United States or São Tomé and Príncipe ? Vote for the TOP Country of the Week !


Του πολιτισμού τον δρόμο τον ακολουθάει και τονε σπουδάζει καθώς ταστέρια ο αστρονόμος. Δεν είναι νόμος, δεν είναι σύστημα που δεν τόχει μελετημένο. Τα ξέρει όμως όλα καθώς ξέρει την ιστορία· &από το βιβλίο&. Οι σοφίες που διάβασε δε ζωντανέψανε μέσα του. Του λέει λοιπόν, «Εμένα δεν είναι δουλειά μου, αυτά γίνουνται στην Ευρώπη». Μα, φρόνιμε νoικοκύρη μου, μήτε του Άγγλου δεν είναι δουλειά του.

Και τέλος η επίσημη βυζαντινή μορφή του Χριστού ορίστηκε κατά την ιδέα της ανθρώπινης ματαιότηταςπρόσωπο αυγουλό, κοντά κι ανάργια γένεια, μαλλιά μακριά χωρισμένα στη μέση, φυσιογνωμία σοβαρή και μελαχολικιά. Αυτή είναι περίπου η μορφή που ακολουθάει ως τα σήμερα η εκκλησιαστική μας η τέχνη.

Όπου χαραίς γελοκοπούν, κλάματα εκεί και θρήνοι, λύπη σκιρτά, χαρά πονεί, ως αφορμή την κλίνει Δεν είναι ο κόσμος άφθαρτος· όθεν ας μη θαυμάζη κανείς αν με την τύχην μας κ' η αγάπη μας αλλάζει, ότ' είναι ακόμη αμφίβολον η αγάπη αν οδηγάει την τύχην, ή την τύχην αν η αγάπη ακολουθάει. Έπεσε ο μέγας και όλοι ευθύς οι φίλοι τον αφίνουν, πτωχός ανέβ', οι πριν εχθροί το γόνα εμπρός του κλίνουν.

Βγαίν' η νύφη με τα κορίτσια, ακολουθάει η μάννα με τον Κωσταντή, τις γειτόνισσες κλ. Ώρα καλή να δώση ο Θιός Και των αγιώνε η χάρη, Να φέγγης πάντα λαμπερή Σαν ταργυρό φεγγάρι. Τα ίδια. ΓΑΡΟΥΦΑΛΙΑ, ύστερα ΚΕΡΙΑΚΟΣ Γαρουφ. Είδα πολλούς γάμους, μα σαν και τούτον άλλο δεν είδα. Πιώτερες κλάψες παρά χαρές. Το φαρμάκεψαν τα δάκρια αυτό το ροδόσταμα. Δεν την καταλαβαίνω μα το ναι τέτοια βιάση.

Ήταν τα στριφογυρίσματα του κλειδιού της πόρτας του σπιτιού και τα πατήματα του Λάμπρου και της Βασίλως, οπώφευγαν από τα χώματά τους δίχως μιλιά, δίχως δάκρυα. Ο δρόμος, λιθοστρωμένος κάπου κάπου από τον καιρό τ' Αλήπασ' ακόμα, ακολουθάει την ποταμιά κι ανεβαίνοντας κατά τη Λάκκα πέφτει μέσα στα βάθη των Στενών του Σουλιού.

Μα έχουν τη μεγαλήτερη της ομορφιάς την αντίπαλη, τη ρωμαίικη τη χάρη και τη νοστιμάδα. Είναι και ντυμένες κατά τη μόδα. Η Κυρία μας πρέπει να την ξέρη τη μόδα νερό. Με τα πρωινά της είναι ακόμα. Τα κατάμαυρά της μαλλιά τάχει στρεφογυρισμένα με μιαν αταξία, που χρειάζεται χρόνια σπουδή να τη μάθης. Τα χερουλάκια της γλυκοπαίζουν απάνω στον ώμο της κόρης της. Φεύγει το κορίτσι, ακολουθάει ο δούλος.

«Όλα αυτά ανακατεύονταν μέσα στο μυελό μου, το ένα κατόπι τ' αλλουνού, σαν κύμα που ακολουθάει το κύμα, και μάκραιναν ως χίλιες οργυιές την υπομονή μου.

Ήταν τα στριφογυρίσματα του κλειδιού της πόρτας του σπιτιού και τα πατήματα του Λάμπρου και της Βασίλως, οπώφευγαν από τα χώματά τους δίχως μιλιά, δίχως δάκρυα. Ο δρόμος, λιθοστρωμένος κάπου κάπου από τον καιρό τ' Αλήπασ' ακόμα, ακολουθάει την ποταμιά κι ανεβαίνοντας κατά τη Λάκκα πέφτει μέσα στα βάθη των Στενών του Σουλιού.

Ακολουθάει και δωδέκατο τάγμα, που ίσως έπρεπε νάρχεται πρώτο. Ίσως για ν' αληθέψη το ρητό, «οι πρώτοι έσχατοι και οι έσχατοι πρώτοι». Φίλε μου και Κληρονόμε, την είδαμε την «Ελλάδα» σ' όλη της τη δόξα την τωρινή.

Γιατί πίσω του ακολουθάει πάντα, όπως πίσω από την πατρική κατάρα το ξεθεμέλιωμα της γενεάς, ένας χτύπος κρύος που θυμίζει αμέσως το χώμα και το νεκροκρέβατο. Και νάτος! αντήχησεν ο αναθεματισμένος χτύπος κ' αισθάνθηκα το καράβι να σπαράζη σύσκαρο, σαν να το έπιασαν σπασμοί. Πηδάω στην πλώρη.