Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Ιουνίου 2025


ΙΟΕΣ. Αυτό λοιπόν, Λυσία, ήτον η αφορμή του θυμού σου; Ο νέος που εκοιμάτο μαζή μου ήτο αυτή, η Πυθιάς. ΠΥΘ. Μην του το λες, Ιόεσσα. ΙΟΕΣ. Γιατί να μην του το πω; Ήτον η Πυθιάς, καλέ μου• την είχα καλέση να κοιμηθούμε μαζή, διότι δεν είχες έρθη και ήμουν στενοχωρημένη. ΛΥΣ. Η Πυθίας είχε τα μαλλιά της κομμένα σύρριζα και εντός έξ ημερών εμεγάλωσαν και έγιναν πάλι τόσα;

Η ξωτικές λυούν τους πλεκτούς χορούς των Και χάνονταιτα ρέμματα, κι' οπίσω τους αχούς των Ακόμ' αντιλαλούν η οχθιές. Απ' όλες μια μονάχη Είδε την κόρη οπώκλαιγε και την ρωτάει τι νάχη. Τον μυστικό τον πόνο της η κόρη φανερώνει. — Βασιλοπούλα, άδικα κλαις· γεφύρι δεν στεριώνει. Ούτε θεμέλιο σταίνεταιτον Άσπρο, μα τα μάτια μας, Κόρη αν δεν έρθη απάρθενη σκλάβα μέσ' 'ς τα παλάτια μας.

Κι ως τόσο μύριους και μύριους ζωντανοθαμμένους να ονειρεύεσαι, αρίθμητους πλακωμένους και να βογκούνε, πάλε δε θα σου παρασταίνουν το βογκητό της καρδιάς μου. Αχ Κωσταντάκη μου, Κωσταντάκη! Έφυγες, και πια δε θα ξανάρθης στη μάννα σου. Έρμη την αφήκες και δίχως παιδί στο πλευρό της. Τρέλλα, τρέλλα με πιάνει! Ας έρθη κι ας με πάρ' η τρέλλα στα τετράνοιχτά της φτερά, κι ας με σύρη στανάθεμα!

ΕΡΜΟΓΕΝΗΣ. Ποιος είτανε του λόγου του; Διαταγή να του ανοίξουν είχεν από πρόσωπο σπουδαίο. . . Αρχή σου κάνω πάντα να μου κουβεντιάσης, μα συ δεν βγάζεις τσιμουδιά!. . . Η βάσις λέει της υγείας είν' ο ύπνος. 'Μένα με ταράζει Η αγρυπνιά ως βλέπεις. Ξέρε το. . . Από μαράζι θε να πάω, άρχοντά μου Όταν έρθη κι' η σειρά μου. Χτυπούν την πόρτα πάλι. Ξύπνησε, μωρή πέρδικα, και πήγαινε ν' ανοίξης. . .

Φθάνει που είναι τόσα χρόνια έρημο και ξένο, ας μην έρθη και στο χωριό του να του φανή πως δεν έχει κανέναν εις τον κόσμο, που να φυλάγη τον ερχομό του. Σαν επλάγιαζα, σ' έβλεπα στον ύπνο μου, και μ' εφαίνετο πως άκουα την φωνή σου, κ' εσηκωνόμουν και άνοιγα την θύρα: ήλθες, παιδί μου; — Ήταν ο αγέρας, που σβυντζίνιζε στον δρόμο. Και έτσι ξημέρωνε, και έτσι βράδυαζε.

Τάλλα τα μαθαίνετε από την ίδια σαν έρθη. Και ξεκίνησε ο Μυλόρδος κατά το αγαπημένο του το Καστρί.

Και δεν μου τραγουδάς γλυκά, πόνους, φλογέρα, χύνεις! Μια μέρ' αυτή πάειτο χωριό.. Σαν έλειψε απ' εμπρός μου Σκοτείνιασ' ουρανός και γη, ανατολή και δύσι. Κ' έννοιωοα τότε αβάσταχτον, πάρα βαρύν τον πόνο. Με συνεπήρε η φλόγα του και πέρασ' απ' τον νου μου Σαν έρθη η κόρη την αυγή να της το μολογήσω... Περνούν τρεις μέραις, τρεις χρονιαίς για εμέ, και δεν εφάνη.

Άμα έρθη ο καιρός και δυναμώσουμε, εγώ τον γκρεμίζω τον όχτο όπως τον σήκωσα... Δεν κατάλαβες, λέω, μωρ' αδερφέ, του πρόσθεσε μαλακώτερα, πως τα δίκαια είν' ένας λόγος μονάχα!.. Ο Αριστόδημος κατάπιε τη θλίψη του και δεν είπε τίποτα. Ένας λόγος ναι, ένας λόγος· μα κάποτε και σημαντικός!.. . Ο Δημητράκης έπειτ' από τον όχτο έσκαψε πέρα για πέρα την αυλή.

Κι α μώρθη, γυιέ μου, θάνατος, κι α μώρθη, γυιέ μου, αρρώστια, Κι αν τύχη πίκρα για χαρά, ποιος θα μου τηνε φέρη;„ Το Θιό της έβαλ' εγγυτή και τους Αγιούς Μαρτύρους, Αν τύχη κ' έρθη θάνατος, αν τύχη κ' έρθη αρρώστια, Κι αν έρθη πίκρα για χαρά, να πάη να τηνε φέρη.

Και ενώ σιγοπλέουν, εξακολουθούν την περί των αρχαίων βαλανείων ομιλίαν. Εν μέσω του θορύβου των λουσμένων ακούεται και μια παιδική φωνή, η οποία ερωτά: — Αν έρθη τώρα μπαμπά ο καρχαρίας, πώς θα το καταλάβω; — Θα το καταλάβης όταν θα σε καταπίνη. — Και σα με καταπιή, τι θα γίνω; — θα γίνης... θα γίνης... Καλλίτερα να μη σε καταπιή, γιατί αν σε καταπιή μούντσωσ' τα!

Λέξη Της Ημέρας

βουλιάξω

Άλλοι Ψάχνουν