Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025
Τούτον μετέβαινα ενίοτε να επισκεφθώ, όχι μόνον διότι με είχεν αφήση καλάς αναμνήσεις, αλλά και διότι με ήρεσκεν ο περίπατος εκείνος, Πλην της πεδιάδος της Βάθειας δεν πιστεύω να υπάρχη άλλο μέρος εις τας Αθήνας, το οποίον να προξενή εις τον θεατήν την εντύπωσιν της ευρυχωρίας. Το Στάδιον, η συνοικία Ραγκαβά, το Βατραχονήσι και οι πρόποδες του Λυκαβηττού είνε βεβαίως γραφικώτατοι.
Έρριψεν αυτό κατά γης ο Χειμάρρας, εγονάτισεν επάνωθέν του και με χείλη αναπαλλόμενα, όψιν αγρίαν, χείρας τρεμούσας έκοπτεν έν έν τα κοσμήματα μετά μίσους, ως να είχεν άσπονδον εχθρόν υπό τους πόδας του και τον εμακελόκοπτε! — Να!. .να!. .να!. . ήρθρωνε παράφορος. Αλλ' αίφνης εστάθη. Ο θρηνώδης εκείνος ήχος, που ανέδιδε κοπτόμενον διά της ψαλίδος το μέταλλον, τον έφερεν εις εαυτόν.
Ποίος λοιπόν είναι εκείνος ο οποίος θα κρίνη αν απετυπώθη η αρμόζουσα μορφή της σαΐτας εις οποιονδήποτε ξύλον; εκείνος που την κατεσκεύασε, δηλαδή ο ξυλουργός, ή εκείνος που θα την χρησιμοποιήση, δηλαδή ο υφαντής; Ερμογένης. Μου φαίνεται, καλέ Σωκράτη, ότι μάλλον θα κρίνη εκείνος που θα την χρησιμοποιήση. Σωκράτης.
Λέγεις δε ότι δεν υπάρχει καμμία διαφορά, αν έλθη μίαν φοράν ή πολλάς φοράς εις σώμα, ώστε καθείς από ημάς να φοβήται, διότι πρέπει να φοβήται κανείς, αν δεν είναι ανόητος εκείνος ο οποίος δεν ηξεύρει ούτε έχει απόδειξιν να δώση, ότι η ψυχή είναι πράγμα αθάνατον.
Έλεγε δε η επιστολή, ότι «εγώ ο Θεμιστοκλής έρχομαι προς σε, αφού επροξένησα εις τον οίκον σου πλειότερα κακά παρ' όσα ουδείς των άλλων Ελλήνων, καθ' όλον τον χρόνον ότε ηναγκάσθην να υπερασπισθώ εμαυτόν εναντίον του επελθόντος πατρός σου· αλλά πολύ περισσότερα τω απέδωκα καλά όταν, εις την αποχώρησίν του, εγώ μεν ήμην ασφαλής, εκείνος δε διέτρεχε πολλούς κινδύνους.
Δεν ήξευρε διατί, αλλ' ενόμιζεν ότι ο πύργος εκείνος δεν ήτο άξιος εμπιστοσύνης· το κόκκινον αυτού χρώμα, τα οδοντωτά τείχη του, ο πρωτοφανής ρυθμός του, με εσοχάς κ' εξοχάς, με κύκλους και τρίγωνα άτακτα, του εφαίνετο ως μνημείον αφιερωμένον εις θηριώδη τινά και κακούργον ύπαρξιν.
Ο Μπαρμπατρίμης που ακολουθούσε συλλογισμένος το χτίσιμο του τέμπλου κ' εγύριζε ζερβόδεξα το μάτι, σαν σκυλί κυνηγάρικο που μυρίζεται τον αέρα είπεν άξαφνα του καπετάνιου: — Καπετάν Κρεμύδα, θα μας βγάλη αέρα ο Νότος λέω να πάρουμε κάτω λίγα πανιά. Μα εκείνος αφαιρεμένος στο πουλί είπεν αδιάφορος: — Μπα! καλοκαιρινός είνε· ας το κι' ας πάει... Ο καπετάνιος ήταν αγαθός άνθρωπος.
Βεβαίαν ήδη προβλέπουσα την ήτταν περιττόν, ενόμισε να παρατείνη την πάλην· τον δε νικητήν αυτής προ πολλού είχεν εκλέξει. Ο παπικός εκείνος βλαστός εκαλείτο Φλώρος και εκοιμάτο πάντοτε εις παρακείμενον του αποστολικού κοιτώνος δωμάτιον, έτοιμος ων να τρέξη εις τας προσκλήσεις του παπικού κωδωνίσκου.
Δεν ήτον δε απίθανον ο αγροφύλαξ εκείνος και να ησθάνετο μέσα του κρυφήν συμπάθειαν προς την φεύγουσαν, την διωκομένην, την τρέχουσαν επάνω εις τα κατσάβραχα, μ' αιματωμένους τους πόδας, δυστυχή γυναίκα — περί της ενοχής της οποίας ουδέ ήτο καν βέβαιος.
Άδραξε τη λάμα ο Αιγινήτης υπάκουος στη φωνή και το λάστιχο έχυσε ανέμου κύμα μέσα στην περικεφαλαία του πατέρα σου. Ανάσανεν εκείνος βαθειά, επήρε δύναμι και βαστώντας ψηλά τον λάζο ερρίχτηκε να ξετοπίση τον αντίπαλο. Μα ο άλλος τον επερίμενεν άφοβα· τρίχα δεν εσάλευεν από τη θέσι του.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν