Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025
Κρίνεται λοιπόν ο Τιμάσιος και ξορίζεται στη Λιβύα. Πήγε στην έρημο, και πια δε ματακούστηκε. Κατόπι, για να μην τύχη και τα ξεστομίση αυτά ο Βάργος της γυναίκας του και μαθευτούνε, τονέ θανατώνει κι αυτόν. Τέτοιος είταν ο Πραιπόσιτος.
Ιδού, σας ευχαριστώ διά την καλήν σας συμβουλήν. — Ε! το αμάξι μου! — Νύκτα σας καλή, Κυρίαις χαριτωμέναις· Κυρίαις, καλή νύκτα· καλή σας νύκτα, καλή σας νύκτα. ΒΑΣΙΛΕΑΣ Κατόπι της, παρακαλώ, και φύλαξέ την προσεκτικά.
Πρώτα συναιρέθηκαν τάτονα ο· τότες μόνο άρχισαν και πρόφεραν ένα ο τονισμένο κ' ένα άτονο ο κατόπι από το τονισμένο, σα σκέττο ο . Κι από πού βλέπουμε που αλήθεια έτσι έγινε το πράμα: Μας το δείχτει η καθαρέβουσα. Η λέξη πρόοδος κ' η λέξη προοδεύω δημοτικές δεν είναι, ωςτόσο σήμερα κατάντησαν, μπορεί να πούμε, κοινή συνήθεια· και τις δυό τις ξέρει ή τουλάχιστο θα τις καταλάβη όλος ο κόσμος.
Θα μου πης πώς κατόπι, σαν πήγε να μας πνίξ' η πλημμύρα, βρεθήκανε Φράγκοι που έδωσαν όχι βοήθεια, μόνο τη ζωή τους για το έθνος που πρωτόφερε στη γης τον ανθρωπισμό. Αυτοί τον είχανε στ' αλήθεια τον ανθρωπισμό.
Ξέχασες πως είμαι φτωχοκόριτσο και ξένο, πως μ' έφεραν εδώ για να συντροφέβω την Ελένη, να κάθουμαι μαζί της; Έχουμε καιρό. Βλέπουμε κατόπι. Αν το πης, θα μας χωρίσουν και μου αρέσει τόσο να μιλής και να σε κοιτάζω! Ίσως πάλε φταίω γω που σ' άκουσα εκείνο το βράδυ, που αποκρίθηκα ναι. Τι να κάμω; Αχ! δεν ξέρεις· μου φαίνουνταν τόσο παράξενο! Δε φαντάζουμουν πως θα μ' αγαπήση κανένας.
«Όλα αυτά ανακατεύονταν μέσα στο μυελό μου, το ένα κατόπι τ' αλλουνού, σαν κύμα που ακολουθάει το κύμα, και μάκραιναν ως χίλιες οργυιές την υπομονή μου.
ΑΜΛΕΤΟΣ Ναι, ω μητέρα, φονικωτάτη πράξις! όσο βασιλέα να θανατώση τις κ' επάνω εις τον νεκρόν του να νυμφευθή κατόπι με τον αδελφόν του. ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Να θανατώση βασιλέα; ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Τι έκαμα διά να τολμάς με γλώσσαν τόσο σκληρήν να με αποπάρης;
Πολύ φυσικό αυτό, μια και δεν είταν πια η Ρώμη μήτε πρωτεύουσα μήτε δευτερεύουσα, παρά κατρακύλησε και πήγε η πολιτική σημασία της μαζί με το δυτικό Κράτος μερικά χρόνια κατόπι από τη Σύνοδο εκείνη.
Για αφτό σε κλαίω με πόνο, σε λαχταράω που πέθανες, γλυκόλογέ μου πάντα.» 300 Έτσι θρηνούσε, κι' έκλαιγαν κατόπι κι' οι γυναίκες, εκείνον τάχα μα καημούς η καθεμιά δικούς της.
Έτυχε ποτέ σου να δης φάντασμα, από μέσα κιβούρι, κι απ' έξω άσπρο, καθάριο σεντόνι; Να τρομάζης, και να πολεμάς να το ξεφύγης, κι όλο να τακολουθάης το στοιχειό; Να τρέμουν τα σκέλια σου, και να μην πέφτης χάμω, μόνο να πηγαίνης κατόπι του ώσπου να σε φέρνη στο Κοιμητήριο, να σου δείχνη τα μνήματα ένα ένα, να σε κάνη να διαβάζης τις πλάκες τους, να γονατίζης εμπρός τους, ύστερα να σε προστάζη να ξαπλώνεσαι και να θαρρής πως είσαι και συ θαμμένος μέσα στο Κοιμητήριο; Να το ξέρης πως μπορείς να σηκωθής, να τρέξης και να φύγης έξω στο ζωντανό τον κόσμο, και πάλι να μην μπορής, γιατί δεν το θέλει το φάντασμα; Κ' έτσι να γίνεται η θέλησή του δική σου, και να μένης εκεί ξαπλωμένος και μισαποθαμμένος, και να φαντάζεσαι πως σ' έχουνε σκεπασμένο και με μνημείο μαρμάρινο, με γράμματα χρυσωμένα απάνω του, μ' άλλα λόγια πως πέθανες, δοξάστηκες, αποθεώθηκες;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν