Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Ιουνίου 2025


βαθεία τωόντι σκέψις στηριζομένη εις ολόκληρον τον βίον της ανθρωπότητος, εάν είναι αληθές ότι εις τας μεγάλας μεταβολάς, όσας ετέλεσεν η ανθρωπίνη αυτοβουλία, ο Θείος Νόμος εσιώπησεν εις την συνείδησιν, αι θείαι εντολαί ελησμονήθησαν, όπως πραγματοποιηθή ό,τι κατά τας υπαγορεύσεις του ανθρωπίνου λόγου απαιτούσεν η ανάγκη της ανορθώσεως του Δικαίου.

Αλλ' έμενετο μέγαρον ο θείος Οδυσσέας, και των μνηστήρων όλεθρο να εύρη εζήτα ο νους του με την Αθήνη, κ' είπ' ευθύς γοργά του Τηλεμάχου· «Ανάγκ' είναι, Τηλέμαχε, να θέσης τ' άρματ' όλα μέσα· κατόπι πλάνεσε με λόγια τους μνηστήραις, 5 όταν, ενώ τ' αναζητούν, για κείνα σ' εξετάσουν· θα ειπής· τα πήρ' απ' τον καπνόν, ότι δεν ήσαν πλέον ως ο Οδυσσέας τ' άφινε πριν πάγητην Τρωάδα, και, ως 'πώφθαν' άχνα της φωτιάς, την πρώτη λάμψι χάσαν· και άλλο τι μεγαλήτερο θεόςτον νου μου βάζει· 10 μήπως σας φέρ' εις έριδα, και κτυπηθήτε, η μέθη, και το τραπέζι ατιμασθή με αίμα κ' η μνηστεία·τον εαυτό του ο σίδηρος σέρνει τον άνδρα μόνος».

Οι γονιοί σου μονάχα τα ξέρουνε. Είναι πολλές ώρες μακριά από δω το χωριό μας. Το καημένο το χωριό μας! Δεν το ξαναείδ' από τότες! Το καλυβάκι μας δεν είτανε μες το χωριό, είταν όξω, μέσα σε λόγγο δέντρα γεμάτο. Παραπάνω είταν η βοσκή, και κει έβοσκε τα γίδια του ο θειος μου ο Νικολής. Αμ' αυτός δα με προίκισε και με πάντρεψε. Εγώ είμουνα χρόνια ορφανοκόριτσο. Με πήρε και μου έδωσε το Γιωργή μου.

Επάνω εις αυτά εισήλθεν ο Αρίγνωτος ο Πυθαγορικός φιλόσοφος με τα μεγάλα μαλλιά, ο σοβαρός την όψιν, τον γνωρίζεις δα τον περίφημον διά την σοφίαν του, ο οποίος επονομάζεται θείος. Άμα τον είδα ανέπνευσα, διότι ενόμισα ότι ήρχετο να κόψη ως πέλεκυς τα ψεύδη.

Πρώτ' ήλθε απ' όλαις η Τυρώ, η καλογεννημένη, 235 'πώλεγε ότ' ήταν γέννημα του απταίστου Σαλμωνέα, και τον Κριθέα σύζυγον ότ' είχε τον Αιολίδη. άρεσε αυτής ο ποταμός, ο θείος Ενιπέας, των ποταμών, όπ' έχ' η γη, ο πλειά χαριτωμένος.

εκείνον ο πολύγνωμος απάντησε Οδυσσέας· «Κ' εγώ θα είπ' ό,τι καλό μου φαίνεται να γείνη. 130 λουσθήτε πρώτα και λαμπρούς φορέσετε χιτώναις, και η κόραις εις τα μέγαρα να στολισθούν και κείναις· κατόπι ο θείος αοιδός με την γλυκειά κιθάρα εις τον φιλόγελον χορόν ας μας εμβάση πρώτος, ώστε ότι γάμος γίνεται να λέγουν όσοι ακούσουν, 135 ή διαβάταις 'που περνούν ή γείτονες τριγύρω, όπωςτην πόλιν η βοή του φόνου των μνηστήρων μην απλωθή πριν φθάσουμε εμείς εις τον αγρόν μας έξω τον πολυφύτευτον και αυτού θέλει σκεφθούμε ό,τι καλόν εφεύρηματον νου μας βάλη ο Δίας». 140

Αλλ' ο θείος ιατρός δεν ωμοίαζεν ακόμη τότε τους σημερινούς απογόνους του, οίτινες κρύπτουσιν ενίοτε εις τας μητέρας τα τρυφερά νοσήματα των υιών των, και επρόδωκε το μυστικόν εις την Αφροδίτην.

Εστάθη αυτού ο πολύπαθος, ο θείος Οδυσσέας κυττώντας, και ως εθαύμασε τα πάντα εις την ψυχήν του, 'ς το δώμα μέσα εβάδισε περνώντας το κατώφλι. 135 τους αρχηγούς ηύρεν αυτού και άρχονταις των Φαιάκων, 'που με ποτήρια σπόνδιζαντον άγρυπνον Ερμεία, ότιεκείνον ύστερον, πριν κοιμηθούν, σπονδίζαν. περνά το δώμα ο θλιβερός, ο θείος Οδυσσέας, κρυμμένος εις την καταχνιά, 'που 'χε τον ζώσ' η Αθήνη, 140 ως 'π' έφθασετους βασιλείς Αλκίνοον και Αρήτην. αγκάλιασε τα γόνατα εκείνος της Αρήτης, κ' εχύθη ευθύς οπίσω του της καταχνιάς το νέφος.

Μας έφεραν την είδησιν ότι ήρχετο με ένα δυνατόν και φοβερόν στράτευμα εκείνος ο τύραννος βεζύρης, που άρπαξε τον θρόνον του πατρός μου, διά να καθυποτάξη και το βασίλειον του θείου μου και εις ολίγην ώραν εμβήκεν εις την πόλιν χωρίς αντίστασιν, επειδή ο θείος μου δεν είχε στράτευμα αρκετόν να του εναντιωθή.

Ο Ρούντυ ήτο εκεί χάμω εις το έδαφος μαζωμένος και συγκαθισμένος· ο κορμός του δένδρου, επί του οποίου εκρατείτο σφικτά, αποσπαθείς σαν να εκόπη με πριόνι, εξεσφενδονίσθη μακράν· και εκεί ανάμεσα εις τους σπασμένους κλάδους έκειτο εκτάδην ο θείος με συντριμμένην την κεφαλήν· τα χέρια του ήσαν ακόμη ζεστά, αλλά το πρόσωπόν του δεν ανεγνωρίζετο πλέον. Ο Ρούντυ εστέκετο εκεί ωχρός και τρέμων.

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν