Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 9 Ιουνίου 2025
Μέσ' 'ς τη λάσπη και τη βροχή τρέχα ν' αγοράζης γάντια και να πιάνης αμάξι! Α! δεν θα γείνω κ' εγώ αφέντης καμμιά φορά! Ο Κύριος Παρδαλός εισέρχεται εις τον κοιτώνα τον, και προσπαθεί να ενδυθή. Αλλά τούτο είνε αδύνατον, διότι η εύσωμος σύζυγός του έχει πλήρες το δωμάτιον εσθήτων, μεσοφορίων, μανδηλίων, στηθοδέσμων και πάσης της πολυμόρφου συσκευής του γυναικείου ιματισμού.
Δεν διέφυγα τον θάνατον υπό την μορφήν αυτήν ειμή διά να υποστώ κάτι χειρότερον από θάνατον, υπό την μορφήν άλλης αγωνίας. Με την ιδέαν αυτήν, έστρεψα τα ανήσυχα μάτια μου επάνω εις τους σιδηρούς τοίχους της φυλακής. Πασιφανώς κάτι εξαιρετικόν, κάποια σπουδαία μεταβολή, την οποίαν δεν ηδυνήθην ν' αντιληφθώ σαφώς κατ' αρχάς, επήλθεν εις το δωμάτιον.
Τα παιδία λαβόντα έν άλλο κηρίον ετράπησαν προς το υπερώον, όπου είχον το δωμάτιόν των, ο δε πατήρ αυτών, κύψας εις την κλίμακα εφώνησε· — Θοδωρή! — Ορίστε, αφέντη! — Πήγαινε να πιάσης έν αμάξι . . . μετά μισήν ώραν! — Πες του να περάση και από της Λιζιέ, να μου πάρη ένα ζευγάρι γάντια . . . επτάμισυ αριθμό, άσπρα! εφώνησεν εκ του δωματίου της η κυρία Ευφροσύνη.
Ποσάκις την επεσκέφθην μικρός, ποσάκις ενταύθα μ' εκάθησεν επί των γονάτων του ο γέρων Γιάννης και εχόρτασε με τα εκλεκτότερα του κήπου προϊόντα την παιδικήν όρεξίν μου ! Το δωμάτιον ήτο σκοτεινόν, αλλ' ήκουα την ηχηράν αναπνοήν του κοιμωμένου γέροντος. Επλησίασα προς αυτόν ακροποδητί. Εφοβούμην μη εξυπνήση πριν με αναγνωρίση και ήθελα να προλάβω τον τρόμον του.
Διαταγή του θεού ήτο και υπήκουσεν ο υιός του Αγαμέμνονος και σπεύσας από το Άργος εισήλθεν εις το δωμάτιον της Κλυταιμνήστρας, ως φονεύς της μητέρας του. Ω θεέ Φοίβε, πώς να πιστεύσω όλα αυτά; Πόσαι Ελληνίδες γυναίκες συνώδευσαν στενάζουσαι την απώλειαν τον παιδιών των, και πόσαι άφησαν το σπίτι των διευθυνόμεναι προς άλλον σύζυγον!
ΜΑΙΚΗΝΑΣ. Καθόσον δύναμαι να κρίνω περί της πορείας, θα φθάσωμεν προ υμών εις το όρος, Λέπιδε. ΛΕΠΙΔΟΣ. Η οδός σας είνε συντομωτέρα· τα σχέδιά μου θα με αναγκάσουν να λοξοδρομήσω, και θα με προσπεράσετε κατά δύο ημερών δρόμον. ΜΑΙΚΗΝΑΣ και ΑΓΡΙΠΠΑΣ. Σου ευχόμεθα καλήν επιτυχίαν. ΛΕΠΙΔΟΣ. Χαίρετε. Αλεξάνδρεια. — Δωμάτιον εν τοις ανακτόροις.
Ανελθόντες εις το υπερώον διεσταυρώσαμεν, βαδίζοντες κατά την αυτήν σειράν ο είς κατόπιν του άλλου, αίθουσαν ευρυτάτην, πλήρη επίπλων παλαιών, και εισήλθομεν εις δωμάτιον σκοτεινόν, του οποίου τας τρεις πλευράς κατείχε σοφάς τουρκικός.
— Δεν πιστεύω να το ειξεύρη, απήντησεν ο Σκούντας. Αλλά δείξατε μοι, παρακαλώ, το δωμάτιόν της. — Αυτή είνε κλεισμένη μέσα, είπεν η Βεάτη. Τι την θέλεις; Πώς την ζητείς; — Είνε κλεισμένη; επανέλαβεν ο Σκούντας. Και δεν εξέρχεται ποτέ; — Εγώ δεν την έχω ιδεί ακόμα, είπεν η Βεάτη. — Δεν την έχεις ιδεί; Λοιπόν είνε φυλακωμένη; — Την είδα από την κλειδότρυπα μόνον, είπε μηχανικώς η Βεάτη.
Και τότε νέα ανυπομονησία με κατέλαβεν: — ο θόρυβος αυτός, αν τον ήκουε κανείς γείτονας! Η ώρα του γέροντος ήχησε. Με ένα μεγάλο ούρλιασμα απεκάλυψα το φαναράκι και επήδηοα εις το δωμάτιον. Δεν έβγαλε παρά μίαν κραυγήν, παρά μίαν μόνην. Σε μια στιγμή τον έρριψα κάτω, τον εθρυμμάτισα ρίψας επάνω του όλον το βάρος της κλίνης. Τότε εγέλασα εύθυμα, βλέποντας ότι ήρχισε το έργον.
— Το έμαθεν από τον αδελφόν της, είπεν ο Σκούντας. Αλλ' ειπέτε μοι, εις ποίον δωμάτιον κατοικεί αυτή; — Έχει λοιπόν και αδελφόν; επανέλαβεν η Βεάτη. Και πώς την άφησε να την πάρουν; — Είνε ανόητος, ως φαίνεται, είπεν ο Σκούντας. Εις ποίον μέρος του μοναστηρίου ευρίσκεται το δωμάτιόν της; — Και ειξεύρει ο Τρανταχτής με ποίον σκοπόν την έφεραν εδώ; εξηκολούθησε να ερωτά η Βεάτη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν