Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025


Άμα την έβλεπα, άμα το χέρι της άγγιζε το μέτωπό μου, όσο βαρειά κιαν ήμουν άρρωστος, το χαμόγελο ανέβαινε στα χείλη μου. Κ' η παρουσία της είχε τη μεγαλείτερη θεραπευτική δύναμη στις αρρώστειες μου. Αλλά και τα πειο πικρά και δυσάρεστα φάρμακα τάπαιρνα, ευχάριστα μάλιστα, από τα χέρια της. Η μεγάλη μου ευτυχία ήτο να με κρατή στην αγκαλιά της.

Στον Φάλσταφ υπάρχει κάτι απ' τον Άμλετ και στον Άμλετ κάτι του Φάλσταφ. Ο παχύς ιππότης έχει πότε-πότε μελαγχολικές διαθέσεις, όπως ο νεαρός πρίγκηπας στιγμές χονδρής ευθυμίας. Διαφέρουμε μεταξύ μας μονάχα στασήμαντα. Στη φορεσιά, στο φέρσιμο, στον τόνο της φωνής, στις θρησκευτικές δοξασίες, στο εξωτερικό, στις συνήθειες και τα παρόμοια.

Πάνω σ' ένα άρμα που το έσερνε ένας αετολέων παρουσιάζεται κάποιος που το μέτωπό του είναι ζωσμένο μ' αγριλιά, πούναι ντυμένος φλογόθωρη φορεσιά και πράσινη χλαίνα και σκεπασμένος είναι με άσπρο βέλο. Η παλιά φλόγα ξυπνάει μέσα μας, το αίμα μας ρέει γοργά στις φλέβες με τρομερούς παλμούς. Την αναγνωρίζουμε. Είναι η Βεατρίκη, η γυναίκα που την ελατρέψαμε.

Δε το είχα συλλογιστή αυτό... Μου φαίνεται πάντα πως είμαι ακόμα στις καλόγριες, που όλη μέρα άλλο τίποτε δεν έκανα από παιχνίδι. Εκεί, γιαγιά μου, είχα ξεχάσει πια ολότελα το σπίτι μας. Δε συλλογιζόμουνα τίποτα, τίποτα. Τώρα έρχουνται ώρες που ξεχάνω πως έχουμε πένθος, που λησμονώ ολότελα πώς είχα μια τόσο καλή μητερούλα, καθώς μου λέτε, που την έχασα. ΓΙΑΓΙΑ Α! αυτό είναι κακό.

Και απάνω στις ομάλιες είτε στις πλαγιές, χωριά έβλεπες με τ' άσπρα τους σπιτάκια να κρέμωνται στην άβυσσο και παληκάρια με βιολιά και λαβούτα να μεθοκοπούν στους δρόμους και παρθένες βεργολυγερές να χορεύουν στις αυλές ανεμοπόδαρες.

Ο ΦΙΝΤΗΣ εργοστασιάρχης Ο ΣΤΑΥΡΟΣ γιος του. Η ΑΝΝΟΥΛΑ κόρη του, 1415 χρόνο. Η ΓΙΑΓΙΑ των παιδιών, πεθερά του Φιντή. Πόρτα στο βάθος• άλλες πόρτες, δεξιά κι αριστερά, που φέρνουνε στις άλλες κάμαρες κ' ένα παράθυρο που βλέπει στο δρόμο. Ο Φιντής διαβάζει μόνος μια εφημερίδα. ΥΠΕΡΕΤΗΣ Κάποιος σας ζητά, κύριε, από το εργοστάσιο. ΦΙΝΤΗΣ Εμπρός. Επιτρέπετε, κύριε Φιντή;

Άλλοι κρατούν κεριά, άλλοι σε κεραμίδες θυμίαμα κι άλλοι λάδι στις μποτιλίτσες τους. Σκύβουν ταπεινά, σταυροκοπούνται, δακρύζουν οι γριές κι όλοι κυττάζουν, ξανακυττάζουν το κόνισμα. Κανείς δεν ξέρει τι άγιος είνε· κανείς δε νοιώθει τι θάμα παρασταίνει.

Είχαν τα μάτια άγρια γουρλωμένα. Ήταν τους οι τρίχες σαν καρφιά φριγμένες, κ' ήταν τους πρησμένες οι μαγούλες, κ' ήταν πανιασμένο όλο τους το πρόσωπο. Άστραφτε διαβολικό τανάβλεμμά τους, εφύσαε αγριεμένο το ρουθούνι τους. Ανάγλυφαν, ξεροδάγκαναν στα ολόμαβρα τα χείλια τους ζωγραφισμένη απάνω τη φριχτή και παράξενη δίψα τους. Μπρος στις ελιές το κοπάδι εκόλωσε.

Η Γκριζέντα τον βοήθησε να τ’ απλώσει επάνω στο χτιστό πάγκο, κατά μήκος του τοίχου, και σκούπισε η ίδια το δωματιάκι και έστρωσε το μικρό κρεβάτι, την ώρα που στο διπλανό καλύβι ακουγόταν ο Τζατσιντίνο να απαντά με σεβασμό και σχεδόν με δειλία στις ερωτήσεις που του έκαναν οι θείες του. «Μάλιστα κυρία, από την Τερανόβα με το ποδήλατο. Σιγά την απόσταση! Ένα πήδημα είναι!

Μολαταύτα ό,τι μ' ενδιέφερε πιο πολύ σ' αυτήν ήταν όχι η ομορφιά της, μα ο χαρακτήρας της, ο εντελώς αόριστος χαρακτήρας της. Φαινόταν σαν να μην είχε καμμιά προσωπικότητα, μα την πιθανότητα πολλών τύπων. Κάποτε παραγινόταν αποκλειστικά στην τέχνη, μεταμόρφωνε το σαλόνι της σε ατελιέ και περνούσε δυο ή τρεις μέρες την εβδομάδα στις πινακοθήκες ή στα μουσεία.

Λέξη Της Ημέρας

καρποφόροι

Άλλοι Ψάχνουν