Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Ιουνίου 2025
— Άφησε, Βούγκο, να βάλη γνώσι η παληόστριγλα. Χμου! Γρου!... — Δεν την λυπάσαι, πατέρα; — Μίαν οργυιά γλώσσα μου πετά έξω από το στόμα η πανούκλα. Γρου! Κμρου!... — Πατέρα, δεν σου είπε τίποτε· σε ηρώτησε πού επήγες, είπεν ο Βούγκος. Πειράζει αυτό; — Αυτή η λώβα θα μ' ερωτήση πού πήγα; Είπεν ο Πρωτόγυφτος. — Και ποίος θέλεις να σ' ερωτήση; — Δεν είνε δουλειά της ν' ανακατόνεται. Γρου!
Ωμιλούσε διά τα ρούχα της, διά τα έπιπλά της, τα οποία είχεν ακουμβημένα προσωρινώς εις ένα σπήτι, και θα πάη να τα πάρη, και πού να τα βάλη, και πού να τα κουβαλά... και θα φύγη αύριον διά ταξίδι... Τα ίδια επεβεβαίωνε και ο «εξάδελφος» της ο Βαγγέλης.
Είναι και του Πόρτιου, του Μέρσιου, του Σομαβέρα· είναι τα διάφορα ιδιωτικά γλωσσάρια που βρίσκουνται σκορπισμένα ή σε γλωσσολογικές μελέτες ή σε συλλογές. Ο λόγος είναι να τα μαζώξη κανείς και να τα βάλη όλα σ' ένα σώμα. Πρέπει πολλοί σοφοί μαζί ναρχίσουν τη δουλειά, για να καταφέρουν τέτοιο έργο. Ένας δε φτάνει. Χρειάζεται νακολουθήση κανείς κ' ένα σύστημα μεθοδικό.
Και όσο επερνούσαν ημέρες, εμεγάλωνε η αγάπη. . . Μα πώς να κάμη; Να μιλήση του μαστόρου του ο ίδιος, ή να βάλη κανέναν άλλονε; Είχε αυτά στο νου του, όταν τ' αφεντικό του τον έστειλε ν' αγοράση πετζιά και άλλα χρήσιμα του μαγαζιού. Έμεινε ο Αντώνης στην ξενιτειά ένα μήνα και σαν εγύρισε, ευρήκε τη λατρευτή του πανδρεμμένη . . . Είχε στεφανωθή, μια βδομάδα πριν, ένα θαλασσινό.
Τώρα τελευταία ήλθα στη βρύση και ηύρα μίαν νεάνιδα υπηρέτριαν ήτις είχε βάλει το σταμνί της εις το τελευταίον σκαλοπάτι και εκύτταζε τριγύρω μήπως ήρχετο καμμία φιλενάδα της διά να την βοηθήση να το βάλη στο κεφάλι της. Κατέβην, και την εκύτταξα κατάματα. Να σε βοηθήσω, κορίτσι μου! της είπα. — Αυτή κατακοκκίνησε. Κύριέ μου, είπεν, ευχαρίστως! Ετοίμασε το στεφάνι της, και εγώ την εβοήθησα.
Μα τους απαγόρευε και την καλλιτεχνία. Του κάκου διαμαρτυρήθηκε ο Μεγάλος ο Γρηγόριος σ' έναν από τους «Στηλιτευτικούς» του. Αντίς να καλλιτερεύη με τον καιρό, χεροτέρευε· κέρδιζε ο φανατισμός κ' έχανε η φιλοσοφία. Κατάντησε τέλος να βάλη νόμο που ανάγκαζε τους Χριστιανούς να πλερώσουν αποζημίωση για όσους ναούς χαλάσανε στον καιρό του Κωσταντίου ή και πριν ακόμα.
Οι δραγάτες οι αρβανίτες κ' οι φυλαχτάδες των μπέηδων και των αγάδων της Καραβατιάς, όλοι εκεί συναπαντώνταν κ' έλεγαν τα σκηπετάρικά τους. Άσε την Πρωτομαγιά και τέτιες άλλες χρονιάρικες μέρες, οπού δεν είχενε πού να βάλη τον κόσμο να κάτση 'ςτόν καφενέ του ο Αζώηρος. Εκόντευαν κάποτε να ξυπνήσουν μέσα του και να ξανανάψουν τα παλιά όνειρα κ' οι σβεσμένοι πόθοι για ν' αρχοντέψη και με τον καφενέ.
Ωμολόγησε, ναι, διηγήθη με κάποιαν ευχαρίστηση και ευτυχία της αναμνήσεως, ότι το πάθος προς την κυρία του κάθε μέρα αύξανε μέσα του, ότι επί τέλους δεν ήξευρε τι να κάμη, πώς να εκφρασθή, πού να βάλη το κεφάλι του.
Πλάκωσαν το λοιπόν αυτές όλες -που δεν πατούσαν το πόδι τους καμμιά τους στο σπίτι της Λιόλιας κ' ήρθαν τώρα τάχατες να φανούνε χρήσιμες κι αυτές σε μιαν περίσταση, γιατί πού ξέρεις πως τα φέρνει ο Θεός καμμιά φορά και σου χρειάζεται κ' εσένα η βοήθεια ταλλουνού! και πέσανε μελίσσι πάνω απ’ το παιδί: Μοίρες να το μοιράνουν, εκεί που τόχε πάρει η Κερά Γιώργαινα πάλι στα χέρια της να το ξεφασκιώση, να του βάλη λίγο γλυκοπόδιο και καινούργιο βαμπάκι πούχε φέρει απ' το σπίτι κ' έλεγαν πια η καθεμιά το μακρύ της και το κοντό της : Χριστέ μου ! για παιδί.
Πρέπει να έμεινε κάτω και να δίνη προσταγές στην κουζίνα. Θα πήγε να βάλη γνώση του μάγερα, να μην το παρακάμνη στο μέτρημα. Αρετές γυρεύει από το μάγερα, που μήτε σ' αγαπητικό της δεν μπορεί να τις ανακάλυψε. Κ' ίσως μήτε στον άντρα της, αν, καθώς υποψιάστηκα, εμπορεύεται κι αυτός στα πολιτικά. Κοίταξε ως τόσο τι όμορφα τάχει συγυρισμένα τα έπιπλά της.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν