Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025
Να, ένα ακαθόριστο διάχυτο φως φωτίζει τριγύρω την πεδιάδα∙ είναι ένα λευκό δαχτυλίδι επάνω από έναν μαύρο κύκλο. Είναι η αυγή. Οι τυφλοί σηκώνονται, μπλέκουν τα δάχτυλά τους, σκύβουν μπροστά του και τον αναγκάζουν να καθίσει επάνω στα χέρια τους και να βάλει τα μπράτσα του γύρω από το λαιμό τους. Έτσι τον ανασηκώνουν, τον παίρνουν μακριά, τραγουδώντας, όπως κάνουν τα παιδιά όταν παίζουν.
Ο κακόμοιρος ο Ρωμαίος είναι απο- θαμμένος πλέον! Τον εμαχαίρωσε το μαύρο 'μάτι μιας άσπρης κοπέλας· του ετρύπησε το αυτί ένα ερωτικόν τραγουδάκι· του επλήγωσε τα φυλλοκάρδια το βέλος του τυφλού παιδιού που ηξεύρεις· — και θέλεις τέτοιος άνθρωπος να δείξη στήθος εις τον Τυβάλτην; ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Και τι τάχα είναι ο Τυβάλτης; ΜΕΡΚΟΥΤΙΟΣ Δεν χωρατεύει ο Τυβάλτης.
Γυρίστε, παλικάρια μου, στο τσαρούχι, στην κάπα και στο μαύρο ψωμί. Γυμναστήτε πάλι σταγαπημένα σας τάρματα, και λάτε μαζί μου.
Και ενώ, καθώς σου είπα, κακόν εις κανένα δεν έκαμε, πάλιν δεν του θέλουν καλόν. Πού να έκαμνε και κακόν! Αλλά τον κατατρέχουν μόνον, διότι ο τρόπος της ζωής του δεν ομοιάζει με των άλλων ανθρώπων. Όπου να πας, δεξιά, αριστερά, παντού ο &Μάγος& ακούεις, &Ο Μάγος.& Ο μικρός λαός τον έχει γραμμένον εις μαύρο χαρτί. Καλόν κανείς δεν του λέγει.
Τα ελευθερωμένα πλεούμενα με κατάβροχα πανιά εφρόντιζαν να πιάσουν τη γραμμή τους. Και κάτω εκεί από το στενό της Μάδητος επρόβαλλε τρεχάτο σαν να έκοψε τις αλυσίδες του, σύγνεφο μαύρο το Αράπικο βαπόρι ερχάμενο καταπάνω μας. Αλλά η «Κυραδέσποινα» αρμένιζεν ακόμη στο σύθαμπο.
Κ' είχε και κάτι μικρούτσικα αυτάκια ροδοκόκκινα σαν κορίτσι και τα δόντια του, όταν γέλαγε, ασπρίζανε σαν το ρύζι κάτω απ’ το μαύρο μουστακάκι, το άστριφτο ακόμα, που δεν εννοούσε να μεγαλώση: έτσι έλεγε μέσα της κάθε φορά που τον κύτταζε με λαχτάρα και θαυμασμό για τα τόσα νιάτα, η άμοιρη η γυναίκα του.
Αυτήν τη στιγμή, να που ερχότανε από μακρυά, κατεβαίνοντας σιγά-σιγά το μονοπάτι, σ' ένα μαύρο αλογάκι που πήγαινε βάδην, ο Ντενοαλέν, ακολουθούμενος από δυο μεγάλα λαγωνικά. Ο Τριστάνος τον παραφύλαξε, κρυμμένος πίσω από μια μηλιά. Τον είδε που παρακινούσε τα σκυλλιά του να ξετρυπώσουν κάποιο αγριογούρουνο από μια συστάδα δέντρων και πυκνών χόρτων.
Όπως έστεκε στο ψήλωμα το ανάστημα του ιχνογράφονταν στον ασπρογάλανο ουρανό, σα μαύρο είδωλο που τρέχει ο λαός να πετροβολήση. — Το καπέλλο σου! βγήκε άξαφνα φωνή από το πλήθος. — Το καπέλλο σου! δευτέρωσε άλλη φωνή. — Το καπέλλο σου!.. το καπέλλο σου! .. το καπέλλο σου!... Υποψιάστηκαν πως τόκανε για περιφρόνηση και αγανάχτησαν όλοι. Μα περισσότερο απ' όλους ο Αρλετής.
— Πρέπει να μου παράσχης την αρωγήν σου! θα πάρωμε μαζί και τον Νάγκλι· πρέπει να πάρω επάνω από το χείλος του βράχου τον αετιδέα. — Δεν παίρνεις πρώτα καλύτερα το Μαύρο από το φεγγάρι· είναι ίδια κι' απαράλλακτα εύκολον, είπεν ο Φεζινάνδος. «Βλέπω είσαι εύθυμος!» — Μάλιστα! γιατί όχι! σκέπτομαι να πανδρευθώ! Αλλά διά να ομιλήσω σοβαρά, θα σου 'πώ, πώς ευρίσκονται αι περιστάσεις μου!»
Ναι, κατά το βραδάκι, όπως μετά από μια μέρα ελευθερίας που την περνά κανείς περιπλανώμενος, χασομέρης και ανικανοποίητος. Όλα ήταν ήσυχα και θλιβερά εκεί πέρα. Το Βουνό πρόβαλε πάνω στο μαύρο σπίτι, στον ανοιχτοπράσινο ουρανό του δειλινού, το καινούργιο φεγγάρι έπεφτε επάνω στο Βουνό και ο αποσπερίτης τρεμόπαιζε πάνω από το φεγγάρι.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν