United States or Indonesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ολόγυρα το νερό διάφανο, ακίνητο σαν γυάλα το έσκεπε και το έλουζε τροφός μαζί και ταίρι, πνοή του και κλίνη του. Και κάτω από το μαρμαρένιο βάθρο σκοτεινή έχασκεν η άβυσσος, κρύα και άπατη σαν κάποιος κύκλος μαγικός αλύτων μυστηρίων και σιγής ατάραχης. Εύρα το δέντρο στον ύπνο του. Μα και στον ξύπνο να το εύρισκα ίδιο έκανε. Αν ήταν ν' αρπάξω ένα κλαδί και να εβγώ απάνω, καλά.

Δεν επαραπονιόταν όμως γιατί αναγνώριζε το δίκαιό τους. Ήξευρε πως ο ναύτης έχει νόμο την πρόληψη. Ό,τι τον εφούρκιζε και τον απέλπιζε ήταν η τύχη του. Μ' εκείνη επάλαιβε νυχτόημερα στον ύπνο και τον ξύπνο του. Και ο ίδιος επίστεψε πως κάτι κακό εγεννήθηκε στην πλάσι μαζί με τη γέννησί του και τον ακολουθούσε τόρα θαλασσινό στοιχειό, εκδικητικό και παντοδύναμο στα ταξείδια του.

Πήγε να τρελλαθή ο Αγάς. «Μόνο ρωμιώπουλο μπορεί να βγη τόσο πρόσχαρο και ξυπνό», γύρισε κ' έλεγε του πατέρα του. Τους προβόδισε ο αγάς ως τη θύρα του πύργου σαν έφευγαν. Γυρίζοντας ο μικρός ναποχαιρετήση την αφεντειά του καθώς ξεκινούσαν, κακή του μοίρα, κ' έπεσαν τα μάτια του στο καφάσι του χαρεμιού. Δε σκέπαζε όλο το παράθυρο το καφάσι.

Το ναυτόπουλο άναψε τα φανάρια στη θέσι τους· ο καπετάνιος εκατέβηκε να κοιμηθή· ο Μπούλμπερης έκατσε στο τιμόνι· ο Μπραχάμης ο σκύλος μας εκουλουριάσθηκε στη ρίζα του αργάτη ν' αναπαυθή κ' εκείνος. Εγώ ούτε ν' αναπαυθώ ημπορούσα. Ούτε ύπνοούτε ξύπνο. Εδοκίμασα να πιάσω κουβέντα με τον τιμονιέρη· μα είχε τόσην ανοστιά που έσβυσεν ευθύς σαν φωτιά αναμμένη με χλωρόξυλα.