Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025
Ο Φούρβης δεν ετόλμησε ν' αντιστή, και εξήλθε μετά του Σκούντα, όστις εκράτει αυτόν σφιγκτώς εκ του βραχίονος. Ότε είδε την Αϊμάν, είπεν ο Φούρβης· — Αυτή πάλι τι είνε; — Σιωπή, είπεν ο Σκούντας. Ο Φούρβης εισήγαγε την κλείδα εις το μικρόν κλείθρον αποσύρας τον μοχλόν και ήνοιξε την θυρίδα. — Απ' εδώ ειμπορείτε να εβγήτε, είπε· δεν είνε ανάγκη νανοίξωμεν την μεγάλη.
Η Νοέμι έραβε∙ σήκωσε κι εκείνη το πρόσωπο, τα μάτια της έλαμπαν, αλλά αμέσως τα χαμήλωσε και δεν είπε λέξη. «Έστερ, εγώ λέω ένα μήνα πριν από τα Χριστούγεννα.» «Ωραία, ένα μήνα πριν από τα Χριστούγεννα.» «Νομίζεις ότι θα είναι όλα έτοιμα στα μισά του μήνα;» ‘Όλα θα είναι έτοιμα, Πρέντου» «Εντάξει τότε.» Σιωπή: η Νοέμι έραβε, η ντόνα Έστερ την κοίταζε επάνω από τον ώμο.
Επί τινας στιγμάς παρετήρει εν σιωπή τον Κ. Πλατέαν, όστις ήρχισε ν' ανυπομονή. — Κύριε καθηγητά, είπεν επί τέλους. Ομολογώ ότι η πρότασις μου έρχεται ολίγον απροσδοκήτως και κατά τρόπον ασυνήθη. Δεν νομίζετε ότι τα παλαιά και πατροπαράδοτα έθιμα έχουν το καλόν των, και ότι τοιούτου είδους υποθέσεις συζητούνται καλλίτερα διά τρίτων; Τούτο ο Κ. Πλατέας δεν το επερίμενεν.
Ο Μαθιός τραβήχτηκε μουρμουρίζοντας φοβέρες. Σαν πήγε λίγο μακρύτερα κοντοστάθηκε κ' έβαλε τις φωνές, σαν ντελάλης: — Φταίω γω που σας λυπήθηκα παληοθηλυκά και δε σας τώλεγα καθαρά και ξάστερα. Από ποιόνε περιμένετε γράμματα; Ο γαμπρός σας δεν αδειάζει να σας γράψη... Παντρεύτηκε! Νάταν κι' άλλος. Μια νεκρική σιωπή χύθηκε τριγύρω. Μια φωνή γυναικεία ακούστηκε έπειτα: — Να φας τη γλώσσα σου! Ψεύτη!
Η απάντησις τους εξέπληξε και τους συνέχεε. Με την άπειρον εκείνην ετοιμότητα του πνεύματος εις την οποίαν η ιστορία του κόσμου δεν παρέχει παράλληλον, ο Ιησούς τους είπεν ότι η απάντησις εις την ερώτησίν των εξηρτάτο από την απάντησιν την οποίαν θα έδιδον αυτοί εις μίαν ερώτησιν ιδικήν του· «το βάπτισμα του Ιωάννου εξ ουρανού ην ή εξ ανθρώπων;» αιφνιδία σιωπή επήλθε «απαντήσατέ Μοι» είπεν ο Ιησούς διακόπτων τους συγκεχυμένους ψιθυρισμούς των.
Μολονότι δε περιελθόντες εις την εσχάτην αμηχανίαν, αναγκαζόμεθα εν τούτοις και νομίζομεν ασφαλέστερον να διακινδυνεύσωμεν λέξεις τινάς προς απολογίαν μας· διότι η σιωπή ημών εις τοιαύτην περίστασιν θα μας εξέθετεν εις την μομφήν ότι δεν επράξαμεν ό,τι ήτο δυνατόν, διά να σωθώμεν. Εις τα δεινά δε ταύτα προστίθεται και η δυσκολία να σας πείσωμεν.
— Και λοιπόν, με είπε, σφίγγουσα την αδρανή και ψυχράν μου χείρα, και λοιπόν, σύμφωνοι. Θα είσαι προ ημών εις Παρισίους, και θα έλθης εις το ξενοδοχείον μας. Τι κρίμα να σε πειράζη τόσον η θάλασσα! Θα εκάμναμεν όλον το ταξείδι μαζί. Τι κακή θάλασσα, ε; τι κακή και τρελλή και ανόητη να κάμνη τόσην τρικυμίαν! Αλλά σιωπή! Ας μη την κακολογούμεν, διά να την έχωμεν ευνοϊκήν διά το μεγάλο το ταξείδι.
Ο Έφις άκουγε με τον αγκώνα ακουμπισμένο στο γόνατο και το πρόσωπο στην παλάμη, όπως τα μικρά παιδιά όταν ακούνε παραμύθια. «Μια μέρα όμως το αποφάσισα και πήγα…» Σιωπή. Το πρόσωπο των δυο αντρών το σκέπασε η σκιά και χαμήλωσαν και οι δυο τα μάτια.
Ο ύπνος τ' αλαφρά του φτερά κρυφοχτυπάει, μ' αφανισμένα χέρια τα βλέφαρα ζιουπάει. Στη μέση από το δρόμο η νύχτα περπατάει, σε βάθος ησυχίας, και σιωπή πατάει. Καθόλου δε γροικιέται φωνή ουδέ καμμιά, τα πάντα ησυχάζουν, μεγάλη ερημιά. Κρυφά κι' αργός διαβαίνει αδιάκοπ' ο καιρός και μου τον συνοδεύει ονείρων ο χορός.
Ο Κ. Πλατέας, κεχηνώς, δεν εγνώριζε τι να υποθέση. Αλλά δεν εστράφη. Έμενεν ακίνητος, προσηλών εν σιωπή τα βλέμματα εις του Λιάκου τους οφθαλμούς, προσηλωμένους πάντοτε προς τον δρόμον. Εκ της εκφράσεώς των ενόησεν ο Πλατέας ότι το αντικείμενον της προσοχής των επλησίαζεν, αλλά δεν ετόλμα ούτε να κινηθή, ούτε να ομιλήση. — Ειπέ τίποτε, ψιθυρίζει αίφνης ο Λιάκος επιτακτικώς.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν