Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Ιουνίου 2025
Ούτε σηκώνει του λοιμού προτού τα βαριά χέρια, Ως που δεν παραδώσομεν την μαυρομμάταν κόρην, Άλυτρην, αναγόραστην 'ς τον ποθητόν πατέρα, Κ' εις Χρύσαν δεν προσφέρομεν αγίαν εκατόμβην· Και τότε να ελπίσωμεν πως τον εξιλεούμεν. Έτσ' είπ' αυτός, και κάθησε.
Αυτός ο γέρος, αφού κάθησε κοντά τους, έτσι τους μίλησε: — Εγώ παιδιά μου, είμαι ο γέρο Φιλητάς, που πολλά τραγούδια τραγούδησα σ' αυτές εδώ τις Νύμφες και πολλές φορές για χάρη εκείνου εκεί του Πάνα έπαιξα το σουραύλι· κι ωδήγησα μεγάλο κοπάδι βοϊδιών μονάχα με τη μουσική. Κ' ήλθα τώρα να σας φανερώσω όσα είδα και να σας ειπώ όσα άκουσα.
Όταν έφτασα στην πόρτα κ' έστριψα το κεφάλι, είδα τη γυναίκα μου να φέρνη το Σβάντε στο κρεββάτι του Σβεν. Κάθησε στο ένα πλευρό κ' έβαλε το Σβάντε να καθήση στα άλλο. Έπειτα έσκυψε στο Σβεν. Όλην την ώρα όμως κρατούσε το χέρι του Σβάντε κ' είδα πως χάδευε και τα δυο παιδιά, χωρίς διάκριση. Όταν τέλος βγήκε όξω ο Σβάντε, πήγα μέσα και κάθησα στη θέση του, αντίκρυ στη γυναίκα μου.
ΚΡΕΟΥΣΑ Παιδί μου, εις το σπίτι μας ας πάμε. ΑΘΗΝΑ Ναι, να πάτε, κ' εγώ θα σας ακολουθώ. ΙΩΝ Άξια οδηγός να γίνης. ΚΡΕΟΥΣΑ Και ν' αγαπάς την πόλι μας. ΑΘΗΝΑ Στους παλαιούς τους θρόνους κάθησε τώρα. ΙΩΝ Άξιο το κτήμα που θα πάρω. ΧΟΡΟΣ Χαίρε, Απόλλων του Διός και της Λητούς!
ΠΡΟΣΠ. Ώμορφα εμίλησες. Κάθησε λοιπόν, και συνομιλήστε· είναι δική σου. Έ! Άριελ, τεχνικέ μου υπηρέτη, Άριελ! Μπαίνει ο ΑΡΙΕΛ. ΑΡΙΕΛ. Τι αγαπάει ο δυνατός Κύριός μου; ιδού με. ΠΡΟΣΠ. Συ και οι κατώτεροι συντρόφοι σου εκτελέσετε άξια την ύστερη υπηρεσία σας, και σας θέλω πάλι γι' άλλη παρόμοια μηχανή. ΑΡΙΕΛ. Ευθύς; ΠΡΟΣΠ. Ναι, σε ριπή οφθαλμού.
Κάθησε και με κοίταξε μ' ένα βλέμμα τόσο φωτεινό και βαθύ, σα να ήθελε να με κάμη να δω το βάθος της ψυχής της. — Πρέπει να μάθης ποιο είταν το χειρότερο απ' όλα, είπε.
Κι' η Θέτη πηδά απ' τ' ολόφωτο βουνό μες στου γιαλού τα βάθια, κι' ο Δίας πάει στον πύργο του. Κι' όλοι οι θεοί μπροστά του αντάμα προσηκώθηκαν απ' τα καθίσματά τους, μήτε αποκότησε κανείς να μείνει σαν τον είδαν 535 που σίμωνε, μον όλοι τους στέκουν μπροστά του ολόρθοι. Τότε έτσι ο Δίας κάθησε στο θρόνο του.
Χτες ήρθε και κάθησε κοντά μου κι ακκούμπησε το χέρι της στο δικό μου. — Πόσο πιο ευτυχισμένος θα είσουν, αν δεν είχες εμένα! είπε.
— Κάθησε κοντά μου, είπε. Δε θα ερεθιστώ. Θα μιλήσω ήσυχα. Γιατί δεν είμαι πια ανήσυχη. Αιστάνουμαι μόνο πως γκρεμίζουνται όλα. Δεν είμαι πια εδώ, αν και δεν μπορείς να το νοιώσης ακόμα, γιατί ξέρεις τόσα λίγα και γιατί τόσα λίγα μπορούσα να σου πω και γω.
Ο Άνθιμος ήταν σκυμμένος στο μπάγκο του, ενώ κοντά του ο αγαπημένος του γάτος, η μόνη του συντροφιά, συμμαζωμένος, ερουθούνιζε. — Καλημέρα, πάτερ Άνθιμε. — Καλό στο Σταυράκη· κάθησε. — Θα φύω γλήγορα, είπεν ο Σταυράκης, γιατί έχω πότισμα· μόνον ήρθα κάτι να σου πω για το μαστρογούμενο! — Τι είνε πάλι; — Μ' έχει να με χαλάση, μπρε παιδί, για τον ψήφο μου. — Πώς μαθές; αρώτηξεν ο καλόγηρος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν