Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025


Επίμενα όμως πάντα να ρίχνω κάτω κατά την προσταγή κρύον, σκληρόν, απελπιστικόν τον λόγο μου: — Τίποτα! — Έτσι; είπε· καλά· φέρε απάνω το 'κόνισμα. Κ' ετίναξε σύγκαιρα τέτοια αγριοβλαστήμια που και το ξύλο &ακόμη ανατρίχιασε. Δεν ήταν άθεος ο καπετάν Δρακόσπιλος ήταν όμως θαλασσινός. Οι βλαστήμιες σ' εμάς είν' ένα από τα προστάγματα που κυβερνιέται το πλεούμενο.

Κ' εκείνοι άμα έμειναν μονάχοι επειδή τότε πρωτάκουσαν για έρωτα, τους πλάκωσε την ψυχή κάποια λύπη και τη νύχτα όταν εγύρισαν στα σπίτια τους, παράβαναν τα δικά τους με τα όσα άκουσαν: — Πονούν οι ερωτευμένοι· κ' εμείς πονούμε. Δεν τους μέλει για φαΐ· κ' εμάς το ίδιο δε μας μέλει. Δε μπορούνε να κοιμηθούνε· μα κ' εμείς τώρα υποφέρνουμε το ίδιο.

Εμάς δεν μας έρχεται να το καταλάβουμε πως δεν έχουμε τέτοιες κληρονομιές, εμάς μας θάμπωσε η ξυπνάδα, και δεν το καλοβλέπουμε πως άλλον τρόπο δεν έχει παρά μονάχοι μας να συγυρίσουμε το νοικοκεριό μας. Εμάς ακόμα μας νανούριζ' η ελπίδα πως θα μας έρθη βοήθεια από Βοριά κι από Δύση, για χατίρι του μεγάλου σογιού μας. Ο Στόικος προγόνους δεν είχε.

Οι λοιποί μήνες ανεκάγχασαν και ήρχισαν να τον ειρωνεύωνται: — Τόρα έκαμες την τύχη σου· είπεν ο Αλωνάρης γελών· το κούνησες, το κούνησες μα 'πίτυχεςτα καλά. — Αχ! μας την έφτιασες· μας ρούφηξες το περισσότερο κρασί! — Πού μυαλό 'σαν το 'δικό σου να το συλλογιστή· τόρα να μας δανείσης κ' εμάς κάμποσο. — Μυαλό ή κρασί; διέκοψεν ο Μάιος. — Θα σε χαλάσουν τα κατακαθίδια, γέρω μου.

Και έτσι όλα πέρασα τα χρόνια τα μικρά μου. Έτσι μας μεγαλώνουνε η μάναις η 'δικαίς μας Εμάς εκείτην Ήπειρο με όλαις ταις σκλαβιαίς μας, Μ' όλα τα καταφρόνια μας. 'Περήφανα βουνά μου. Αχ, πότε ακόμα μια φορά θε να σας αγναντέψω Απ' τα καϋμένα Γιάννινα! Πότε θα συντροφέψω, Βουνά μου, ακόμα μια φορά τα πεύκα τα ψηλά οας. Πότε θα πιώ απ' τα κρύα σας τ' αθάνατα νερά σας!

Θάρθη τότες αυτός λένε όσοι έρχονται σ' εμάς από την πολιτεία. Τότε θα γίνουν αντρόγυνο· τώρα ας αγαπιούνται σαν αδέρφια. Μάθε μονάχα τούτο, Δρύαντα· βιάζεσαι για παλληκάρι, που είναι καλύτερο από μας. Αφού τόσα είπε, τον εφίλησε και τούβαλε να πιή, επειδή ήταν πια μεσημέρι και τον ξεπροβόδισε ίσαμε παραπέρα, κάνοντάς του κάθε περιποίηση.

Πικρούτσικες αλήθειες, η καθεμιά τυλιγμένη σε χαλβαδόπηττα. Τέτοιο χαλβά σ' έχω χάρι να μας πουλής και μας. Τι τα λες τους δικούς σου; Αυτοί το πολύ θα γελάσουνε. Εμάς, εμάς λέγε τα και ξανάλεγέ τα, και σου τάζω πως θα βρεθή ρωμαίικη ψυχή μια μέρα να στολίση με μαρμάρινο σαρίκι την κολόννα του μνημοριού σου. Πού να πιαστής ως τόσο εσύ, Χουσεήνη μου, με τέτοια ταξίματα!

ΦΛΕΡΗΣΚάτσε εκεί και ησύχασε. Δεν μου λες γιατρέ, τι έπαθε η θεατρίνα; ΜΙΣΤΡΑΣΤίποτε σπουδαίο. Είχε ένα παροξυσμό από την ισχυαλγία της και της έκαμα μια ένεσι από μορφίνη. Σε λίγα λεπτά υποθέτω πως θα είναι σε θέση να κατεβή. Η μορφίνα, μάτια μου, είναι το δεξί μας χέρι εμάς των τσαρλατάνων. Οι παραπάνω, ΒΕΡΑ.

Καλά δουλεύει του Χασάν η φάμπρικα, λέγει ταπεινή τη φωνή ο αναγνώστης εις τον παρακαθήμενον. Αυτός, παιδί μου, είνε μάννα!. . . . απαντά εκείνος. Να τελειώσ' η εκλογή, και θάβγη πάλι με κανένα καινούργιο σπίτι. Κ' εμάς μας περνούν με εικοσιπεντάρικα, 'σαν να είμαστε σπουργίτια. Επιλέγει μελαγχολικώς αναστενάζων ο αναγνώστης, και εξακολουθεί την ανάγνωσιν, Αλή-ελ-Μούσα!

Μα ανίσως και παρατηρήση ο αναγνώστης πως σαν πιώτερο κάποτες ιστορώ τα δυσάρεστα, μάλιστα στην Εισαγωγή, ας μην ξεχνάη πως το έργο τούτο το καταπιάστηκα ύστερ' από μεγάλα εθνικά πάθια, πως το έθνος τόδειξε θεότρανα πως μεγάλη αρρώστια το κρυφοτρώει, πως η αρρώστια του είναι χρονικιά, και πως χρέος έχουμε να τα μελετούμε και να τα φανερώνουμε τα σοβαρά της σημάδια, ίσως κ' η νέα η γενεά, που απ' αυτή και μονάχη ελπίζουμε, ωφεληθή πια από την πείρα, που μας στάθηκε νεκρό γράμμα κ' εμάς και των παλιώ μας προπατόρωνόχι των Βυζαντινών, αυτοί την ήξεραν τη δουλειά τουςκαι μπη το Έθνος στο μεγάλο δρόμο που δεν του λείπει δύναμη να τον τρέξη.

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν