United States or Ghana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ποιος τα ξέρει αυτά τα πράματα! Ούτε η ίδια δεν ήξερε γιατί τον αγάπησε. Κάθε δειλινό, η Παυλίνα με την καινούργια της αγάπη, πηγαίνανε μακρυά το γιαλόγιαλό, μαζεύοντας αγριοβιολέττες και κυκλάμινα μέσα στις χαραμάδες των βράχων, πότε αγκαλιασμένοι μέσα στις σπηλιές, πότε χεροπιαστοί στην αμμουδιά.

Κι όταν είχε πια νυχτώσει, εγύριζε κ' η Χλόη το κοπάδι της μαζεύοντάς το με το σκοπό του σουραυλιού· τα γίδια πηγαίνανε μαζί με τα πρόβατα κι ο Δάφνης επερπατούσε πλάι στη Χλόη κ' έτσι εχόρτασαν ο ένας τον άλλο ίσαμε τη νύχτα κ' εσυμφωνήσανε να βγάλουν την άλλη μέρα γληγορότερα τα κοπάδια στη βοσκή· κ' έτσι εκάμανε.

Κι ως τόσο ένας τους — ο Εξαποδός πρέπει να τονε σκούντηξεβγήκε από το δρόμο του να μαζέψη για το ζω του χορτάρι. Και μαζεύοντας παίρνει το μάτι του το καλύβι! Ζυγώνει σιγανά σιγανά μην τύχη κ' είταν άντρες εκεί κοντά. Χτυπάει και ρωτάει ποιος κατοικούσε εκεί μέσα κι αν είχε άντρες. Πρόβαλε η γυναίκα από το παράθυρο κ' είπε όχι. Την προστάζει τότες να ξεμανταλώση την πόρτα.

Του γέννησε η 'Λένη Αγγέλους δυο, και πέρναγαν ζωή χαρητωμένη. Της Ρούμελης την όχεντρα, το γέρο τον Αλή Τον ξέγραψε ο Σουλτάνος του, τον είπε φερμανλή, Κεφάλι σήκωσε ο Αλής, και την Αρβανιτιά του Μαζεύονταςτα Γιάννινα γύρευε τα χαρτιά του.

Εκείνη μαζεύοντας βούρλα έπλεκεν ακριδοπαγίδες· κ' έχοντας σε τούτο το νου της, παραμελούσε το κοπάδι. Εκείνος, αφού έκοφτε καλάμια ψιλά και τρυπούσε τα χωρίσματα στους κόμπους και τα κολλούσε τόνα με τάλλο με μαλακό κερί, γυμνάζονταν ως στο βράδυ να μάθη σουραύλι. Και καμιά φορά έπιναν γάλα και κρασί και μοιράζονταν τις θροφές πούφερναν από το σπίτι τους.

Αλλά τι κάνω;! πολεμώ με την επιθυμία του Φοίβου, που μου φύλαξε της μάννας μου σημάδια; Πρέπει να κάμω τόλμημα. . . ναι. . . πρέπει να τανοίξω. δεν το απόφυγε κανείς ό,τ' ήτανε γραφτό του. Ώ σεις στεφάνια ιερά! Τι μου 'χετε φυλάξη τα πράματα μαζεύοντας τα τόσα αγαπημένα; Νά, κύτταξε το σκέπασμα του στρογγυλού κανίστρου, καινούργιο ακόμα έμεινε σαν από κάποιο θάμα.

Πριν ταφήσουρε τα εγκαίνια της Νέας μας Ρωμιοσύνης, ας σταματήσουμε μια στιγμή, κι όχι με σκοπό ναραδιάσουμε ιστορικά συμπεράσματατέτοια φανήκανε στη δήγηση απάνου όσα χρειάζουνται —, μα για ναποσώσουμε την εικόνα του πρώτου μας Αυτοκράτορα, μαζεύοντας μερικά του προσόντα, ειπώματα και καμώματα, που δεν τόφερε η σειρά να ιστορηθούν πριν.

Τα έξοδά μου στο δρόμο θα τα οικονομήσω μαζεύοντας βότανα, χορτάρια, κι' αγριολάχανα, κι' όποια χριστιανή βρω κ' έχη το παιδί της άρρωστο, ή τον άνδρα της, θα της κάμω ψευτογιατρικά να βοηθήσω τον άνθρωπό της, να την υποχρεώσω . . . Μπορείς εσύ; Βαστούν τα κότσια σου; — Τι θα κάμω; μπορώ, δεν μπορώ, απήντησεν η Πορταΐταινα. Καλλίτερα να πάμε συντροφιά, όπως ήρθαμε. Κ' εξεκίνησαν.

Αν ήταν δυνατό, θα ανάγκαζαν οι δάσκαλοι τον Έλληνα να μην πάψει ποτέ να πηγαίνει στο σχολειό ως που να γίνει αρχαίος λίθος ή μούμια. Και οι γνώσες αυτές όλες, που αποθηκεύει ο Ρωμιός ανάκατα στο μυαλό του, μαζεύοντάς τες από τα σκολειά του, είναι μια μεγάλη φουσκαλίδα, που αφού σκάσει αφίνει το μυαλό του άδειο.

Μ' αυτή τη διδασκαλία, σ' ένα μήνα μοναχά, τον εγύμνασε να κυνηγάη στα μουγγά. Όταν το βέλος του πλήγωνε κανένα ζαρκάδι ή αγριοκάτσικο, ο Χουσδάν χωρίς πεια να γαυγίζη, ακολουθούσε ταχνάρια στον πάγο, στο χιόνι ή στα χορτάρια. Αν πρόφταινε το αγρίμι στα δάση, ήξερε να σημαδεύη το μέρος μαζεύοντας φύλλα.