United States or Germany ? Vote for the TOP Country of the Week !


Σίγουρα κάποιος ερχότανε∙ και πραγματικά τα σκυλιά άρχισαν ξαφνικά να γαβγίζουν στα κοντινά κτήματα και όλο το τοπίο που λίγο πριν έμοιαζε να κοιμάται μέσα στον ψίθυρο της προσευχής των βραδινών ήχων, γέμισε από αντίλαλους και βοή, σαν να ξυπνούσε απότομα. Ο Έφις άνοιξε πάλι.

Όταν τόνοιωσαν οι Μεθυμνιώτες, άλλοι έτρεχαν κατά τη θάλασσα κι άλλοι εμάζευαν τα σκυλιά· κ' εφώναζαν όλοι μαζί για ν' ακούσουν όλοι από τα κοντινά χτήματα και συναχτούν εκεί. Μα κανένα όφελος· επειδή, καθώς δυνάμονεν ο άνεμος, το καΐκι σέρνονταν από το ρεύμα μ' ακράτητη γληγοράδα.

Οι σκορπισμένοι κολλήγοι σαν έμαθαν το συγκέσιο πήρανε θάρρος. Εκείνοι που δούλευαν στα κοντινά χτήματα έστειλαν τα κανίσκια τους κ' ειδοποίησαν πως θα παρασταθούν κ' οι ίδιοι στα στέφανα· όσοι ήταν μακρυά στείλανε πλουσιώτερα δώρα και μεγαλείτερες ευκές. Μα το δώρο που ευχαρίστησε περισσότερο τους νιους ήταν του Αλαμανού. Ήρθε από βραδύς με το ταχυδρομείο.

Κ' η Χλόη, όταν είδε το τι έγινε, φτάνει τρέχοντας στο λάκκο· κι' άμα είδε πως ζη, φωνάζει βοήθεια κάποιο γελαδάρη από τα κοντινά χτήματα. Σαν ήλθε αυτός, εζήταε σχοινί μακρί για να το ρίξη του Δάφνη και να τον βγάλη από το λάκκο τραβώντας τον.

Συχνότερα θάβλεπε κανένας να είναι χωρισμένα τα κοπάδια παρά η Χλόη κι' ο Δάφνης. Κ' ενώ έπαιζαν έτσι, τέτοια μελέτησε γι' αυτούς ο Έρωτας. Λύκισσα, που έθρεφε λυκάκια, άρπαζε πολλές φορές από άλλα κοπάδια από τα κοντινά χτήματα, επειδή εχρειαζόταν πολλή θροφή για να θρέψη τα μικρά της. Για τούτο, αφού μαζεύτηκαν νύχτα οι χωριανοί, άνοιξαν λάκκους μια οργιά το πλάτος και τέσσερες το βάθος.

Ανάερα πουλάκια επετούσαν κυματιστά κ' έλαμπαν τα χιονάτα στήθη τους, σαν αργυρά φύλα που άρπαξεν ο άνεμος από εργαστήρι χρυσικού· και κάτω από τα κοντινά μας ακρογιάλια, της στεριανής ζωής η βουή έφτανε τραγούδι Σειρήνων, γεμάτο από χαρές και γέλοια, δίχως πίκρες και δάκρυα.

Εμπρός στην πίστη της λησμόνησα το δισταγμό μου κ' η ασήμαντη εκδρομή μας πήρε στη φαντασία μας σχήματα παράξενα, έτσι όπως όταν κοντινά νησιά υψώνουνται στον ορίζοντα και λάμπουνε σε φως φανταστικό. Τέλος μια Κυριακή πρωί καθόμαστε στο κατάστρωμα του βαποριού και βιαζόμαστε να φτάσουμε κει που θέλαμε.