Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025


Από την ανοιχτή πόρτα φαίνουνταν άλλη απέραντη κάμαρα, κι απ' αυτή άλλη ακόμα, κι από την άλλη, άλλη πάλι, όλες μεγάλες, γυμνές, παράξενες.

Αλλά επαρουσιάσθη ο μυλωθρός έδωσε ένα γενναίο κλώτσο· ο άλλοςέξω απ' την πόρτα καιτο βουνό επάνω εις τας αιγάγρους, που αυτός ο Ρούντυ τώρα θα σημαδεύη και όχι την Μπαμπέττα μας!» — Αλλά τι ωμίλησαν, τι είπαν; ηρώτησε η γάτα της κουζίνας.

Ετούτος ο τόπος ήτον ένα βαθύτατον και πλατύ υπόγειον, η πόρτα του οποίου ήτον από τζελίκι μίαν πήχυν χοντρή· την οποίαν ανοίγοντας ήλθον ευθύς εις ένα χοντζερέ πολλά σκοτεινόν και απερνώντάς τον, ήλθον εις μίαν σάλαν μεγάλην, την οποίαν τα πολλά καρβούνια την έκαναν πολλά φωτεινήν, τότε ο Αμπτούλ έλυσε τα μάτια του βασιλέως, ο οποίος με μεγάλην έκπληξιν εκύτταξεν εκείνα που επροσφέροντο εις τους οφθαλμούς του, μία λεκάνη από μάρμαρον άσπρον, που είχε τον γύρον της σαράντα πήχες και το βάθος εικοσιπέντε, εφαίνονταν εις την μέσην της σάλας, η οποία ήτον γεμάτη από μεγάλα κομμάτια χρυσάφι, αυτή η λεκάνη ήτον επάνω δώδεκα στύλων από το ίδιον χρυσάφι, και αναμεταξύ των στύλων ήσαν άλλα τόσα αγάλματα από πέτρες πολύτιμες.

Μια βαρειά στενοχώρια του πλάκωσε την καρδιά του, το μαύρο εκείνο ρούχο τον έπνιγε, ένας φόβος παράξενος τον έπιασε, έκλεισε την πόρτα, συμμάζωξε νευρικά το κομπολόγι μες τη φούχτα του και γύρισε μέσα στην κάμαρη. Κάθησε πάλι μπροστά στο τραπέζι, μπροστά στάδεια ποτήρια και άνοιξε ένα Ψαλτήρι, που βρέθηκε μπροστά του.

Έλεγα να σου δώσω κανένα βότανο, απ' αυτά που μάζωξα σήμερα στο ρέμμα για να κάμετε ματζούνι για την γυναίκα σου! . . . επειδή είχα μάθει πως ήτον άρρωστη . . . Καλά που βρέθηκε η πόρτα ανοιχτή! . . . Μπαίνω μέσα . . . Ακούω, μπλουμ! την τρομάρα που πήρα!

Και αμέσως παίρνω και άλλα δυο παιδιά μαζύ μου, και πηγαίνω κάτωτην πόρτα του Νάρθηκα και στέκουμαι εκεί. Ύστερ' από λίγο, να κ' έρχεται ο Φαφάνας με το Μηναίον ανοικτόν, γεμάτο ασημένια νομίσματα, με το κηρίον αναμμένον.

Εκεί, του είπα, εμέτρησα τέσσαρα σταυρουδάκια κολλητά. — Έχε λίγη υπομονή. Ακόμη δεν είχαμεν αποκλάψη τα τέσσερα παιδιά, όταν γυρίζοντας ένα μεσημέρι από τη δουλειά μου βλέπω από μακρυά, εμπρός στην πόρτα του σπιτιού μας κόσμο πολύ. Άνδρες, γυναίκες και κόκκινες στολές κλητήρων. Άρχισα να τρέμω και έπειτα να τρέχω.

Γενναίος ο άγριος Άραβας σπαθίζει Έτοιμος να ορμήσει, δε λυποτακτεί…. Τα ποτήρια περνούσαν από το ένα χέρι στο άλλο. Πότε πότε κάποια γυναίκα πρόβαλε δειλά στην πόρτα.

Έξαφνα όμως μια φιγούρα φάνηκε στην πόρτα: ψιλή, λεπτή, φορώντας στενά ρούχα γκρενά με μαύρα λουλούδια, είχε ένα στεφάνι από τριαντάφυλλα στο κεφάλι κι εδώ κι εκεί στο πρόσωπο, στο σώμα, στα πόδια κάτι που έλαμπε: τα μάτια, τα κοσμήματα, τα παπούτσια…

Και επειδή ο Κοπριάς στην πόρτα είχε φθίση κ' εχτύπαγε με βιάσι, πέρασα της παντούφλες της, όπου αυτή εφόρει, κι' αυτό το πανωφόρι. . . Μα τώρα πού να βρη κάνεις καλή μεριά να χέση; Έ, νύχτα,—όπου κι' αν σταθής πάντα θα βρης μία θέσι• όπου κι' αν χέσω δηλαδή κανένας δεν με βλέπει.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν