Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Ιουνίου 2025


Οι κύριοι ό,τι και να πουν έχουν δίκιο· είπε τέλος κυττάζοντας τον Αριστόδημο· είνε σοφοί, είνε και ξένοι· δυο πράματα που τους δίνουν δικαίωμα να σκέφτωνται πολύ διαφορετικά από μας. Αν αύριο έρθη πάλε ο Χαγάνος ή όποιος άλλος και μας πάρη το χτήμα και το σπίτι, τι θα χάσουν οι κύριοι; — Τα βιβλία μας! — Τα βιβλία μας! γιατί; Είνε τόσο δικά μας, όσο και δικά τους· ανήκουν σ' όλον τον κόσμο.

Οι ξένοι τόσο θα θαμπωθούν, που μόνοι τους θα μας δώσουν την πατρογονική κληρονομιά μας.... — Ω! δυστυχία μας! έβγαλε δυνατή φωνή η κυρά Πανώρια. Και πιάνοντας το κεφάλι με τα δυο της χέρια, έτρεξε στην πόρτα, βγήκε από το δωμάτιο, κράζοντας με όλη της τη δύναμη, σα να ζητούσε βοήθεια·Δημητράκη, Δημητράκη! χαθήκαμε! Ο Άλταης ο Χαγάνος ξύπνησε τ' απομεσήμερο με πολλή κακή διάθεση.

Η πρεσβεία λοιπόν απέτυχε του σκοπού· αλλ' εξ άλλου απέβη ωφέλιμος εις τους πολιορκουμένους διά την εξής αιτίαν: Ενόησαν ότι ο Χαγάνος συνεννοείτο μετά των εις Χαλκηδόνα Περσών και ότι οι Πέρσαι απεσταλμένοι έμελλαν να μεταβούν από το στρατόπεδον των πολιορκητών εις Χρυσούπολιν.

Μωρέ! φώναξε ο Χαγάνος, ανατριχιάζοντας από κείνο το κύτταγμα. Πίστεψε πως βρέθηκε πίσω, σε καιρούς που έμαθε από παιδί να τους φοβάται.

Και κάθε φορά που τέλειωνε ο στίχος, το γέρικο αντρόγυνο έβγαζε κάποιο στέναγμα βαθύ κι ατέλειωτο, λες κι ανάσαινε ο Κάτου κόσμος. — Ωχωχ! ωιμένανε!... Γύρω στη νεκρή κάθονταν οι τρανοί ένας κ' ένας. Ο Χαγάνος με το γιο του· ο Βασίλης ο Ζάρακας, ο Μήτρος ο Γλάμης κι ο Θεομίσητος. Ανάμεσά τους κάθονταν ο Περαχώρας κι ο Γκενεβέζος και πίσω απ' το Δημητράκη, σκυφτός προς την Ελπίδα ο Αλαμάνος.

Όχι να περάση μα ούτε να ιδή μπορούσε τώρα ο Χαγάνος. Έδωκεπήρε με το κιάλι και τέλος το πέταξε στα μούτρα του δούλου του. Ο θυμός έβραζε στα στήθη του. Πίσω από τα κυπαρίσσια ο Θεομίσητος έκανε φοβερή δουλειά. Ισοτράφισε τα σύνορα· φύτεψε αμπέλι, έσπειρε σιτάρι, έχτισε λινό κ' επλακόστρωσε αλώνια σαν καλός νοικοκύρης. Σφήνα εμπήκε κ' ήθελε να χωρίση στα δυο τ' αρχοντικό.

Τίποτα· είπε ο Χαγάνος με σοβαρή χερονομία· πήγαινε γρήγορα για να μη μ' ιδής άξαφνα μέσα στο δικό σου. Και του γύρισε τις πλάτες. Εκείνος κατάλαβε. Όταν ο αφέντης θυμώνη, ο δούλος σκύβει και προσκυνά. Το είχε προπατορικό του αξίωμα. Έβγαλε βαθύ στεναγμό, σύρθηκε ως την πόρτα, σήκωσε το παραπέτασμα κ' έφυγε. Μα η ανησυχία δεν άφινε ακόμα τον αφέντη.

Ο Χαγάνος απέδωκε την πρεσβείαν του Γεωργίου εις απελπισίαν των πολιορκουμένων. Διά να επισπεύση την παράδοσιν της πόλεως εδιπλασίασε τας προσπαθείας του. Έθεσεν εις κίνησιν πάλιν τον στρατόν και τας πολιορκητικάς μηχανάς του, και επί δέκα κατά συνέχειαν ημέρας δεν έπαυσαν αι κατά των τειχών της βασιλευούσης έφοδοί του.

Μα έβγαινε από κείνο το σακκί κάποια ψυχή άπλαστη κι αράθυμη. Όσο τον πρόσεχε ο Χαγάνος τόσο ανησυχούσε. Ο Θεομίσητος ήταν απαράλλαχτος με το χωριάτη που είδε στ' όνειρό του. Μα τι περίεργο! Ανησυχούσε όχι όμως και πολύ· του φαινόταν πως έβλεπε συγγενή του. Ήταν έτοιμος να του σφίξη το χέρι, να τον αγκαλιάση σαν αδερφό. Θυμήθηκε όμως την πράξη του και τον κυρίεψε ο θυμός.

Συγχρόνως από της Μαύρης θαλάσσης ήλθεν άπειρον πλήθος πειρατικών πλοίων, των οποίων επέβαιναν Σλαύοι εκ των συμμάχων του Χαγάνου. Είχε δε ο Χαγάνος και πολιορκητικάς μηχανάς και 12 ξυλίνους πύργους.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν