Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Σεπτεμβρίου 2025
Μα άμα είδε όλο το μέρος ρημαγμένο σαν να τα είχε κάμει αυτά εχτρός κουρσάρος, εξέσκιζε αμέσως τα ρούχα του και με φωνή δυνατή έκραζε τους θεούς· ως που κ' η Μυρτάλη, αφίνοντας ό,τι κρατούσε στα χέρια της, έτρεχεν έξω, κι ο Δάφνης βάνοντας μπροστά τα γίδια, εγύρισε πίσω· κι όταν τα είδαν εφώναζαν και φωνάζοντας έκλαιαν.
Και τούδωσεν ένα φιλί γλυκύ σαν μέλι, που αυτό προ πάντων τον έκαμε να συνέλθη. Από τέτοιο κίνδυνο λοιπόν εγλύτωσε ο Δάφνης.
Κι ο Δάφνης, αν και διψούσε, έπινε αργά για να νοιώθη από την άργητα πιο πολλή ευχαρίστηση. Το τραπέζι γλήγορα άδειασεν από ψωμιά και κρέατα· και καθούμενοι ακόμη τον ερωτούσανε για τη Μυρτάλη και το Δάμωνα και τους εκαλοτύχιζαν πως θα έχουν τέτοιονε γεροκόμο· κι ο Δάφνης εχαιρόταν που άκουγε η Χλόη τα παινέματα.
Τούτος όμως είναι μικρός και άτριχος σαν γυναίκα και μελαψός σαν λύκος. Βόσκει τράγους και βρωμάει τρομερά. Είναι και φτωχός ώστε να μη μπορή να θρέψη μήτε σκυλί. Κι' αν, καθώς λένε, τον εβύζαξε και γίδα, δεν ξεχωρίζει καθόλου από γίδι. Αυτά και τέτοια είπε ο Δόρκωνας· κ' ύστερα ο Δάφνης τούτα: — Εμένα με ανάθρεψε γίδα καθώς τον Δία.
Κι όταν από όλ' αυτά έγιναν πιο ζεστοί και πιο ζωηροί, αρχίζουνε να μαλώνουνε σαν ερωτευμένοι και σε λίγο κατάντησαν και στους όρκους. Ο Δάφνης λοιπόν, αφού πήγε κάτω από το πεύκο, ορκίστηκε στον Πάνα να μη ζήση ποτέ μονάχος μήτε μια μέρα δίχως τη Χλόη. Κ' η Χλόη αφού μπήκε στη σπηλιά ορκίστηκε στις Νύμφες, ότι θα ζήση και θα πεθάνη μαζί με το Δάφνη.
Χωρίς να υποψιαστή τίποτε από τα μελλούμενα ο Δάφνης, αμέσως σηκόνεται κι αφού επήρε την αγκλίτσα του, ακολουθούσε τη Λυκαίνιο· κι αυτή τον έφερνε όσο μπορούσε μακριά από τη Χλόη κι όταν εφτάσανε στο πιο δασό μέρος κι αφού τον παρακάλεσε να καθίσουνε κοντά σε μια πηγή, του είπε: — Αγαπάς, Δάφνη, τη Χλόη· κι αυτό το έμαθα εγώ τη νύχτα από τις Νύμφες.
Την αντιγράφω εδώ: «20 του Μάρτη 1831. Ο Γκαίτε επάνω στο δείπνο μου είπε, πως τις ημέρες αυτές εδιάβασε το βιβλίο «Δάφνης και Χλόη.» — Είναι τόσο όμορφο το ποίημα, είπε, ώστε στους άθλιους καιρούς όπου ζούμε δε μας είναι βολετό να κρατήσουμε την εσωτερική εντύπωση, που μας δίνει· και κάθε φορά, που το ξαναδιαβάζει κανείς, δοκιμάζει και καινούργιο πάντα σάστιμα.
Και καθώς ο τράγος ξέφευγε κ' εκείνος τον κυνηγούσε με θυμό, δεν έβλεπαν καλά μπροστά τους κ' έτσι πέφτουν κ' οι δυο μέσα σε λάκκο· πρώτα ο τράγος κ' ύστερα ο Δάφνης. Αυτό όμως έσωσε το Δάφνη, επειδή ο τράγος του στάθηκε σαν στήριγμα στο πέσιμο. Ο Δάφνης λοιπόν κλαίοντας περίμενε μήπως θα ερχότανε κανένας να τον τραβήξη.
Η γυνή μόνον όταν δεν θέλει δεν απατά τον άνδρα· σπουδαίον μόνον είνε το πώς να μη θέλη. Δεν είνε τόσον αυτοκτονία το να φονεύης εκουσίως το άτομόν σου, όσον το να καταβιβάζης αυτό κατωτέρω της αξίας του. Όπου βλέπεις στέφανον δάφνης, αμφίβαλε· όπου βλέπεις ακάνθινον στέφανον, πίστευε· περισσοτέραι άκανθαι έστεψαν την αληθή δόξαν, παρά δάφναι. Τα ελευθέρια ήθη είνε οι φρουροί των αυστηρών.
ΞΟΥΘΟΣ Καλά• όσα χρειάζονται να μάθω, τάχω μάθη• πηγαίνω μέσα στο ναό• γιατί, καθώς ακούω, άνοιξε στο ναό μπροστά χρηστήριο κοινό για κάθε ξένο• και 'ς αυτή την ευτυχή τη μέρα, θέλω κ' εγώ του Απόλλωνος το μάντεμα να πάρω. Και συ, γυναίκα, στους βωμούς κοντά, κλωνάρια δάφνης παίρνοντας, παρακάλεσε, για ν' αποχτήσουμε παιδί, ναν' οι χρησμοί καλόμοιροι, που απ' το ναό θα φέρω.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν