Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025
ΗΘΟΠΟΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΑΣ Τριάντα κύκλους κλειδωτούς ως τώρα έχει χαράξη ολόγυρα 'ς την σφαίραν μας ο Φοίβος με τ' αμάξι, και τριάντα φοραίς δώδεκα φεγγάρια με την ξένην λάμψιν τριάντα εφώτισαν φοραίς την οικουμένην, αφ' ότου ο πόθος ταις καρδιαίς, ο Υμέναιος τα χέρια, μ' άγιον μας ένωσαν δεσμόν, 'πού ευλόγησαν τ' αστέρια.
'Σάν από μέθη, ζάλη, Τρικλίζει ο πύργος τρεις φοραίς και μέσ' 'ςτά 'μεσουράνια Τινάζεται 'σάν σύγνεφο, και φέρνει εκεί κουρμπάνια Τους γέρους τον Μεσολογγιού και των Τουρκών τ' ασκέρια Απ' τη μεγάλη αναλαμπή λάμπουν βουνά κι' αστέρια! Το Μεσολόγγι η χαραυγή τωύρε ταχιά πεσμένο, Κ' είδε το μισοφέγγαρο 'ςτά τείχηα του στημένο.
Κατεβαίνει, πηγαίνει στο πηγάδι, ποτίζει τα λουλούδια και ενώ το γλυκό άρωμα από τις βιόλες ανακατεύεται με την αψιά μυρωδιά του φλόμου, τα πρώτα αστέρια ανεβαίνουν πάνω από το Βουνό. Η Λία πάει να καθίσει ψηλά στη σκάλα, με το χέρι στην τριχιά και τα μάτια καρφωμένα στο μισοσκόταδο. Η Νοέμι την θυμόταν πάντοτε έτσι, όπως την είδε την τελευταία φορά περνώντας πλάι της για να πάει για ύπνο.
Που γλυκοφέγγουν η κορφαίς, μαυρολογούν οι λόγγοι, Που το φεγγάρι χάνεται, που αχνίζουνε τ' αστέρια, Κι' ο λαμπερός ο Αυγερινός μονάχα τρεμουλιάζει, Που πέφτει τ' ουρανού η δροσιά και λούζει τα λουλούδια, Που ανοίγουν τα τριαντάφυλλα κ' η δάφναις ανασαίνουν, Κ' η ανθισμένη αγράπελη από το βράχο σκύβει Να ιδή 'ςτο ρέμμα τ' αυλακιού την τρυφερή ωμορφιά της.
Ως που τ' αστέρια τ' ουρανού το μεσονύχτι δείχνουν, Και τότες οι χοροί χαλνούν, σκορπάν οι δουλευτάδες. Στρώνουν για στρώματα κλαδιά κι' αποσταμένοι γέρνουν. Κ' εκεί που σβύνονται η φωτιές έρμες ανάρια ανάρια, Το νυχτοπούλι τ' άγρυπνο γλυκά τους νανουρίζει, Ως που να σκάση ο αυγερινός, που θα ξυπνήσουν πάλι, Πάλι στο έργο τους να μπουν, στον ζηλεμμένον τρύγο.
Και μια φαρμακωμένη αυγή μώρχετ' ένας δικός της, Και παίρνει το κοπάδι της και πάει κι' αυτός και φεύγει Ακαρτεράω ακόμα εγώ, ναρθή μια μέρα η κόρη, Για να της πω το ντέρτι μου, τον πόνο της αγάπης. Είπα 'ς τ' αστέρια τ' ουρανού, 'ς της νύχτας το φεγγάρι, 'Στον ήλιο τον χρυσόλαμπρο, 'ςτ' αηδόνια και 'ςτ' αγέρι Να μου την φέρουν μιαν αυγή, και δεν μ' ακούει κανένα.
Ανάβρισε το γέλοιο τρανταχτό, βαρύ, σαρκαστικό από τα φτωχά στήθη του. Και είδεν ο Λαχτάρας σκελετωμένο χέρι ν' απλώνη απάνω του, να τον σηκώνει πούπουλο στον ώμο. Αισθάνθηκε παλμόν· είδε τ' αστέρια κινούμενα επάνω του σαν γοργοκάραβα με τα πανιά γεμάτα. Πού πάνε τ' αστροκάραβα με τα πανιά γεμάτα; Στο κούρσο πάνε. Στο κούρσο και το αίμα τρέχει και αυτός.
Λίγο- λίγο πάλι εκείνη η χρυσή λίμνη έγινε χάλκινη κι' η χάλκινη μολυβένια, τ' αστέρια άρχισαν ν' ανάβουν ένα-ένα στον ουρανό, κ' η Νύχτα αγκάλιασε τον Κόσμο στα κοταμέλανα φτερά της. Τότε ο Φετάνης γυρίζει και λέγει του Λέντζου, που έρχονταν από πίσω τραγουδώντας: — Έλα να καβαλλικέψης εσύ, γιατί μ' άφησ' ο πόνος. Σταμάτησε το μουλάρι, ξεκαβαλλήκεψε, και καβαλλήκεψε ο Λέντζος.
Τ' αστέρια μέσ' 'ς τα σύγνεφα κρύβουνε ταις θωριαίς τους, Και κλαίγει τώρα ο ουρανός πώλαμπε 'σάν ζαφείρι. Βγαίνουν. 'Μπροστά-'μπροστά κινούν τα γυναικόπαιδά τους, Και 'πίσω-'πίσω η λυβεντιά ζωμένοι τάρματά τους. Απ' ταις γυναίκες κι' απ' ταις νηαίς, νηαίς 'σάν Μαϊού λουλούδια, Πολλαίς τ' αντρίκια εντύθηκαν και πάνε...με τραγούδια!
Να τόνε κλαιν τα μάτια της, να τον φιλούν' τα χείληα!! Νάτην, αρχίζει η &έξοδος&. 'Ξυπνούν' του οχτρού τ' ασκέρια, Και η φωναίς κι ο αλαλαγμός ακούγονται 'ς τ' αστέρια. Όσοι γλυτώσαν, γλύτωσαν. Τους άλλους σκοτωμένους Μέσα 'ς τα Τούρκικα κορμιά, αγνώριστους, θαμμένους, Θε να τους κλάψη αύριο η αυγή με τη δροσιά της.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν