρίθη η Πυθία τα εξής· «Ω Βάττε, ήλθες διά την φωνήν σου, αλλ' ο άναξ Φοίβος Απόλλων σε πέμπει οικιστήν εις την πολλά πρόβατα τρέφουσαν Λιβύαν·» ως να έλεγεν Ελληνιστί· «Ω βασιλεύ, ήλθες διά την φωνήν σουΕκείνος δε είπε τα εξής· «Ω άναξ, εγώ μεν ήλθον διά να σε ερωτήσω περί της φωνής μου, συ δε με διατάττεις πράγματα αδύνατα· με λέγεις να αποικίσω την Λιβύαν, αλλά με ποίαν δύναμιν, με ποία μέσαΜε όλους όμως τούτους τους λόγους δεν έπειθε τον θεόν να δώση εις αυτόν άλλην απόκρισιν· και επειδή εξηκολούθει να ακούη τον αυτόν χρησμόν ως πρότερον, αφήσας όλα ο Βάττος επέστρεψεν εις την Θήραν.

Λέξη Της Ημέρας

γλαυκοπαίζουν

Άλλοι Ψάχνουν