Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025


Εν τούτοις έχοντα όπισθεν αυτών την απειλήν και έμπροσθεν την δυστυχίαν, επροχώρουν πάντοτε θραύοντα διά των γυμνών ποδών των τα βρωμερά τέλματα και τρέποντα εις φυγήν σμήνη ελειογενών παρασίτων. . . Αίφνης η Μάρω εστάθη και ητένισε μειδιώσα τον αδελφόν της. — Τι γελάς; ηρώτησεν ούτος, απορών. — Μάντεψε. — Πού ξέρω 'γώ· μάγο μ' έκαμες; — Εγώ το ξέρω. Κ' εναγκαλισθείσα εφίλησεν αυτόν τρυφερώς.

Γνωρίζεις βέβαια τον γείτονά μου και ομότεχνον, τον Σίμωνα, ο οποίος όχι προ πολλού καιρού εδείπνησε στο σπίτι μου, όταν κατά την εορτήν των Κρονίων είχα μαγειρεύση φάβα και είχα ρίξει μέσα δύο κομμάτια λουκάνικο. ΠΕΤ. Τον ξέρω εκείνον τον κοντόν τον πατσομύτην, που άμα έφαγε έκλεψε το μόνο πιάτο που είχαμε το χωματένιο, τώκρυψε κάτω από τη μασχάλη του και έφυγε.

Αλήθεια είνε, βλοημένη, απήντησεν ο παπάς· αλλά τώρα είνε... για όσους θέλουν να τα πιστεύσουν. — Κι' όσοι δεν τα πιστεύουν; — Θα πάνε στην Κόλασι, το ξέρω εγώ, είπε το ΚαλλιοπώΜα σαν είν' αλήθεια, παπά, γιατί ο Άγγελος Κυρίου δεν σήκωνε μια και καλή το μάγγανο να ξελευθερώση τον άνθρωπο; είπεν η Αννούδα, μία των γυναικών. — Το λέγει αυτό το Εύαγγέλιον;

Ο Βασιληάς με μισεί, δεν ξέρω για ποιο λόγο, σεις τον ξέρετε ίσως. Ποίος άλλος θα μπορούσε να μαλακώση το θυμό του, εκτός από σας, ω τιμιωτάτη Βασίλισσα, ευγενική Ιζόλδη, που μοναχά σε σας εμπιστεύεται η καρδιά του; — Αλήθεια, άρχοντα Τριστάνε, δεν ξέρετε ότι μας υποπτεύεται και τους δυο; Και για ποία προδοσία!

Ο παπά Θεόφιλος, ο μακαρίτης ηγούμενος της Μεγαλόχαρης της Ευαγγελίστρας, το ίδιο μας έλεγε, για έναν που τον είχαν όλοι για πεθαμμένον, που η γυναίκα του τού έκαμε τα τρίμερα και τα νιάμερα, και ο Άγγελος Κυρίου έπαιρνε το πιάτο με τα κόλλυβα, καθώς ήταν σταυρωμένο με της σταφίδες και με τα ρόιδα και το επήγαινε εις τον πλακωμένον κ' έτρωγε, δεν ξέρω πόσαις μέραις, κι' ανάσαινε από μια τρύπα της γης, θαρρώ, ως που ο άνθρωπος δεν απέθανε, κ' εσήκωσε το μάγγανο, και τον ξελευθέρωσεν, δεν είνε αλήθεια αυτό παπά;

Τ' αγριογούρουνα και τα ζαρκάδια και τους λαγούς. Κι' όταν γυρίζω σ' αυτόν που με φιλοξενεί, ξέρω πολύ καλά να παίζω με το ρόπαλο, να μοιράζω τα κούτσουρα στους ιπποκόμους, να κουρδίζω την άρπα και να τραγουδάω, και ν' αγαπώ της Βασίλισσες, και να ρίχνω στα ποταμάκια καλοκομμένα κομματάκια ξύλο. Μα την αλήθεια, δεν είμαι καλός τραγουδιστής; Σήμερα είδατε πώς ξέρω να παίζω το ραβδί».

Μας χάλασε η επανάσταση, του είπαν οι χωριανοί. — Τι λέτε; Αλήθεια;... Ας είναι. Μου τα λέτε ύστερα..... «Δε μου έκανε η καρδιά να χτυπήσω κανενός θύρα κι' αποφάσισα να περάσω όλη την νύχτα στο δρόμο, κι' άμα φέξη να ιδώ μια φορά με τα μάτια μου το χώμα που πέρασα τα παιδιακάτα μου κι' ύστερα να φύγω, να φύγω, κι' εγώ να μην ξέρω πού να πάγω.

Paris, septembre 1886. Δεν είναι συνήθεια, το ξέρω, στα φιλολογικά συνέδρια, να κάμνη κανείς τη βιογραφία του και να μιλή για τον εμαφτό του. Μόλον τούτο πρέπει να σας ανοίξω την καρδιά μου. Δεν μπορώ να ξεχάσω που είμαι παιδί σας, που είμαι του τόπου παιδί και που μικρός άφησα την Πόλη.

Δεινή λοιπόν η ταραχή που φέρνει ο μάντις, ούτ’ είν’ απίστευτα όσα λέει και πιθανά δεν είναι. Έτσι δεν ξέρω τι να ειπώ, με των ελπίδων τα φτερά πετάω ούτε στο μέλλον βλέποντας ούτε και στο παρόν.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Τώνομά τους καλά δεν ξέρω ακόμη, μα είνε άνθρωποι καλοί, κ' έχουν για όλα γνώμη. ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ Τους ξέρω τους παμπόνηρους, τους ψευτοπαινεψάρηδες• τάχα για τους ξυπόλυτους αυτούς και κιτρινιάρηδες δεν λες, που είν' ο Χαιρεφών με τον παληο-Σωκράτη; ΦΕΙΔΙΠΠΙΔΗΣ Δόσε μου τους φασιανούς που τρέφει ο Λεωγόρας• αλλοιώς, μα τον Διόνυσο, καθόλου δεν πηγαίνω.

Λέξη Της Ημέρας

ντροπιάζεις

Άλλοι Ψάχνουν