Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 28 Ιουνίου 2025


Τα πόδια μου βαστούσανε καλά, μα η ψυχή μου ένοιωθα πως γινότανε παραλυτική μέσα μου, σαν το κορμί του ζητιάνου. — Χωρίς άλλο, είπα με τον εαυτό μου, αυτός ο παραλυτικός είναι ένας ανόητος και δεν ξέρει τι λέει. Ας γυρίσω στη δουλειά μου.... Κοντοστάθηκα μια στιγμή κ' ύστερα γύρισα βιαστικός, σαν να με κυνηγούσαν. Πέρασα τον κάμπο γλήγοραγλήγορα κ' έφθασα πάλι στη μεγάλη στράτα.

Εδώ κι’ εκεί σποραδικά στον μυρωμένον κάμπο Κένταγεν ώμορφα χωριά, χωριά και χωριουδάκια.

Κ' εμεγάλων' ο γιός του Νάκο-Μήτρα και της Ζαχαρούλας η παρηγοριά. Ήταν πια δεκαπέντε χρονώ λεβέντης· Μιαν αβγινή, το λοιπόν, ήταν γερμένος ο Αργύρης στο Βαθυλάκωμα απάνου κι αλαφρά απάλαφρα φύσαε τη γλυκειά τη φλογέρα του. Έπαιρνε του βουνού το πρωινό τ' αγεράκι τον τρελόν αχό, το γλυκολάλημα της φλογέρας, και τάπλωνε ολούθε στο κάμπο και τόφερνε στη δεμοσιά δωκάτου.

Μπήκαν λοιπόν κι' αρμένιζαν αφτοί στο κύμα απάνου. κι' ο γιός Ατρέα πρόσταξε να παστεφτεί τ' ασκέρι κι' αφτοί καλοπαστρέβουνταν και στο γιαλό πετούσαν τις λέρες, κι' έσφαζαν σωστά βοϊδότραγα του Φοίβου 315 κοντά στην πολυτάραχη ακρογιαλιά· κι' η τσίκνα στριφοκλωθούσε, στον καπνό τριγύρω, ως στα ουράνια. Τέτιες αφτοί είχανε δουλιές μες στον πλατύ τον κάμπο.

Κι' εκιός τον καστρομαχητή γιο του Πηλιά σαν είδε, 550 στέκει, κι' ο νους του ανάδεβε πολλά ενώ καρτερούσε «Ωχού μου, αν πάρω δρόμο ομπρός στο φοβερό Αχιλέα πέρα όπου σκόρπιοι φέβγουνε κι' οι άλλοι, τότες κι' έτσι με πιάνει σα δειλό κιοτή και το λαιμό μού κόβει. 555 Μα αφτούς στο έλεός του εδώ αν τους αφίσω μόνους, κι' αλάργα απ' το καστρότειχο το βάλω εγώ στα πόδια μέσα απ' τον κάμπο, ως που να βγω απάνου εκεί ως στης Ίδας τις πυκνοδέντρωτες πλαγιές και στα λογγά τρυπώσω, τότες το βράδυ λούζουμαι στα κρύα νερά, και πίσω 560 γυρνάω στη χώρα δροσερός, τον ίδρο ξεπλυμένος ... Μα τι τα θέλει κι' όλα αφτά τ' ανασκαλέβει ο νους μου; Μήπως στον κάμπο οχ το καστρί με δει πως αλαργέβω, και με τσακώσει με γοργό ποδάρι κυνηγώντας· τι τότες πια από θάνατο και χάρο δε γλυτώνω, 565 τι δύναμη ίση σαν κι' αφτόν θνητός κανείς δεν έχει.

Είχε γυρίσει πάλι το καλοκαίρι, οι αστροφεγγιές σκορπούσανε τα μάγια τους στην ακρογιαλιά, το χώμα κ' οι θημωνιές ύστερα απ' τις ψιλές βροχούλες σκορπούσανε μεθυστικές μυρωδιές στον κάμπο, και τα φύκια στην ακρογιαλιά βαλσαμώνανε τον αέρα με την αλμύρα τους. Ο Παύλος γύρισε και είπε της Παυλίνας: — Γιατί είσαι παραπονεμένη, αγάπη μου; Τι θέλεις ακόμα να σου χαρίσω ; Ό,τι είχα σου τώδωκα.

Και πια σαν ήρθαν στον πλατύ των Αχαιώνε κάμπο, τράβηξαν όξω στην ξηρά το μελανό καράβι, 485 ψηλά στον άμμο, με μακριά το στήλωσαν φαλάγγια, κι' ατοί τους γύρω σκόρπισαν στα πλοία και καλύβια.

Λέξη Της Ημέρας

βουλιάξω

Άλλοι Ψάχνουν