Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025


Διπλή τότε ακουγότανε η μουσική στο σπίτι γιατί εκείνος ούρλιαζε, χωρίς να τόνε μέλη για τη δική μας συμφορά, ενώ ημείς οι άλλοι εκλαίγαμε τον θάνατο της δύστυχης κυράς μας. Όμως από τον ξένο μας εκρύβαμε τη λύπη, γιατί έτσι διέταξε ο Άδμητος σε όλους.

Ερωτώ έκπληκτος: — Και ποίος ήτον ο Διαβάτης εκείνος, ο τόσον λαμπρός, όστις υπερέβαλε σε, τον βασιλέα του άσματος και της χαράς;

Κάθισε· κάθισε να σ' τα πω! Και καθίσας πρώτος εκείνος ήρχισε προσπαθών να διηγηθή τα γενόμενα και ν' απαρτίση εις έν όλον τα πράγματα, τας εντυπώσεις αυτού και τα αισθήματά του. — Μπήκα, που λες, Μαριώ μου, κ' ένας υπηρέτης, — ντρεπόμουνα που τον κύτταζα, τόσο ωραία ρούχα φορούσε . . . — Τι τα θέλεις τώρ' αυτά, διέκοψεν ανυπομονούσα η κυρά Δημήτραινα. Λέγε, τι έγεινε! — Στάσου δα, μη βιάζεσαι.

Εκείνος ο αγνώριστος νέος, αντί να αποκριθή εις τα ζητήματα του βασιλέως, άρχισε να θρηνή απαρηγόρητα, με τόσα θλιβερά παράπονα, όστε εκίνησε τον βασιλέα εις λύπην και συμπάθειαν, και λέγει του ο βασιλεύς· ειπέ μου σε παρακαλώ την αιτίαν της τοιαύτης σου μεγάλης θλίψεως.

Μα ο Μιχαήλος που εβάλαμε να φυλάγη μήπως έλθης, τον είδε και άνοιξε την αγκάλη του να τον εμποδίση. Μα εκείνος, σαν να έβλεπε τον όξω απ' εδώ μπροστά του, έβγαλε, λέγει, μια βλαστημιά κ' εσκόντησε τον Μιχαήλο κατά γης κ' εβγήκε κ' έφυγε! Γι' αυτό δεν σε άνοιξε την θύρα σήμερα το παιδί μου, και γι' αυτό δεν ηύρες κανένα να σε υποδεχθή.

Εκεί βγαίνει ο ήλιος· ήλιος λαμπρός και ζωοπάροχος, ανέσπερος και αΐδιος — ο ήλιος του Γένους μας. Όποιος δεν έχει μάτια εκείνος δεν βλέπει τη χαραυγή· εθνική χαραυγή, πόθος και καϋμός αιώνων όλωνόχι κουραφέξαλα. Κύταξε γύρω μας: Θάλασσα φουρτουνιασμένη, ουρανός κατασκότεινος, στεριές σκουντουφλιασμένες, φορτωμένες δάκρυα και φαρμάκιπένθος άλυτον. Θεριά τα κύματα χτυπάνε το καράβι μας.

Διότι εκείνος ο επί της σκηνής στρατιώτης και μάλιστα ο υποδεκανεύς, όστις έρχεται μετ' ολίγον, είνε γνήσιοι τύποι των ελληνικών στρατώνων, εξ εκείνων οίτινες διά της καντάδας εξάγουν από τα μαγειρεία τα δουλικά και τους κεφτέδες. Ο στρατιώτης Πασχάλης συνεννοείται με την ερωμένην του πότε θα γίνη ο γάμος των· αλλ' αύτη πριν ή ορίση την ημέραν του γάμου, διατυπόνει τας αξιώσεις της.

Όμως ο μέγας Βούδδας, κατανικών τα πάθη, 'στούς δόλους της μαγείας ατρόμητος εστάθη, και πριν 'στόν δόλον φθάσουν της Ηδονής τον έννατον και είδαν πως εκείνος δεν χάνει τα πασχάλια του, μ' αφρούς θυμού και λύσσης επήραν τα βρεμμένα των και άφησαν τον Βούδδα να κάθεται 'στά χάλια του. Εγώ αυτόν τον Βούδδα τον εκτιμώ πολύ... τι άνθρωπος τωόντι και ποία κεφαλή!

Πολλοί γνώριμοί του ηθέλησαν να μιλήσουν μαζί, τον έκραξαν να τον κεράσουν στο κρασοπουλιό, επάσχισαν να τον μπάσουν στην εκκλησιά. Μα εκείνος φεύγει μακριά, σβύνει από κοντά τους σύγνεφο βαρύ, σκούσμα και θλίψι αφίνοντας γύρω του.

Δεν θέλει να βλέπη τίποτα σκοτεινό στην πρόσχαρη εικόνα της ζωής του. — Ποιας ηλικίας τάχα να είνε τα παιδιά; ρωτά πάλι. Εκείνος σκυθρωπάζει: Μα τον παρασκότισε! Γύρω του ακούονται φωνές ανυπόμονες· σπρώχνει ο ένας τον άλλον· θέλουν να τον βγάλουν από τη θυρίδα. Έμαθε πως ζουν τ' αδέρφια του· δεν τον φτάνει; Είνε και άλλοι που λαχταρούν για τους δικούς των, που δεν ξεύρουν καθόλου τι γίνονται.

Λέξη Της Ημέρας

αργογλιστρά

Άλλοι Ψάχνουν