Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025


Για δες, ως και φαεί μου τοιμάσανε για το δρόμο. Και τι να της πω της γριάς! Νά τηνα! τάρχισε κιόλας το κλάμα! Ας κάνω πως χαίρουμαι τώρα εγώ, να την παρηγορήσω. Έννοια σου, μάννα, και σε πέντε χρόνια θα μ' έχης. Θα παντρέψουμε τη Φροσύνη, άλλα πέντε χρόνια ξενιτειά, και τότες πια με στεφανώνεις και μένα. . . . Μέπνιξαν, μέπνιξαν τα φιλιά της.

Ειδέ τα πλήθη εγώ να πω και ναν τα νοματίσω, κι' αν είχα δέκα στόματα και γλώσσες δε μπορούσα, κι' αν άσπαστη είχα τη λαλιά και σίδερο τα στήθια. 490 Όμως θα πω τους αρχηγούς και χώρια κάθε αρμάδα.

Δε μου φαίνεται παράξενο πώς δεν είμαι αυτό το μήνα καλύτερα από τον περασμένο. Θα το πω του κυρίου Πυργγόν για να τακτοποιήση αυτήν την κατάστασιν. Έλα, σηκώστε τα αυτά από δω. Δεν ακούνε καθόλου και το κουδούνι μου δεν κτυπάει δυνατά. Ντρελέν, ντρελέν, ντρελέν. Τίποτα. Ντρελέν, ντρελέν, ντρελέν. Κουφάθηκαν. Τουανέττα! — Ντρελέν, ντρελέν, ντρελέν, ντρελέν. Σαν να μη χτυπούσα καθόλου το κουδούνι.

Μα ελάτε, κι' ότι εγώ σας πω, αφτό ας το κάνουμ' όλοι. Ρήξτε τα πλοία στο γιαλό, τα πρώτα εκεί που στέκουν 75 κοντά στην ακροθαλασσά, και στ' ανοιχτά τραβώντας εκεί ας τ' αφίσουμε δετά στα βάρια ως που να φτάσει η νύχτα η αστροστόλιστη, αν δα και τότε αν πάψουν τη μάχη οι Τρώες· έπειτα τραβούμε κι' όλα τ' άλλα. Ντροπής δεν έχει να σωθείς, κι' αν ξεκινήσεις νύχτα80

ΑΛΒ. Πω να το κρένης πρώτα ορέ = π' ούναι Κρητίκα να το φέρνης κι' εκείνο ορέ. ΣΤΡΑΤ. — Μέσα, μέσα...... ΑΛΒ. Άστο, ορέ! μην το τραβάςαλλά μπελάβερσι. ΣΚΗΝΗ Ις'. ΑΝΑΤ. Γλυτώσαμε, γλυτώσαμε, πιάσανε Αρβανίτη νάτο φέρανε χάψι και εκείνο. ΧΙΟΣ. Έφεραν τονε του διαβόντρο το γυιό; ΑΝΑΤ. Νάτος, νάτος κύταξε μάτγιά του=σαν αζτζιζμένη κάτα γιαλίζουλεσακίν να μην τονε λαλήση κανείς.

Νά! έλεγεν ο μικρός απομακρυνόμενος ολονέν με το νόμισμα εις τας χείρας, έως ου το έχωσε πάλιν εις τον κόλπον του. Και διηγήθη. — Το βράδυ ήμουνα κάτωτον άμμο για κανένα χταπόδι. Είδα το καράβι. Είπα, καράβι είνε· αλλ' ύστερα είδα να βγαίνη μια βάρκα όξω. Τούτο να σου 'πω, μ' ετρόμαξε. Και άμα η βάρκα επλησίασετον άμμο, εγώ έκαμα κατά τη ράχη. Νά! χτυπούσε η καρδιά μου.

Και αυτή, την νύμφην της, «την είχε 'μόσιμο». Ηδύνατο να ακούη τοιούτον κακόηχον κρωγμόν; Μίαν ημέραν έχασε την υπομονήν και της λέγει: «Για να σου πω, γειτόνισσα, δεν μ' αρέσει να μ' το λες αυτό». Τότε η γραία στραφείσα της απεκρίθη: «Το ξέρω δα πως αμόνεις στ' όνομά της, γειτόνισσα· μα ησύχασε· το όνομά της δε θα χαθή!».

Τ' ήθελε να την πάη στα Μνημούρια, θα πω τι ήθελε; Και την έβαλε, λέει, να πέση μέσ' τον τάφο που έχει κτίσει, για να δοκιμάση το μπόι της! . . . Κορίτσι απάρθενο, αγουρίδα, άκακο, μούστο πράμμα! Και να ξαπλωθή στον λάκκο μέσα, ακούς!

Ο Αλβανός μεθυσμένος μαλόνει με τον Κρητικόν, πυροβολεί με την πιστόλαν και τον πληγόνει πολλά ελαφρά εις τον βραχίονα. Αλβανός, Κρης και ο Ανατολίτης. ΑΛΒ. Ορέ κρητίκα, ορέπραεσύ εσύ ορέ κρητίκα! — πω το γουρουνίζεις εσύ εμένα ορέ το παπα το παληκάρι; ΚΡΗΣ. Δεν κατέχω ετζά πράμα, μηδέ κατέχω σε πούρι, θιός και η ψυχή μου.

Ό,τι ήθελα να σου πω δε σου το είπα και θυμούμαι πως απορούσα γιατί δε με ρώτησες και συ έπειτα, κι ας σε παρακάλεσα να μην το κάμης. Πολλές φορές το ήθελα να με ρωτούσες. Συχνότερα όμως είμουνα ευχαριστημένη που δε με ρωτούσες. Τι έχω υποφέρει εκείνη την εποχή, Γιώργο! Να μπορούσες να το υποψιαστής τι υπόφερα!

Λέξη Της Ημέρας

αναστασίας

Άλλοι Ψάχνουν