Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025
Ο φόβος αυτός είχεν αρχίσει να φανερόνεται στα παραμιλητά μου· κη μάνα μου, που μάκουε στη σιωπή της νύχτας, έπαιρνε τα λόγια του πυρετού σαν αλήθειες ή της ψυχής αποκάλυψες. Και τρελλαινόταν η δυστυχισμένη από την τρομάρα και την απελπισία της. Η φθίση στο χωριό μας ήτο γνωστή μόνο με δυο ονόματα, χτικιό και βαρέμι, κιόχι με περισσότερα παραδείγματα, παλαιότερα κίσως αμφίβολα.
Όταν το καναρίνι μας λησμονήση πως υπάρχει μέτρο στη τέχνη, αυτοί έχουν το θάρρος, χυμώντας στο κλουβί, να πνίξουν το τραγούδι και να ξαναφέρουν γύρω μας τη γόνιμη σιωπή. Ο πράσινος λύχνος της ματιάς των καίει τα μεσάνυχτα στον τάφο του Baudelaire.
Απ' έξω υπήρχε πεζούλιον, προς ανάπαυσιν, αλλά διά να ξεκουρασθή κανείς από της επιπόνου οδοιπορίας καθήμενος εκεί, έπρεπε να ζητήση την άδειαν από τον Γέρω-Βοριά, όστις με αγρίους σφυριγμούς, απεδίωκε τους ξένους. Αι γυναίκες ήνοιξαν και εισήλθον. Σκότος βαθύ και σιωπή.
Αλλ' η σιωπή εκείνη, συνδυαζομένη προς το παθητικόν μεγαλείον Του και προς την θεϊκήν αγιότητα και αθωότητα την ακτινοβολούσαν απ' Αυτού, ως στεφάνου δόξης, ήτο ευγλωττοτέρα παντός λόγου. Πρώτον δε πάντων επέδρασεν επί του ενός των σταυρωθέντων ληστών. Κατ' αρχάς ο «ευγνώμων ληστής» φαίνεται ότι συμμετέσχεν ασθενώς των μέμψεων των εκφερομένων υπό του συντρόφου του.
Γι' αυτόν ανοίγει τα φτερά της η πεταλούδα της ωραίας μας στιγμής. Γι' αυτόν ανθίζουν οι κρίνοι των κυμάτων στο αλέτρι της πλώρης. Δόξα στον πόνο! Γι' αυτόν απ' το δέντρο της ζωής μας πέφτουν αργά τα χρυσά φύλλα της πείρας και της υποταγής. Τον ήλιο σκλαβώνουν οι ζωγράφοι και διηγούνται τα έργα του. Στα χιόνια των μαρμάρων κατοικούν οι ευγενικές του μορφές. Στη σιωπή ανθίζουν οι αιώνιες ιδέες του.
Αφ' ού είπε ταύτα ο Σωκράτης, έγεινε σιωπή, δια πολλήν ώραν· και ο ίδιος, καθώς φανερά εφαίνετο, ήτο συλλογισμένος με την ομιλίαν, την οποίαν έκαμε, καθώς και οι περισσότεροι από ημάς.
Είμαι το καμπαναρειό στο ναό του πόνου και για της ψυχές που έχουν σκοπό σημαίνει τους όρθρους και τους εσπερινούς η σιωπή μου. Σε κείνον που πόνεσε πρέπουν μακρυνές κορφές στο γέρμα του ηλιού. Σε 'κείνον που πόνεσε πρέπει το διαμάντι του αποσπερίτη κρεμάμενο το βράδυ απάνου από χιονισμένο βουνό. Σε κείνον που πόνεσε πρέπει το χρυσάφι των Αττικών βράχων πίσω από αυστηρό κυπαρίσσι.
Περνώντας εμπρός από την εκκλησία είδε ότι ήταν ανοιχτή και μπήκε. Δεν είχε λειτουργία, αλλά η νεωκόρισσα καθάριζε την εκκλησία και ακουγόταν το θρόισμα της σκούπας στη σιωπή του μισοσκόταδου, λες και οι αρχαίες πυργοδέσποινες περνούσαν από εκεί με τα φορέματά τους από μπροκάρ να σέρνονται στο πάτωμα.
Να υπήρχε τάχα μέσα και σε κείνον, αν και δεν μπορούσε να το εκφράση, κάτι σαν προαίστηση πως δεν είτανε γι' αυτόν τον κόσμο; Να τον έδενε τάχα και κείνον αυτή η προαίστηση περσότερο με τη μητέρα του, που έκρυβε κάτω από την ευτυχία της το ίδιο αίστημα; Ποιος μπορεί να δώση μιαν απάντηση σ' αυτό; Ή ποιος μπορεί να δοκιμάση να τη δώση; Κανείς. Μόνο η σιωπή σαλεύει απάνω από ανθοφορτωμένους τάφους.
Αλλά μετ' ολίγα λεπτά ηγέρθη πάλιν, επήρε τον επί του κιβωτίου τάπητα, τον εξεδίπλωσε, τον ήπλωσε μετά προσοχής επί του καναπέ και εστρώθη μετά μεγαλειτέρας ή πρότερον ευχαριστήσεως, ενώ η παππαδιά εξηκολούθει εν σιωπή την παρά τον νεροχύτην εργασίαν της. Εδικαιούτο πράγματι ο παππά Νάρκισσος να θέλη ανάπαυσιν την μεσημβρίαν της Κυριακής εκείνης. Ήτο επί ποδός από τα εξημερώματα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν