United States or Slovakia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σ' εκείνον ο πολύγνωμος απάντησε Οδυσσέας· «Σίγα, τον νουν σου κράτησε, μηδέ ποσώς ερώτα· τούτος ο τρόπος των θεών κατοίκων του Ολύμπου· αλλ' άμε συ ν' αναπαυθής, και αυτού θα μείνω μόνος, 'ς ταις δούλαις, 'ς την μητέρα σου, και άλλην να δώσω αιτία· 45 θα μ' εξετάσηόλ' αυτή μες το παράπονό της».

Ε πόσο δα θα ευφρανθή ο Πρίαμος, κ' οι υιοί του, Και θα χαρούν πάρα πολλά κι' οι άλλοι Τρωαδίτες, Αν μάθουν όλα τούτα σας, και ότι πολεμηέσθε Εσείς των Δαναών οι πρώτ' εις ταις βουλαίς και μάχαις. Πεισθήτε όμως, ότ' οι δυω νεώτεροί μου είσθε. Εγώ συνέζησα ποτέ μ' άνδρας καλλίτερούς σας, Κ' εκείν' εμένα πώποτε δεν με καταφρονούσαν.

το πλοίο τότ' εκίνησα και των συντρόφων είπα να λύσουν τα πρυμόσχοινα και ν' αναιβούν κ' εκείνοι 145 εμπήκαν και αραδιάσθηκαν με τάξιταις σανίδαις, και την λευκή την θάλασσα με τα κουπιά βροντούσαν. και οπίσω απ' το μαυρόπλωρο καράβι έστειλε πρύμον, 'που εφούσκον' όλα τα πανιά, φίλον λαμπρόν, η Κίρκη, δεινή θεά, καλόκομη, όπ' έχει ανθρώπου γλώσσα. 150 και τ' άρμεν' αφού σιάσαμε, καθόμασθε εις το πλοίο, και τ' ωδηγούσ' ο άνεμος ομού και ο κυβερνήτης. τότ' είπα με περίλυπην καρδιάν εις τους συντρόφους• καλό δεν είναι, αγαπητοί, ένας ή δύο μόνοι να ηξεύρουν τ' άγια ρήματα 'που η Κίρκη μου 'πε η θεία• 155 αλλά τα λέγω και εις εσάς, όπως γνωρίζοντάς τα πεθάνουμε ή ξεφύγουμε την μοίρα του θανάτου. και πρώτα μου παράγγειλε να φύγω των Σειρήνων την θεομίλητη φωνή και τ' ανθηρό λιβάδι• μου 'πε ν' ακούσω την φωνή μόνος εγώ• σεις τώρα 160 μ' άλυτα δέστε με δεσμάτου καραβιού την ρίζα ορθόν, και σφίξτε των σχοινιών ταις άκραιςτον κορμό του. και αν να με λύσετε ζητώ θερμά και σας προστάζω, σεις με πλειότερα δεσμά στενοχωρήσετέ με».

Α! ενθυμούμαι! θα είνε απ' εκείνα, που μας έφερε ταις προάλλαις εις το σχολείον ο Αλέξανδρος. — Σας έφερε εις το σχολείον ο Αλέξανδρος! εφώναξεν έντρομος η μήτηρ μου. Και τα επιάσατε σεις εις τα χέρια σας; Μη παιδί μου! μη, να σε χαρώ! Μην πιάσης ποτέ χαρτιά! Είνε αφανισμός! Είνε κατάρα! Αυτά τα χαρτιά κατήντησαν τον πατέρα του Σοφή εκεί που τον κατήντησαν.

Εν ταις ημέραις εκείναις Μαρίνα τις, εκ της αυτής κωμοπόλεως ορμωμένη, αντί μικράς ευεργεσίας έλαβε παρά του Αλή την εντολήν να κλέψει και τω παραδώση την επταετή κόρην του Κίτζου, και το μιαρόν γύναιον προσοικειωθέν τη συζύγω του Κονταξή μυρία ήρξατο να τεκταίνεται προς πραγματοποίησιν του βδελυρού σχεδίου.

Ιδέ τας όσας είν' εκεί, και άκουσέ τας όλας, και δόσε την προτίμησινεκείνην που τ' αξίζει·ταις άλλαις μέσα ταις πολλαίς κ' η κόρη μου θα ήναι, κι αν δεν αξίζη 'σαν αυταίς, ας μετρηθή μαζή των. Έλα μαζή μου. — Συ, μωρέ, τα πόδια σουτον ώμον, και την Βερώναν κύτταξε να πάρης δρόμον δρόμον.

Αλλά τα πάθη της ψυχής πρέπει να θεωρώνται εν ταις αναφοραίς των προς το σώμα, από του οποίου αυτή ουδέποτε χωρίζεται. * &ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΝ. —Αι περί ψυχής υπό των άλλων παραδεδομέναι δοξασίαι και διά ποίας αιτίας• διά την κίνησινδοξασίαι Δημοκρίτου, Λευκίππου, Πυθαγορείων και Αναξαγόρα. Διά την αισθητικότητα και την γνώσινδόξαι Δημοκρίτου, Θαλή κ.λ. Εξαίρεσις Αναξαγόρα.

Τότ' άλλο εφεύρηκε η θεά, η γλαυκομμάτ' Αθήνη• 795 φάντασμα πλάθει, και ώμοιαζε γυναίκα εις την μορφή του, η Ιφθίμη, κόρη του υψηλούτο φρόνημα Ικαρίου, 'π' ο Εύμηλος απ' ταις Φεραίς την είχε πάρει νύμφη• κ' έστελνε αυτότα δώματα του θείου Οδυσσέα, κει, 'που 'κλαιε και οδύρονταν, την Πηνελόπη ναύρη, 800 να παύση αυτής τα κλάμματα, τους θρήνους να σιγάση. σιμάτου σύρτη το λουρίτον θάλαμον εμπήκε, 'ς την κεφαλή της στάθηκεν επάνω και της είπε•

Είπε, κ' εις όλους άρεσεν ο λόγος του Αμφινόμου. και άμ' έφθασαντα δώματα του θείου Οδυσσέα, εις ταις καθήκλαις.

Η Φαίδρα, η Πρόκνη εφάνηκαν κ' η εύμορφη Αριάδνη, κόρη του Μίνωα του φρικτού, 'που από την Κρήτη πέρα έπαιρνε νύμφηνταις ιεραίς Αθήναις ο Θησέας, αλλά, πριν κείνος την χαρή, την είχε μαρτυρήσει ο Διόνυσος, κ' η Άρτεμις την φόνευσετην Δία. 325