Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Μαΐου 2025
Το περίεργο είναι που η παλιά κατάληξη σώζεται και στις ξένες λέξες· αφτό είναι το σπουδαίο. Δεν κλίνουν πουθενά στην Ελλάδα ο καφέ, οι καφέ, τους καφέ, η κουβέντα, της κουβέντα, οι κουβέντα, τις κουβέντα , κ' είναι αδύνατο ο γραικικός λαός να κλίνη, για την ώρα με τέτοιο τρόπο.
Γιατί, εσκέφθην, να πονώ και να παραπονούμαι, αφού και ένας ισχυρός μονάρχης της Αγγλίας, — το σεβαστόν του όνομα καλά, δεν ενθυμούμαι, πηγαίνετε και λάβετε αλλού πληροφορίας, — Όταν κι' εκείνος έπεσε από τον θρόνο κάτω, και το 'ψηλό κεφάλι του δεν είχε πού να κλίνη, σαν ψωμοζήτης άθλιος 'στον κόσμο επλανάτο, ως ότου πια κατήντησε χοιροβοσκός να γίνη;
Και άφησ' η Ηώ του υπέρλαμπρου του Τιθωνού την κλίνη το φως να φέρη των θνητών και άμα των αθανάτων. και συγκαθίζαν οι θεοί και 'ς αυτούς μέσα ο Δίας ο υψηλοβρόντης, 'που κρατεί την πρώτην εξουσία. κ' η Αθήνη τους μνημόνευε τα πάθη του Οδυσσέα, 5 κ' εσύγκλαι' αυτόν, 'που ευρίσκονταν 'ς τα δώματα της νύμφης•
Εφάν' η ροδοδάκτυλη Ηώ του όρθρου κόρη, και ο μαχητής Μενέλαος εγέρθη από την κλίνη, ενδύθη, και το κοφτερό 'ς τον ώμο έζωσε ξίφος. 'ς τα λαμπρά πόδια του καλά προσέδεσε πεδούλια, κ' εκίνησε απ' τον θάλαμον όμοιος των αθανάτων. 310 του Τηλεμάχου ωμίλησε καθήμενος σιμά του•
Ποιος νάνε τάχα ο νιος οπού θα σ' αποχτήση; Ποιος νάνε τάχα ο νιος που μ' ένα δαχτυλίδι, Μαντήλι μου ακριβό, κανίσκι θα σε πάρη; Ποιος νάνε τάχα ο νιος, που μ' ένα φίλημά του Γλυκό και φλογερό απ' το λευκό μου χέρι 'Σ την κλίνη την αγνή θα μ' οδηγήση νύφην; Ποιος νάνε τάχα αυτός; Πέτε μου, εσείς δεντράκια Κ' εσείς καλά πουλιά. Μουρμούρισέ μου αγάλια Εσύ, ωραίε γιαλέ και γαλανέ ουρανέ μου!
Ο πατέρας τής είπε πολλές φορές διά να κλίνη να υπανδρευθή μα αυτή καθόλου δεν ήθελε να τον ακούση, προφασιζομένη, ότι επιθυμούσε να ακολουθήση την αυτήν ζωήν που άρχισε ανύπανδρη. Αλλά τέλος πάντων, αφού και απέθανεν ο πατέρας της, ευρισκομένη μονάχη χωρίς τινά, απεφάσισε και επήρεν άνδρα ένα νέον πραγματευτήν ονόματι Ταμίμ πολλά καλής διαθέσεως.
Δε φτάνει να κλίνη πατήρ και πατράσι , να συνηθίζη λίθους αντίς πέτρες · είναι απαραίτητο να φανή αττικός σε κάθε φράση που θα γράψη.
Τα λόγια ταύτα ενώ 'λεγαν εκείνοι ανάμεσόν τους, η Ευρυνόμη ετοίμαζε την κλίνη και η βυζάστρα με μαλακά σκεπάσματα, 'ς την λάμψι των λαμπάδων. 290 και άμ' έστρωσαν με προσοχή την στερεωμένην κλίνην, εγύρισ' η γερόντισσα 'ς το σπίτι να πλαγιάση· η Ευρυνόμη με το φως εμπρός τους προχωρούσε, 'ς την κλίνην ενώ πήγαιναν, και, αφού στον θάλαμόν τους τους πήγεν, αναχώρησε· και της αρχαίας κλίνης, 295 με την καρδιά περίχαρη, την θέσι κείνοι ευρήκαν. ωστόσο οι τρεις, Τηλέμαχος, Εύμαιος και βουκόλος, τον χορό παύσαν, κ' έκαμαν να παύσουν η γυναίκες, και 'ς τα ισκιωμένα μέγαρα κατόπι αναπαυθήκαν.
Ολόγυρα το νερό διάφανο, ακίνητο σαν γυάλα το έσκεπε και το έλουζε τροφός μαζί και ταίρι, πνοή του και κλίνη του. Και κάτω από το μαρμαρένιο βάθρο σκοτεινή έχασκεν η άβυσσος, κρύα και άπατη σαν κάποιος κύκλος μαγικός αλύτων μυστηρίων και σιγής ατάραχης. Εύρα το δέντρο στον ύπνο του. Μα και στον ξύπνο να το εύρισκα ίδιο έκανε. Αν ήταν ν' αρπάξω ένα κλαδί και να εβγώ απάνω, καλά.
Κ' η Πηνελόπ' η φρόνιμη 'ς εκείνον αποκρίθη· «Την κλίνη θα 'χης πάντοτε την ώρα 'που η καρδιά σου θελήση, αφού τώρ' οι θεοί σ' αξίωσαν να φθάσης 'ς το σπίτι το καλόκτιστο, 'ς την γη την πατρική σου. και αφού θεός σου θύμισεν εκείνον τον αγώνα 260 ειπέ μου τον, και, αν ως θαρρώ, κατόπι θα τον μάθω, κακό δεν είναι τώρα ευθύς να μου τον φανερώσης».
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν