Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Ιουνίου 2025


Αφόντας σκλαβωθήκαμαν τι δρόμο πήρε ο αφεντικός μου και η φαμίλλια του δεν ξέρω. «Αφού γλύτωσα, τράβησα δρόμο κατά τη θάλασσα. Ύστερα από πολλές μέρες έφτασα σ' ένα λιμάνι, μπήκα μέσα σ' ένα καράβι φράγκικο και μ' έβγαλε στην Αλεξάντρα. Απέκει τράβησα πάρα μέσα. Έκατσα τέσσαρα- πέντε χρόνια και, δόξα τον Θεό, απόλαψα πολλά ολίγα χρήματα, και κίνησα νάρθω στην Πατρίδα.

«Τηλέμαχε υψηλόλογε, ακράτητετον νου σου μη βάζης άλλο τι κακόν, είτ' έργον είτε λόγον• αλλά τρώγε και πίνε μου 'σαν πρώτα• θα σου κάμουν 305 ό,τι ζητείς οι Αχαιοί, καράβι, κουπηλάταις καλούς, να φθάσης γλήγορατην Πύλο την αγία, όπως ζητήσης άκουσμα του θαυμαστού πατρός σου».

Ο αέρας τέλος πάντων αλλάσσοντας τους ήλθε μία φουρτούνα τόσον φοβερά και κινδυνώδης, που έχασαν την στράταν τους, και δεν ήξευραν πλέον που να βάλουν το τιμόνι και τα πανιά, εκινδύνευαν να χαθούν, αν ο καιρός ύστερα από μερικές ημέρες δεν ήθελε τους ρίξει εις ένα νησί αγνώριστον, εις το οποίον αράζοντας, είδαν ευθύς πολλές φελούκες που τους επερικύκλωσαν από όλα τα μέρη από τες οποίες εβγαίνοντας πλήθος ανθρώπων ανέβαιναν με μεγάλην βίαν εις το καράβι τους.

Ο βασιλεύς εφιλοδώρησεν όλους ημάς πλουσιοπάροχα, μάλιστα τον στρατιώτην που κατώρθωσε το ανδραγάθημα, τον οποίον και ετίμησε με αξίωμα στρατιωτικόν. Εγώ μετά ταύτα εσύχναζα εις την συναναστροφήν των πραγματευτών· όταν μίαν ημέραν περπατώντας εις τον λιμένα με άλλους πραγματευτάς, είδαμεν και άρραξεν ένα καράβι ξένον, και άρχισε μετέπειτα να ξεφορτώνη τας πραγματείας που έφερεν.

Όλ' αυτά ήσαν απαραίτητα, απαντούσε ο μονόφθαλμος δόχτορας, και οι ατομικές δυστυχίες κάμνουν την καθολική ευτυχία· σε τρόπο, που όσο υπάρχουν περισσότερες ατομικές δυστυχίες, τόσο περισσότερο το σύνολο είναι καλύτερα. Ενώ συζητούσαν ο ουρανός σκοτείνιασε, οι άνεμοι φύσηξαν από τα τέσσερα σημεία τουρανού και το καράβι τόπιασε η τρομερώτερη τρικυμία μπροστά στο λιμάνι της Λισσαβώνας.

Δεν είχε ο λόγος τελειωθή, και ως έστρεψε την όψι το πλοίον είδ' ο Αμφίνομος μες τον βαθύ λιμένα, και οπού μαζόναν τα πανιά, κ' έπιαναν τα κουπία. από καρδιάς εγέλασε, και των συντρόφων είπε• «Το μήνυμα τι θέλουμεν; ιδέ τους οπ' εμπήκαν• 355 ή κάποιος από τους θεούς τους το 'πε, ή το καράβι 'που προσπερνούσ' είδαν αυτοί και δεν το καταφθάσαν».

Δεν είδα πλέον το καράβι του επιβούλου γέροντος, με το να εμίσευσε πάραυτα. Και τότε άρχισα να στοχάζωμαι τον κίνδυνον, εις τον οποίον πάλιν ευρισκόμουν, φοβούμενος να μη με καταφάγωσιν αι τίγρεις, θηρία τόσον άγρια· μα ο φόβος μου ογλήγορα έπαυσε, με το να εξάνοιξα ένα καράβι μακρόθεν το οποίον βλέποντάς το εχάρηκα κατά πολλά και έλαβα καλήν ελπίδα.

Το γέλοιο της αντηχούσε ακόμη όταν μπήκε στην εκκλησιά. Όταν την άκουσε να γελάη, ο λεπρός έφυγε. Η Βασίλισσα έκανε μερικά βήματα μέσ' το ναό. Έπειτα λύθηκε όλο το κορμί της, κ' έπεσε στα γόνατα, με το πρόσωπο χάμω, και τα χέρια σταυρωμένα. Την ίδια μέρα, ο Τριστάνος αποχαιρέτησε τον Ντινάς, σε τέτοιο χάλι που φαινότανε σα να τα είχε χαμένα, και το καράβι του αρμένισε για τη Βρεττάνη. Αλλοίμονο!

Δεν επέρασε πολύς καιρός και απέθανε, και έμεινα εγώ με την μητέρα μου, η οποία ευθύς που απόθαψε τον πατέρα μου άφησε το ό,τι και αν είχε, και ανταμώθη με ένα που αγαπούσε, και εμίσευσε διά τας Ινδίας με ένα καράβι πραγματευτάδικο· μα πριν μισεύση αυτή η κακής διαθέσεως γυναίκα, με όλον που ήτον μητέρα μου, με επούλησεν εις ένα πραγματευτήν από σκλάβες, ο οποίος με έφερεν εδώ μαζί με άλλες πολλές, που είχεν αγοράσει διά να τες φέρη εις το σαράγι τούτου του βασιλέως· οπόταν δε είδε τον καιρόν αρμόδιον διά να μας παρουσιάση εις τον βασιλέα, μας εστόλισε με διάφορα στολίδια και φορέματα, και μας έφερεν εις το βασιλικόν σαράγι.

«Κάνε γρήγωρα, σύντροφε, και γύρισε αμέσως εδώ. Αν αργήσης, δε θα με ξαναϊδής πεια. Πάρε προθεσμία σαράντα μέρες, και φέρε μου την Ιζόλδη την Ξανθή. Κρύψε την αναχώρησί σου από την αδερφή σου, ή πέσε ότι πας να ζητήσης κάποιο γιατρό. Θα πάρης το ωραίο μου καράβι. Πάρε μαζύ σου δυο πανιά, το ένα μαύρο το άλλο άσπρο.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν