Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025


Ξεμύτισαν απάνω στη ράχη· να, και κοντοζύγοναν φαίνουνταν από τη μέση κι απάνω καμμιά οχτακοσαριά σκυλιά στην αράδα. Πυρ ταχύ!, φωνάζω. Κάθε μολύβι και στο κρέας· δεν είχε. Τα σκυλιά ίσια απάνω μας φωνάζοντας. Τι λένε μωρέ; κάνω στον Καρατζίκο τον Λία απ' τη Φθιώτιδα, πούξερε τούρκικα, τι λένε μωρέ; Τάχε χάσει το παιδί Τι λένε μωρέ και χαθήκαμε; Τίποτα!

ΣΑΜΨΩΝ Έξω τα σπαθιά, αν είσθε παλληκάρια! — Γρηγόρη, μη ξεχνάς την σπαθιάν οπού σ' έμαθα. ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ, σύρων το ξίφος. Σταθήτε, ανόητοι! Κάτω τα σπαθιά! Δεν ηξεύρετε τι κάμνετε! ΤΥΒΑΛΤΗΣ, εφορμών με τα ξίφος εις την χείρα. Με τούτα τ' άκαρδα σκυλιά τι παίζεις το σπαθί σου; Γύρνα εδώ, Μπεμβόλιε, κι’ αντίκρυσε τον Χάρον.

Μα μην έχοντας σκοινί για να το κάμουν παλαμάρι, έστρηψαν χλωρή λιγαριά σαν σκοινί κ' εδέσανε μ' αυτή το καΐκι από την πρύμη στη στεριά. Έπειτα, αφού απόλυσαν τα σκυλιά να ψάχνουνε, στις στράτες, που τους φαίνονταν πιο βολικές, έστηναν τα δίχτυα. Μα τα σκυλιά τρέχοντας με γαυγίσματα εφόβισαν τα γίδια· κι αυτά αφίνοντας τα ψηλώματα έτρεξαν περισσότερο κατά τη θάλασσα.

Σαν είδαν που την είχε τόρα ο λοχίας άσκημα μες τη στενή σκοπιά που τον απόκλεισαν, τους φώναζε και ο Βλαχογιώργος ολοένα, «Τι τους φυλάτε ουρέ! σκυλιάέριξαν όλοι στον αέρα μονομιάς δυο μπαταριές κ' εφώναξαν &Στα όπλα&! Ετρόμαξαν οι κατάδικοι στις βροντερές τις μπαταριές, μην τους βαρέσουν στα καλά και πάνε σα σκυλιά σταμπέλι.

Είμαστε τότες στο έβδομο ευζωνικό. Είχα δεκαοχτώ στρατιώτες μαζί μου, δυο δεκανείς κι εγώ. Στο τουρκικό δεν θάτανε σαράντα σκυλιά. Στις δυο τ' απομεσήμερο βάζω τους άντρας σκοπό. Όλοι τους είταν ένας κι ένας. Εικοσοχτώ, τριάντα χρονών βάλε με το νου σου· από το Καρπενήσι και τη Φθιώτιδα, άντρες με φιλότιμο και καρδιά, όχι μύξες σαν κι εσάς, όρνια. Παίρνω τον κατήφορο για καραούλι.

ΛΗΡ Α! Γονερίλη! και με άσπρα γένεια!.. Μ' εκαλόπιαναν 'σάν τα σκυλιά, και μου έλεγαν ότι έχω άσπραις τρίχες, προτού ακόμη φυτρώσουν αι μαύραις. Να μου λέγουν ναι και όχι εις ό,τι έλεγα, να μου λέγουν και ναι και όχι μαζί, δεν ήθελε πολλήν θεολογίαν.

Ήτον ο γιδάρης του μοναστηριού, που τραγουδώντας κατέβαινε να ιδή τι να γίνωνται τα βακούφικα, πούχαν μείνει την ημέρα κείνη για χάρι του πανηγυριού με τα μικρό κοπέλλι του και με τα δυο σκυλιά.

Σίγουρα κάποιος ερχότανε∙ και πραγματικά τα σκυλιά άρχισαν ξαφνικά να γαβγίζουν στα κοντινά κτήματα και όλο το τοπίο που λίγο πριν έμοιαζε να κοιμάται μέσα στον ψίθυρο της προσευχής των βραδινών ήχων, γέμισε από αντίλαλους και βοή, σαν να ξυπνούσε απότομα. Ο Έφις άνοιξε πάλι.

Σκυλιά τις σάπιες σου τις σάρκες 335 θα φάνε κι' όρνια, μα Αχαιοί τον Πάτροκλο θα θάψουνΤότες του λέει ο Έχτορας με την ψυχή στο στόμα «Ξορκίζω σε, έτσι να χαρείς το φως σου τους γονιούς σου. μη θες στον κάμπο το κορμί να μου ντροπιάσουν σκύλοι.

« Βλέπετε!.. Δούλοι είμαστε. » Τινάξτε, τη δουλεία! . ., » Τους Τούρκους τους δουλεύουμε » Εις ό,τι κι' αν μας 'πούνε, » Κι' αυτοί τηράνε,. . τα σκυλιά! . . » Το αίμα μας να πιούνε. » Εμπρός! Παιδιά μου, θ ά ν α τ ο ς » Πέτε, ή λ ε υ θ ε ρ ί α!»

Λέξη Της Ημέρας

δυσαρμονικώς

Άλλοι Ψάχνουν