Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025


Αλλά κατόπι ρίχνοντας πικρό κ' εκείνους βέλος Χτυπούσε· και πυκνές φωτιές νεκρών εκαίγαν πάντα. 'Μέραις εννιάτο στράτευμα έτρεχαν θεού βέλη. 'Σ ταις δέκα κάλεσ' εις βουλήν λαόν ο Αχιλλέας. Αυτόν εφώτισ' η θεά ασπραγκαλιάρα Ήρα, Λυπούμενη τους Δαναούς, ότ' έβλεπε 'παιθαίνουν. Λοιπόν σαν εσυνάχθηκαν, και κάθησαν αντάμα, Ο γοργοπόδης Αχιλλεύς σηκώθ' εις τούτους, κ' είπε·

Ναι, στην αρχή μπορεί δύσκολο να φαίνεται, μα δύσκολο στην αρχή μονάχα και για να γίνη έφκολο κατόπι.

Ο πατριωτισμός είτανε ναρκωμένος κι αυτός, και μόλις μισοξυπνούσε σαν πέφτανε μεγάλα δυστυχήματα, καθώς θα δούμε κατόπι.

Αυτά 'πεν όμως την χορδήν εκείνος να τανύση έλπιζε και το σίδερο με βέλος να περάση, κ' έμελλε πρώτος να αισθανθή το βέλος απ' το χέρι τον Οδυσσέα του λαμπρού, 'που κείνος είχε υβρίσειτο δώμ' αυτού καθήμενος, κ' οι φίλοι τον κατόπι. 100

Εκείνες που το έλεγαν αυτό, η μία με την άλλη, είχαν έρθει, τώρα κοντά, εκεί, στο μέρος που ήτον το γλέντι το νυχτερινό, κ' εφώναζαν άλλες να της ακολουθήσουν... Κ' έφευγαν όλαις μαζύ, η μία κατόπι της άλλης, κι' άδειασε πολύς τόπος. Γυναίκες πάρα-πολλές, και καμπόσοι άνδρες και παιδιά, μονοκοπανιά έφυγαν από 'κεί που ήμουν, κι' άρχισαν να τρέχουν τον ανήφορο.

Δε μ' έννοιωσες, τάχα; Τάχα δεν έφαγες ποτέ σταφύλια στ' αμπέλι; Δεν είχες ποτέ σου αμπέλι, κούτσουρα αραδιασμένα το χειμώνα, ύστερα ν' αρχίζη να πρασινίζη, να βγάζη τα χνουδωτά σημάδια της νιότης, να πετάη βλαστάρια και να κλαδώνη, κατόπι νανθίζη και να κρεμιένται τα χιονάτα λουλούδια του, έπειτα μικρές αγορίδες, κι αυτές να μεγαλώνουν και να γίνουνται σιγά σιγά κόκκινες, ώσπου να καταντούνε σταφύλια; Σα να μου λες, θαρρώ, ναι.

Έτσι όχι! απ' τα σκυλιά άθρωπος την κάρα δε σ' τη σώζει, μηδέ κι' αν δέκα θησαβρούς κι' αν είκοσι μου φέρει κι' εδώ μετρήσει, και πολλά κατόπι κι' άλλα αν τάξει· 350 μήτε κι' ακόμα ο Πρίαμος με μάλαμα αν σε ζιάσει, ναι κι' έτσι νεκροστόλιστο δε θα σε κλάψει η μάννα στο στρώμα απάνου εσένανε, των σπλάχνων της το θρέμμα, Μον όρνια κάθε σου μπουκιά και μούργοι θα μοιράσουν

Καθώς όταν πανώρια γυναίκα, που καταμάγεψε τον κόσμο με τη νιότη της και με την ομορφιά της, αγκομαχάη, χτικιασμένη και βασανίζεται σ' αρρώστου κρεββάτι, κ' έρχουνται φίλοι πολλοί και με λούλουδα και με δώρα αρχοντικά της λαφραίνουν τις θλιβερές της ώρες, υγεία όμως και δύναμη να της δώσουνε δεν έχουν τρόπο, μάλιστα κι αν αναλάβη η άρρωστη, αυτοί με τα όργια τους την ξανακυλούνε, — έτσι μας φαίνεται πως κ' οι μεγαλόκαρδοι εκείνοι οι Ρωμαίοι που και πριν από το Σύλλα και κατόπι την αγάπησαν την Ελλάδα και με πλούσια δώρα την καταστόλισαν, το βαθιορριζωμένο πάθος που τηνέ μάραινε δεν μπορούσανε να της το γιατρέψουν και μήτε το σκοπεύανε.

Κατόπι γύρω φόρεσε τα δίχουφτα στο στήθος τσαπράζα τ' αδερφού Λυκά, και τούρθαν στο κορμί του.

Πρι νάρθουμε στα εμπορικά και στα βιομηχανικά των καιρών εκεινώνε αξίζει να σημειώσουμε κάτι για τα δημόσια τ' αξιώματα, πώς δηλαδή πουλιούνταν κι αγοράζουνταν. Είναι αλήθεια πως κι ο Αναστάσιος κι άλλοι αυτοκρατόροι κατόπι ζητήσανε να το ρίξουν αυτό το σύστημα, μα τόσο απότυχαν, που πέντε αιώνες πέρασαν κι ακόμα τιμοκαταλόγους αξιωμάτων έγραφε ο Πορφυρογέννητος!

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν