Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025


Αλυσσίδες βαρυές στα χέρια του κρεμάσαν; Στέκεται γερά ή λιγοθύμησεν ο γυόκας μου; Θα βαστάξω κλειστά τα μάτια μου από τον τρόμο. Λέγε μου τι είδες, γειτόνισσα που με κρατάς από το χέρι; Β'. ΜΑΝΝΑ. Στα λυπητερά τα λόγια της, απάντησι να δώσω δεν αντέχω κι' όλο τα μάγουλά μου με τα δάκρυα μου βρέχω.

Μένει ακόμα η Ρούσα· μα κ' εκείνη, καθώς άκουσα, την έχεις αρραβωνιασμένη. Θα μάσης κ' εκείνης τα λίγαπολλά της· κ' έπειτα να σκεφθής για λόγου σου. — Τα μάζεψα κ' εκείνης· τα μάζεψα και τα 'δωκα. Προψές στην Πόλη έλαβα γράμμα και μου 'λεγε πως έκαμαν το γάμο στις δεκαπέντε του Μαρτίου. Ήπιαν λέγει και στις χαρές μου. Τις δικές μου χαρές!...

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Κι αυτός ποιος είναι και τι λέγει τάχα; ΙΟΚΑΣΤΗ Κορίνθιος, και τον θάνατον του Πόλυβου ήλθε, του βασιλέως και του πατρός σου, ν’ αναγγείλη. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αλήθεια, ξένε; Λέγε, τι μαντάτα φέρνεις; ΑΓΓΕΛΟΣ Αν τούτο ν’ αναγγείλω, άναξ, πρώτα θέλης, γνώριζε πως ο Πόλυβος έχει αποθάνει. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Πώς; μη τον δολοφόνησαν; Ή απ’ αρρώστεια; ΑΓΓΕΛΟΣ Σε μια κλωστούλα κρέμεται η ζωή του γέρου.

Λέγε μας λοιπόν, πώς έγεινε; ήσουν εις την κλήρωσιν; — Εννοείται ήμουν. Το πώς έγεινε είνε απλούστατον. Εβγήκε από το κουτί ο αριθμός μου, τον ήκουσα που τον εφώναξαν, κ' έφυγα ευθύς, διά να μην έχω συγχαρήκια και αηδίαις. Αλλά φαίνεται το εμυρίσθηκε ο κόσμος, αφού το έμαθε και ο Δημήτρης. — Ου! διακόπτει Περδίκης ο νεώτερος· όλοιτο χρηματιστήριον το ξεύρουν,

Λοιπόν θέλεις να προχωρήσωμεν κατά σειράν και να διχοτομήσωμεν τόρα πάλιν την θεωρητικήν; Νέος Σωκράτης. Βεβαιότατα. Ξένος. Πρόσεχε καλά λοιπόν μήπως παρατηρήσωμεν εις αυτήν καμμίαν φυσικήν σχισμήν. Νέος Σωκράτης. Λέγε ποίου είδους. Ξένος. Ιδού ποίου είδους. Είπαμεν βεβαίως ότι η λογιστική είναι μία τέχνη. Νέος Σωκράτης. Μάλιστα. Ξένος. Μία, νομίζω, από τας καθαρώς θεωρητικάς τέχνας.

Αυτά της είπα και η θεά μ' απάντησεν αμέσως• Θα σου ομιλήσω, ξέν', εγώ με όλη την αλήθεια, συχνάζει εδώ ένας άψευτος γέροντας πελαγήσιος, Πρωτέας ο αθάνατος, Αιγύπτιος, 'που τα βάθη 385 γνωρίζει όλης της θάλασσας, δούλος του Ποσειδώνα. πατέρας μου είναι, ως λέγουσιν, αυτός μ' έχει γεννήσει. καρτέρι εκείνου αν δύνοσουν να 'στήσης και τον πιάσης, τον δρόμο αυτός θα σου 'λεγε, του ταξειδιού το μάκρος, και πώς, το μέγα πέλαγος σχίζοντας, να γυρίσης. 390 και αυτός ακόμη θα σου ειπή, διόθρεπτε, αν το θέλης, ό,τι κακότο σπίτι σου και ό,τι καλό συνέβη, ενώ 'λειπεςτο μακρυνό και δύσκολο ταξείδι.

Ατιμία δεν είνε η ταπεινή τέχνη· είνε να μην ξέρης να δουλέψης την τέχνη σου... Μα τι τα θες αυτά; επρόσθεσε με δυσάρεστο μορφασμό. Εσύ τώρα είσαι στο πόδι του πατέρα σου κι ό,τι θέλεις θα γένη. Εγώ άλλη κουβέντα ήρθα να σου κάμω κι αλλού πέσαμε. — Λέγε, μητέρα· σ' ακούω. Μα στην ψυχή του πατέρα μου σ' ορκίζω πρώτα. Μη μου ειπής για κείνον τον τιποτένιο το Θεομίσητο.

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Λέγω, αν δεν συμφώναγε με σένα ο μάντις, του Λαΐου φονιάς δεν θα ’λεγε πως είναι ο Οιδίπους. ΚΡΕΩΝ Δεν ξέρω ο μάντις τι σου λέγει. Ωστόσο θέλω να μάθω, ως θες και συ από με να μάθης. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Εξέταζε. Φονιά ποτέ δεν θενά μ’ εύρης. ΚΡΕΩΝ Πώς; μη δεν έχης σύζυγον την αδελφή μου; ΟΙΔΙΠΟΥΣ Απ’ όσα λέγεις τίποτε δεν απαρνούμαι. ΚΡΕΩΝ Μαζί της δεν μερίζεσαι την εξουσίαν;

Και ο μεν Σωκράτης, όταν ο δούλος εγέμισε τον ψυκτήρα, έπινε· ο δε Ερυξίμαχος: — Πώς εννοείς λοιπόν, είπε, να κάμωμεν, Αλκιβιάδη; έτσι θα πίνωμεν χωρίς ούτε ομιλίαν ούτε άσματα, απαράλλακτα όπως οι διψώντες; Και ο Αλκιβιάδης: — Ερυξίμαχε, είπε, λαμπρότατε γόνε λαμπροτάτου πατρός και σωφρονεστάτου, χαίρε. — Χαίρε και συ, είπεν ο Ερυξίμαχος· αλλά λέγε τι πρέπει να κάμωμεν;

ΦΕΡΔΙΝ. Το τραγούδι αναφέρει τον πνιγμό του πατρός μου· τούτο δεν είναι ανθρώπινο πράμμα, μήτε είναι ήχος της γης. Τώρα το ακούω αποπάνου μου. ΠΡΟΣΠ. Σήκωσε τα βλέφαρά σου, και λέγε, τι βλέπεις εκεί πέρα; ΜΙΡ. Τι είν' αυτό; ένα πνεύμα; Θεέ μου, πώς κυττάζει τριγύρω! Πίστεψε με, αφέντη, η μορφή του είναι καλή. — Αμμ' είναι πνεύμα!

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν