United States or Ecuador ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και η πεντάμορφη η Λενιώ ήτανε κόρη της, μια φορά κ' έναν καιρό, της κυραΣτάθαινας. Τώρα το σπίτι το μεγάλο, με τα ψηλά τα παραθύρια και τα μαρμαρένια τα θεμέλια, το πήραν οι μούτσοι του καπετάνΣτάθη. Ο καπετάνΣτάθης ο κουρσάρος πάει σύξυλος στα κύματα της Μπαρμπαριάς. Και η πεντάμορφη η Λενιώ χάθηκε από τον πόνο της αγάπηςμια φορά κ' έναν καιρό.

Και τέλος κου! κου!. κου!.. πλάκωνε βαρυπατώντας ο κόκκορας — ο κόκκορας ο κουρσάρος κι ο δαμαστής όλης της γειτονιάς. Κ' ήταν σε όλα του αξιόπρεπος· στη στάση του, στο βάδισμα, στο λάλημα και στη ματιά του. Ακόμα στο φαγί του τέτοιος φαινότανε. Δεν έδειχνε πείνα ούτε αχορταγιά. Ταπ! ταπ! ερράμφιζε τ' αραποσίτι κ' έπειτα ψήλωνε το κεφάλι του και βίγλιζε την τάξη στους υποταχτικούς του.

Έδειχνε γροθιά στη στεριά, γροθιά στον άνεμο πίσω του· γροθιά στο κύμα που εκαβαλίκευε το ξύλο, έγδυνε το κατάστρωμα κουρσάρος ακαταγώνιστος. Δυο φορές έσυρε το χέρι στο στυλέτο· πάλι το έρριξε κάτω νεκρό. — Ωχ θε μου! είπε βαρυστενάζοντας· πνίξε με να μην κριματίσω. Άξαφνα όμως ο Γιώργης ετινάχθηκε ολόρθος κ' έπεσεν απάνω στο τιμόνι με όλη του τη δύναμι.

Μα άμα είδε όλο το μέρος ρημαγμένο σαν να τα είχε κάμει αυτά εχτρός κουρσάρος, εξέσκιζε αμέσως τα ρούχα του και με φωνή δυνατή έκραζε τους θεούς· ως που κ' η Μυρτάλη, αφίνοντας ό,τι κρατούσε στα χέρια της, έτρεχεν έξω, κι ο Δάφνης βάνοντας μπροστά τα γίδια, εγύρισε πίσω· κι όταν τα είδαν εφώναζαν και φωνάζοντας έκλαιαν.

Οι φόνοι και τα κρίματα έπλεξαν τρίχινον πλοκό και δεν αφίνουν την ψυχή να διαβή στον κόσμο της αναπαύσεως. Φορτωμένη με χοντρές αλυσίδες σκλάβα σέρνεται στους τόπους που εκριμάτισε, θρηνολογή και δέρνεται βαρύγνωμη και αλύτρωτη πάντα. Με το βουργιάλι στην πλάτη και στο χέρι το ραβδί γυρίζει ο κουρσάρος τα τρίστρατα φάσμα σκυθρωπό και αμίλητο.