Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025
Έτσι είπε και την έστειλε, σαν που κι' αφτή ποθούσε. Κι' όμια με λάκρα οργιόφτερη τρανόφωνη, οχ τα ύψη 350 κάτου πετάει μέσα απ' το φως την ώρα που οι Αργίτες παντού στον κάμπο τ' άρματα φορούσαν του πολέμου. Κι' έσταξε αθάνατο νερό μες στ' Αχιλιά τα στήθια, που πείνα πια κακόριστη να μην τον τρεμοβλάψει, απέ στ' ακίνητου γονιού ξανά το στέριο πύργο 355 φέβγει,
Και κάτου τότες έπαιρναν οι Δαναοί να φάνε στο πόδι· κι' άμα απόφαγαν, φορούσαν τ' άρματά τους. Αντίκρυ πάλε οπλίζουνταν μες στο καστρί κι' οι Τρώες· 55 πιο λίγοι, κι' έτσι όμως να παν στη μάχη λαχταρούσαν σφιχτή απ' ανάγκη, μη χαθούν τα τέρια, τα παιδιά τους. Κι' όλες οι πόρτες άνοιξαν, κι' όλοι, πεζούρα αμάξια, χύθηκαν όξω, και βουή σηκώθηκε μεγάλη.
Κ' έβγαιναν τον ανήφορο οι Αγγλογάλλοι, πλήθος πολύ, καβαλλαρία, Δραγώνοι τους λέγανε, και φαντάροι, που φορούσαν κάτι πουτούρια και τους λέγανε Ζουάβους· κι' άλλοι με κατακόκκινες γιακέταις, κάτι φοβεροί, θεόρατοι, άνδρες ως 'κεί 'πάνω, με άντζες γυμνές, που φορούσαν κάτι σαν φουστανέλλες· κ' έβγαιναν κατά την πλατέα κ' εφοβέριζαν τον Όθωνα.
Μεγάλην εξέφρασεν έκπληξιν η γειτόνισσα, το Ζερμπινιώ, ιδούσα τη ημέρα των Χριστουγέννων του 187 . . . την θειά-Αχτίτσα φορούσαν καινουργή μανδήλαν, και τον Γέρο και την Πατρώνα με καθαρά υποκαμισάκια και με νέα πέδιλα.
Κρατημένες απ' το χέρι η δυο αδερφές πήγαιναν κάτω απ' τα δένδρα. Φορούσαν δυο καπέλλα φορτωμένα με μια φριχτήν άνοιξη από πανί που έρριχνεν άνθη και καρπούς στα γηρατειά των. Τα ίδια καπέλλα, τα ίδια λουλούδια, ούτε ένα λιγώτερο — τόσο ήταν αγαπημένες. Η ίδιες ρυτίδες — τόσο ήταν αγαπημένες!
Αφτοί φορούσαν τ' άρματα στου Δομενιά τριγύρω· αφτός σαν άγριο ατρόμητος καπρί μ' ομπρός τους πρώτους, πίσω ο Μηριόνης τους στερνούς του γκάρδιωνε ανομάτους.
Τον έσερναν τρεις Αρβανίτες δραγάτες, από κείνους που παίρνουν πάντα μεράδι στα πανηγύρια και στους γάμους των χωριών που βρίσκονται, φορτωμένοι με τες βαριές κάπες τους, με διπλές αρμαθιές φουσέκια απάνω στα στήθια σε τόπο σταυρωτού που φορούσαν μια φορά οι κλέφτες, με ζευγάρι πιστόλες μαλαμοκαπνισμένες στο σελιάχι και με καινούρια τουφέκια μαρτίνι στους ώμους τους.
Καλά κάμετε να μας καλέσετε. Όσο έλειπα από την Πόλη, θυμούμαι που διάβαζα συχνά στα δημοτικά μας παραμύθια για βασιλοπούλες που φορούσαν τον ουρανό με τάστρα, τη θάλασσα με τα ψάρια και τη γις με τα λουλούδια. Δεν μπορούσα να καταλάβω τι είταν αφτές οι τρεις φορεσιές.
Άσπριζε η εξοχή από τ' άσπρα μαντήλια των κοριτσιών που φορούσαν στο κεφάλι για τον ήλιο, έφερνε στα φτερά του το μυρωμένο αγέρι στιχάκια αγάπης και καημού από τα τραγούδια των τρυγητών: Ψηλά την χτίζεις τη φωλιά και θα λυγίση ο κλώνος και θα σου φύγη το πουλί και θα σου μείνη ο πόνος...
Μα οι πέτσες που φορούσαν τις γούνες, ένα πράμα μυρίστηκαν, πως έρχεται κάποτες και ξένη βοήθεια. Αν με καλορωτήσης, θα σου πω πως αυτός ο &Φιλελληvισμός&, χωρίς να το θέλη, μας έκαμε μεγάλο κακό· μας έκαμε να προσμένουμε απ' αλλουνούς τη δουλειά μας.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν