United States or Bhutan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είνε η ψυχή της σκλαβωμένης γενιάς μας· ο Μερκούριος Μπούας. Ένας σίφουνας που αν φύσαγε καταδώθε, θα σάρωνε για μιας το Χαγάνο και τη γενιά του. Μα δεν ήταν θέλημα Θεού. Τράβηξε κατά τη Δύση και στήριξε μιαν αλάκερη αυτοκρατορία με τη λόγχη του. — Αλλοίμονο! εμουρμούρισε ο Δημητράκης δακρύζοντας. — Ναι, αλλοίμονο και τρισαλλοί! έχεις δίκιο να κλαις· μα και να βλέπης πρέπει· είπε η κόρη σοβαρά.

Μπέλλα, πότε θάρθη; Και τα μάτια της Μπέλλας εγέμιζαν δάκρυα. Και ο ασθενής επρόσθετε. Μην κλαις· θάρθη χωρίς άλλο. Δυο τρεις ημέρας κατόπιν, τον εμετάλαβαν και μία γαλήνη υπερκόσμιος εξωράισε το κάτισχνον πρόσωπόν του. Περιέφερε το βλέμμα εδώ κ' εκεί, εκινούσε τα χείλη, ωσάν κάτι να ήθελε να ειπή, όταν έξαφνα διεδόθη ότι ένα καράβι είχεν αράξη στον Τούρλο.

Η ξωτικές λυούν τους πλεκτούς χορούς των Και χάνονταιτα ρέμματα, κι' οπίσω τους αχούς των Ακόμ' αντιλαλούν η οχθιές. Απ' όλες μια μονάχη Είδε την κόρη οπώκλαιγε και την ρωτάει τι νάχη. Τον μυστικό τον πόνο της η κόρη φανερώνει. — Βασιλοπούλα, άδικα κλαις· γεφύρι δεν στεριώνει. Ούτε θεμέλιο σταίνεταιτον Άσπρο, μα τα μάτια μας, Κόρη αν δεν έρθη απάρθενη σκλάβα μέσ' 'ς τα παλάτια μας.