United States or Serbia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είναι ήσυχος άνθρωπος, κανένα δε θέλει να κακοκαρδίσει, δεν πολυανακατεύεται στα μαλώματα και στους θυμούς των χωριανών, και χαίρεται σαν του φιλούν το χέρι. Ο Δεσπότης θα περάσει μια φορά το χρόνο και θα λειτουργήσει. Μετά το Ευαγγέλιο «κηρύττει τον λόγον του Θεού» με λόγια που κανένας ίσως δεν τα καταλαβαίνει.

Μιαν αυγήτην Τετράδη ας πούμεπέθανε ο Αντρέας ο Ευμορφόπουλος· και πέθανε κάπως ευχαριστημένος. Λέω κάπως, γιατί σ' αυτόν και στη γενιά του δεν ήταν φυσικό να βλέπη με καλό μάτι το θάνατο. Α, όλα κι όλα! Γάμους θες, παιγνίδια, μαλώματα, δουλειάμάλιστα. Θάνατο με θάνατο μην τον μολογάς. Μα πού ρωτάει ο Χάρος! Άρπαξε το γέρο από τα μαλλιά και τον γκρέμισε κάτω.

Πολλές φορές έμπαιναν και στο χωριό, ανακατώνονταν στα σπίτια, σε χαρά και σε λύπη, σε γάμους και τραπέζια, σε πανηγύρια, ακόμα και στα μαλώματα. Όλοι την ήξεραν την Ελπίδα κι όλοι την καλοδέχονταν. Μικροί μεγάλοι την αγαπούσαν· φτωχοί και πλούσιοι την είχαν πάσα ημέρα στα χείλη τους. Μια τέτοια ζωή άλλαξε σημαντικά το Δημητράκη. Η κόρη με τ' απλά λόγια της, ξύπνησε μέσα του κάποια νέα σκέψη.

Πάντα με το καλό θέλει κυβέρνημα. Ύστερ' από το θάνατο της μακαρίτισσας της μητέρας του, έχει απάνου της ένα αιώνιο φόβο, ένα παντοτεινό τρόμο, κάποια νευρικότητα στα κινήματά της, στα φερσίματά της, ακόμα και στη σκέψη της. Λοιπόν τ' άγρια μαλώματά σου, περισσότερο κακό μπορεί να της κάμουν παρά καλό. Αχ, η καημένη η κόρη μου, η αξέχαστη μου η κόρη, αυτό μου έλεγε πάντα όταν ζούσε.

Μα να! ο φουρτουνοκράτης γιος μ' οργίστηκε του Κρόνου. 375 που σε μαλώματα άκαρπα με ρήχνει και διχόνιες· που για μια νια πιαστήκαμε εγώ κι' ο Αχιλέας με λόγια δυνατά, κι' εγώ πρωτάρχισα την έχτρα. Μα αν πάλε οι διο μονιάσουμε κάναν καιρό, μια μέρα δε θενά αργήσει η συφορά τους Τρώες να πλακώσει. 380 Τώρα να φάτε σύρτε εφτύς κι' ας μπούμε στο κοντάρι.

«Φιλήματα απ' εδώ, αγκαλιάσματα απ' εκεί, αναγαλλιάσματα από τούτη τη μεριά, γέλοια από εκείνη, σταυρόνονταν κάθε στιγμή σ' εκείνο το χαρούμενο πανηγύρι, που εγώ είμουν αιτία και κέντρο. «Στην τιμημένη και ποθητή μας Πατρίδα, η Ξενιτειά τα συμπαθάει όλα. Ζήλιες, διαφορές, μαλώματα κι' έχτρες, τα λυόνει όλα η Ξενιτειά, σαν πως λυόνει η νοτιά το χιόνι.

Ομοίως εις πάσαν συνάντησίν της με τον Μανώλην κατεγίνετο συστηματικώς πλέον να τον πείση ότι δεν έπρεπε να επιμένη εις τας προσπαθείας του διά την θυγατέρα της. — Και να τηνε πάρης είντα να τήνε κάμης σα δε θέλει; Όλη σας τη ζωή θα περάσετε με γρίνιες και μαλώματα. Κ' εγώ ήλεα να τήνε πάρης και χίλιες φορές τση μίλησα και τήνε συργούλεψα.

Τη μάννα εγώ περικαλώ, καθώς κι' αφτή το νιώθει, νάναι καλή και μαλακιά με τον πατέρα Δία, μην πιάσει τα μαλώματα ξανά, και μας χαλάσει κι' εμάς το φαγοπότι μας. Γιατί μπορεί, σα θέλει, 580 να μας πετάξει απ' τα θρονιά ο κεραβνοτινάχτης του Κρόνου γιός· τι είναι πολύ πιο δυνατός απ' όλους. Μα εσύ με λόγια μαλακά καλόπιανέ τον, μάννα, και τότε εφτύς πονετικό θαν τόνε δεις μαζί μας

Τρεις πόλεμοι εμφύλιοι από αέρος λόγια, Μοντέκη εξ αιτίας σου, — κ' εσένα Καπουλέτε, — την ησυχίαν τρεις φοραίς ετάραξαν της χώρας, κ' ηνάγκασαν τους γέροντας κατοίκους της Βερώνας, ν' αφήσουν τα ειρηνικά στολίδια που τους πρέπουν, και με κοντάρια παλαιά κ' ειρηνοσκουριασμένατα γηρασμένα χέρια των, να θέλουν να χωρίσουν την σκουριασμένην έχθραν σας! — Εάν συμβή και πάλιν τους δρόμους να ταράξετε με τα μαλώματά σας, της ταραχής η πληρωμή θα είν' η κεφαλή σας!

Ο έρωτας, να έχη τόσην γλύκαν, και τέτοιος τύραννος σκληρός όπου χωθή να είναι! ΡΩΜΑΙΟΣ Αλλοίμονον! Ο Έρωτας κι’ αν με δεμένα 'μάτια όπου θελήση να χωθή, ευρίσκει μονοπάτια! Πού θα γευθής; — Τι έπαθαν κ' επολεμούσαν πάλιν; Αλλ' όμως μη μου το ειπής, διότι το γνωρίζω. Ω! είν' εδώ μίσος πολύ και περισσή αγάπη! Αγάπη με μαλώματα! Ερωτευμένον μίσος! Ω! Κάτι, απ' το Τίποτε αρχή αρχή πλασμένον!